Της Μαίρης Πρίμη (Εκπαιδευτικού Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης)
Ένα από τα μεγάλα θέματα των ημερών σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση είναι η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας για τη ζωντανή βιντεοσκόπηση των μαθημάτων στις σχολικές τάξεις. Σύσσωμος σχεδόν ο εκπαιδευτικός κόσμος αντιδρά σε αυτό και εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά του γι’ αυτή την απόφαση. Γιατί;
Σε αυτό το κείμενο θα ασχοληθώ μόνο με το παιδαγωγικό κομμάτι του θέματος, καθώς θεωρώ ότι χρειάζεται να φωτιστούν περαιτέρω οι λόγοι που οι εκπαιδευτικοί στη μεγάλη πλειοψηφία τους αντιτίθενται σε αυτή την πρακτική και να αντικρούσω τα επιχειρήματα όσων, ίσως δεν έχουν καταλάβει αλλά και όσων παρουσιάζονται ως ένθερμοι υποστηρικτές της ζωντανής αναμετάδοσης του μαθήματος είτε με κάμερα, είτε μόνο με ήχο και παρουσίαση της δουλειάς που γίνεται στον πίνακα.
Καταρχάς, να ξεκινήσουμε από το πρώτο και πολύ βασικό. Ποιος θα έπρεπε να ερωτηθεί ως ειδικός για μια τέτοια πρωτοβουλία; Μα, φυσικά, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί που γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους την εκπαιδευτική διαδικασία. Εκείνοι και μόνον εκείνοι, βασισμένοι στην εμπειρία, τις γνώσεις τους αλλά και στην άποψη των σύγχρονων θεωρητικών της Παιδαγωγικής επιστήμης, θα έπρεπε να πάρουν πρώτοι τον λόγο για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα πράγμα το οποίο φυσικά, για άλλη μια φορά-απαξιώνοντας τον ρόλο του εκπαιδευτικού- δεν έγινε.
Και τώρα ας πάμε στην κατάσταση και τις ειδικές συνθήκες που οδήγησαν, σύμφωνα με το Υπουργείο, σε αυτή την απόφαση:
1) Οι μαθητές μετά την καραντίνα, γυρνούν στις τάξεις. Όμως, δεν θα γυρίσουν όλοι. Πρέπει να εξασφαλίσουμε σε όλους τις ίδιες ευκαιρίες για μάθηση. Άρα για τη δίκαιη και ίση μεταχείριση όλων των μαθητών.
2) Δεν υπάρχει τίποτα το κακό ή λάθος στη χρήση κάμερας για βιντεοσκόπηση του μαθήματος, ιδίως αν αυτό γίνεται χωρίς να φαίνονται οι μαθητές, αλλά ο δάσκαλος, ή μόνο ο πίνακας ή ο διαδραστικός πίνακας.
3) Οι κάμερες είναι εξέλιξη. Δεν πρέπει να φοβόμαστε την τεχνολογία.
Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν να απαντήσουμε σε έναν-έναν από τους παραπάνω λόγους με επιχειρήματα:
1) Τι θα γίνει με τους μαθητές που δε θα προσέλθουν στο σχολείο τους μετά την καραντίνα; Αναρωτιέται το Υπουργείο. Δεν πρέπει να φροντίσουμε να τους παράσχουμε τη γνώση στην οποία οι άλλοι μαθητές θα έχουν την ευκαιρία να έχουν πρόσβαση; Είναι δίκαιο να μην ισχύουν τα ίδια για όλους;
Εύλογο είναι το ερώτημα που προκύπτει από αυτή την αγωνία που εκφράζει το Υπουργείο. Στην προηγούμενη φάση της καραντίνας, πώς έλυσε, άραγε, το Υπουργείο το ζήτημα αυτό, για τα παιδιά που για διάφορους λόγους δεν είχαν πρόσβαση σε κάποιο ηλεκτρονικό μέσο που θα τους επέτρεπε να παρακολουθήσουν την εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση; Μήπως με τα τάμπλετ που υποσχέθηκε και τελικά σε μια μέρα το πήρε πίσω; Μήπως είχε εξασφαλίσει από πριν την επιμόρφωση των καθηγητών στις νέες τεχνολογίες για τις οποίες τώρα κόπτεται; Μήπως είχε φροντίσει να έχουν όλοι οι μαθητές και καθηγητές τον εξοπλισμό που χρειάζεται ένα σχολείο του 21ου αιώνα; Ή μήπως είναι τελείως ξεχωριστό θέμα δεκάδες χιλιάδες κενά ωρών της σχολικής χρονιάς που τρέχει, λόγω έλλειψης προσλήψεων – διορισμών καθηγητών; Οι μαθητές αυτοί που έχασαν τόσες ώρες διδασκαλίας, δεν είναι σε μειονεκτικότερη θέση από τους υπόλοιπους;
2) Και πάμε τώρα στο πιο ουσιαστικό. Το Υπουργείο λέει ότι δεν είναι δίκαιο γι’ αυτούς που θα λείπουν να χάσουν το μάθημα.
Εδώ όμως θα αποδείξουμε ότι δε θα είναι δίκαιο για κανένα μαθητή, γιατί αυτό που θα συμβεί με την παρουσία της κάμερας στην τάξη δε θα είναι ένα κανονικό σχολικό μάθημα, πράγμα από το οποίο θα ζημιωθούν όλοι οι μαθητές και τελικά, η ίδια η εκπαίδευση. Και εξηγώ αμέσως γιατί:
Η εκπαιδευτική διαδικασία, σύμφωνα πάντα με τους σύγχρονους παιδαγωγούς, μιας και το Υπουργείο, καθώς και πολλοί δημοσιογράφοι επικαλούνται την εξέλιξη, δεν έχει και δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με την «καθέδρας διδασκαλία»!
Σύμφωνα με όλες τις σύγχρονες εκπαιδευτικές μεθόδους διδασκαλίας, και τις απόψεις των σύγχρονων παιδαγωγών (πολλαπλές νοημοσύνες Gardner, μέθοδος σκαλωσιάς Vygotsky, ομαδοσυνεργατική διδασκαλία κλπ) η διδασκαλία δεν πρέπει να είναι στατική. Αντίθετα, σε ένα περιβάλλον που διασφαλίζει την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια, οι μαθητές πρέπει να μπορούν να αλληλεπιδρούν, να κινούνται , να μην απαντούν σε κλειστού τύπου ερωτήσεις (σωστό-λάθος) κλπ Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται και η αποτελεσματική διδασκαλία σε όλους τους τύπους μαθητή: Οπτικό, ακουστικό , αλλά και διαπροσωπικό και κιναισθητικό!
Όλα τα παραπάνω μοιάζει να είναι ψιλά γράμματα για το Υπουργείο Παιδείας. Και αυτό που ονομάζουν εξέλιξη, δεν είναι παρά πολλά-πολλά βήματα πίσω! Και αυτό γιατί, η κυρία Κεραμέως, σαν κάποια διδασκάλισσα μιας άλλης, σκοτεινής εποχής, με μεγάλη άνεση δεν παύει να υποδεικνύει έναν τρόπο διδασκαλίας που είναι-ή θα ‘έπρεπε να είναι- πολύ μακριά από αυτό που θεωρούμε νέο, φρέσκο και προοδευτικό. Έναν τρόπο, καθέδρας μετωπικής διδασκαλίας γιατί μόνο αν γίνεται με αυτόν τον αποστειρωμένο τρόπο το μάθημα θα μπορούσε πρακτικά να καταγράφεται. Ένα μάθημα στατικό, χωρίς κίνηση, όπως τις παλιές εποχές! Που θα ταίριαζε σε φοιτητές που παρακολουθούν μια διάλεξη, ή σε ενήλικες μαθητές, αλλά ποτέ σε μαθητές ηλικίας 6-17 ετών, δηλαδή ανήλικους!
Ο δάσκαλος και ο καθηγητής, μαθητών από 6 έως 17 ετών δηλαδή, ανήλικων παιδιών, είναι ο συντονιστής μιας ομάδας. Μιας ομάδας με ψυχή. Κάθε ομάδα είναι ξεχωριστή, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και αυτό που συμβαίνει και που πρέπει να συμβαίνει μέσα σε μια τέτοια ομάδα είναι να έχει υπογραφεί, ένα άτυπο συμβόλαιο μεταξύ των μελών της, ότι τίποτα απ’ ό,τι συμβαίνει εκεί «δε βγαίνει προς τα έξω», έτσι ώστε να δημιουργηθεί και να διασφαλιστεί η απαραίτητη εμπιστοσύνη που χρειάζεται να διέπει αυτή την ομάδα, την κάθε ομάδα για να λειτουργήσει! Να μπορέσουν τα παιδιά να κάνουν εκμυστηρεύσεις, να νιώσουν άνετα, να γελάσουν και γενικά να αντιδράσουν χωρίς να φοβούνται ότι θα εκτεθούν, ελεύθερα. Το ίδιο άνετα και ελεύθερα πρέπει να μπορεί να αισθάνεται και ο εκπαιδευτικός. Και όχι όπως με αισχρό τρόπο σχολιάστηκε αυτές τις μέρες, για να μη φανούν οι ελλείψεις του, αλλά για να μπορέσει να ξεδιπλώσει τις πλευρές του εκείνες που θα αγγίξουν τους μαθητές του, να ξεπεράσει τις τυπικότητες, να μπορέσει να «ανοιχτεί». Και είναι ευκόλως εννοούμενο, ότι κανένας δε νιώθει το ίδιο άνετα όταν καταγράφεται στο μάθημα! Είτε με κάμερα είτε μόνο με ήχο.
Και έτσι, ερχόμαστε στο θέμα της μη καταγραφής εικόνας αλλά μόνο ήχου, το οποίο ήταν το επιχείρημα πολλών δημοσιογράφων σε εκπομπές της τηλεόρασης, που χωρίς να γνωρίζουν, χωρίς να είναι ειδικοί σε κάποιες περιπτώσεις ξεπέρασαν ακόμα και τα όρια της ευπρέπειας απέναντι στους εκπαιδευτικούς και τη στάση τους. Πόσο μεγάλη διαφορά, έχει, λοιπόν, για την κυρία Κεραμέως και το Υπουργείο, η καταγραφή με κάμερα ή απλά με ήχο; Μήπως δεν είναι ίδια η «στημένη» διαδικασία, το «πάγωμα» μαθητών και καθηγητή; Η δυσκολία στη διάδραση; Το ξεγύμνωμα της σχολικής τάξης από αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά που την ορίζουν, ή θα έπρεπε να την ορίζουν, τον αυθορμητισμό, την ελευθερία, την εμπιστοσύνη; Μήπως δε θα εκτεθεί το ίδιο ένα παιδί που μπορεί να τραυλίζει, που μπορεί να δώσει μια απάντηση εκτός θέματος και κάποιος μπορεί να γελάσει; Εδώ θα προσθέσουμε ατελείωτες περιπτώσεις που μαθητές και καθηγητές μπορούν να βρεθούν εκτεθειμένοι.
Τα πάντα συμβαίνουν μέσα στις υπέροχες τάξεις μας! Ζούμε, αναπνέουμε, θυμώνουμε, γελάμε, μαλώνουμε και τα ξαναβρίσκουμε, έχουμε καλές και κακές στιγμές, ωραίες και ατυχείς, μέρες που μας κάνουν ευτυχισμένους και μέρες που όλα πάνε στραβά. Όπως ακριβώς στην κανονική ζωή! ΖΩΗ. Αυτό είναι οι τάξεις, αυτό πρέπει να είναι, και γι’ αυτό θα παλέψουμε. Τίποτα να μη χαλάσει αυτή τη ζωντανή διαδικασία, και όπου αυτό δε συμβαίνει, να το αλλάξουμε. Να πάμε μπροστά, όχι πίσω. Σε σχολεία ζωντανά. Με ομάδες που φυσικά αγαπούν και δουλεύουν με την τεχνολογία, αλλά δουλεύουν συνεργατικά, όπου έχει θέση κυρίως η δράση και η γλώσσα του σώματος, όχι η στείρα, βαρετή «παράδοση» περασμένων δεκαετιών!
Μια «παράδοση» στην οποία, προφανώς, έχει μείνει και ονειρεύεται η Υπουργός της Παιδείας. Μια παράδοση που θα μπορούσε να καταγραφεί ναι! Γιατί θα ήταν σαν ένας μονόλογος που θα μπορούσαμε να είχαμε καταγράψει και στο σπίτι μας!
(Πηγή: prologos.gr)