Συνέντευξη στον Χρήστο Μάτη από το freesunday.gr
Την άποψη ότι δεν πρέπει να παραταθεί η σχολική χρονιά αλλά να συμπεριληφθούν στην επόμενη όσα δεν έγιναν φέτος εκφράζει ο ομότιμος καθηγητής και πρώην κοσμήτορας της Παιδαγωγικής Σχολής του ΑΠΘ Γιώργος Τσιάκαλος, επειδή, όπως εξηγεί, «μετά το σοκ της πανδημίας, οι μαθητές/-τριες και οι οικογένειές τους έχουν ανάγκη να αποβάλουν το άγχος».
Ο κ. Τσιάκαλος εκφράζει την πεποίθησή του ότι υπάρχει η εκπαιδευτική τεχνογνωσία για να γίνει αυτό εφικτό, ενώ τονίζει ότι υπάρχουν πολλά που μπορούμε να διατηρήσουμε μόνιμα από την τηλεκπαίδευση. Διευκρινίζει, όμως, ότι η εκπαίδευση ήταν από πάντα και είναι κυρίως μια διαπροσωπική σχέση.
Πόσο διαφορετική είναι η διαδικασία της εκπαίδευσης από την τάξη στο τηλεμάθημα; Πόσο αλλάζει η σχέση δασκάλου και μαθητή;
Έχουμε άπειρες εμπειρίες απ’ όλο τον κόσμο, κι αυτές υπενθυμίζουν ότι η εκπαίδευση ήταν από πάντα και είναι κυρίως μια διαπροσωπική σχέση. Στις συνθήκες επιβεβλημένης κοινωνικής αποστασιοποίησης, η σχέση των εκπαιδευτικών με τους μαθητές και τις μαθήτριες διαφοροποιήθηκε και οδήγησε σε επανεκτίμηση των μέχρι τώρα «κανονικών» σχέσεων. Φυσικά δεν έχουμε ακόμη μια συστηματική αξιολόγηση, αλλά πολλές εκατοντάδες καταγραμμένες από τα ΜΜΕ ιστορίες εμφανίζουν χαρακτηριστικά ενός δημοψηφίσματος υπέρ του σχολείου των άμεσων διαπροσωπικών σχέσεων. Στις ιστορίες καταγράφονται αλλαγές μέσα στις οικογένειες των μαθητών/-τριών, όπου η αντιμετώπιση της νέας κατάστασης στην αρχή χαρακτηρίζεται από περιέργεια και στενή συνεργασία, αλλά πολύ γρήγορα οδηγεί σε άγχος και εντάσεις, έτσι ώστε όλες οι πλευρές να λένε «άντε ν’ ανοίξει το σχολείο, για να ησυχάσουμε!». Δεν ήταν απροσδόκητη αυτή η εξέλιξη. Οι γονείς έχουν οργανώσει τη ζωή τους με δεδομένη την απουσία του παιδιού από το σπίτι λόγω του σχολείου, και τα παιδιά στο σχολείο απολαμβάνουν την επαφή με συνομήλικους, που αποτελεί σε αυτή την ηλικία απόλυτη αναγκαιότητα. Η σημασία όλων αυτών αναδείχθηκε στις συνθήκες της καραντίνας.
Αντιμετωπίζετε την αλλαγή της σχέσης ως μόνιμη ή απλώς προσωρινή λόγω της απειλής;
Θεωρώ ότι οι σημερινές εμπειρίες θα οδηγήσουν σε καλύτερες σχέσεις ανάμεσα στους παράγοντες της εκπαίδευσης (μαθητές/-τριες, εκπαιδευτικούς και γονείς), που θα χαρακτηρίζονται από σεβασμό στον ιδιαίτερο ρόλο του καθενός και από αναγνώριση και κατανόηση των προβλημάτων και δυσκολιών που αντιμετωπίζει η κάθε κατηγορία. Θα είναι το θετικό που θα προκύψει από την κρίση. Βέβαια δεν μπορώ να πω πόσο καιρό θα αντέξει αυτή η θετική σχέση, επειδή στη συνέχεια οι πραγματικές εμπειρίες περνούν στο παρασκήνιο και τον κύριο ρόλο στη διαμόρφωση αντιλήψεων, στάσεων και συμπεριφορών θα παίζει και πάλι η έμμεση εικόνα της πραγματικότητας, που παρέχουν τα ΜΜΕ.
Τι μπορούμε να διατηρήσουμε μόνιμα από την τηλεκπαίδευση;
Πολλά μπορούμε να διατηρήσουμε. Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της εκπαίδευσης παιδιών που για κάποιο χρονικό διάστημα δεν μπορούν να βρίσκονται μέσα στην τάξη, όπως εκείνα που ασθενούν και βρίσκονται στο νοσοκομείο. Ήδη η τηλεκπαίδευση σε άλλες χώρες χρησιμοποιείται για την εκπαίδευση παιδιών μετακινούμενων ομάδων. Στην κατηγορία αυτή ανήκει το προσωπικό επαγγελμάτων που έχουν σχέση με πανηγύρεις, με τσίρκο και με εποχικές αγροτικές εργασίες. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν πολλές οικογένειες Ρομά. Αλλά προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη σχετικής τεχνικής υποδομής στην οικογένεια ή σε δημόσιους χώρους.
Αυτό που ελπίζω ότι θα παραμείνει είναι η χρήση της τηλεκπαίδευσης για τη συνεργασία ανάμεσα σε τάξεις σχολείων από διαφορετικές περιοχές, ακόμη και χώρες, όπως επίσης για το άνοιγμα του σχολείου στην κοινωνία μέσω της συνομιλίας των μαθητών/-τριών με ανθρώπους που έχουν να προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Βλέπουμε στα παραδείγματα αυτά ότι τηλεκπαίδευση δεν σημαίνει απομάκρυνση των παιδιών από το σχολείο, αλλά διεύρυνση των δυνατοτήτων απόκτησης εμπειριών, άρα μάθησης, με την υπέρβαση του εμποδίου της γεωγραφικής απόστασης.
Σε κάποιους εκπαιδευτικούς που αντέδρασαν στην τηλεκπαίδευση καταλογίστηκε φυγοπονία.
Τα στοιχεία που δίνει το υπουργείο για τη συμμετοχή στην τηλεκπαίδευση δεν δικαιολογούν ούτε κατ’ ελάχιστον τη μομφή για φυγοπονία. Οι εκπαιδευτικές οργανώσεις και πολλές/-οί μάχιμοι εκπαιδευτικοί μίλησαν για δυσκολίες, που πράγματι υπάρχουν. Αυτό συνέβη σε όλες τις χώρες, χωρίς να αποτελέσει εκεί θέμα. Ζούμε σε μια εποχή όπου καταρρέουν οι εικόνες και οι αρνητικές εκτιμήσεις για τους ανθρώπους πολλών επαγγελμάτων, όπως των νοσοκομειακών γιατρών και γενικότερα του προσωπικού των δημόσιων νοσοκομείων. Παρόμοια αρνητική ήταν προηγουμένως η εικόνα που δημιουργήθηκε σε κάποιους κύκλους για τους εκπαιδευτικούς. Εκείνες οι προκαταλήψεις οδήγησαν σε επιπόλαιες και λανθασμένες αντιλήψεις, μία από αυτές ήταν η δήθεν φυγοπονία.
Πώς μπορούν να εξισορροπηθούν οι ανισότητες που δημιουργεί η τηλεκπαίδευση και να αποκτήσουν όλη την ίδια πρόσβαση;
Διαπιστώσαμε αυτές τις ανισότητες. Στην περιοχή με το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ευρώπη, στο Αμβούργο, το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε ότι αυτή την περίοδο τα σχολεία πρέπει να δανείσουν τους υπολογιστές τους στους μαθητές οικογενειών που δεν έχουν. Μύθος ότι όλες οι οικογένειες έχουν τις ίδιες τεχνικές δυνατότητες συμμετοχής. Γι’ αυτό παντού, ακόμη και στην πλούσια Ελβετία, η τηλεκπαίδευση συνδυάστηκε με τη δημιουργία από τους/τις εκπαιδευτικούς «παραδοσιακών υλικών» και την κατ’ οίκον παράδοσή τους. Παρακολουθώ την ίδια διαδικασία σε γνωστό δημοτικό σχολείο της Γκράβας. Παράλληλα με την τηλεκπαίδευση οι εκπαιδευτικοί ετοιμάζουν ειδικά πακέτα εκπαιδευτικού υλικού για κάθε παιδί που δεν μπορεί να συμμετάσχει ισότιμα σε αυτήν. Κάθε Παρασκευή πηγαίνουν προσωπικά στα σπίτια και παραδίδουν τα πακέτα της επόμενης εβδομάδας. Παρεμπιπτόντως: Τα επιβεβλημένα δύο μέτρα κοινωνικής απόστασης μάλλον ενισχύουν παρά εμποδίζουν την ανάπτυξη ακόμη πιο στενών σχέσεων μεταξύ των εκπαιδευτικών και των οικογενειών.
Κάποτε, ως κοσμήτορας της Παιδαγωγικής Σχολής, είχατε οργανώσει ένα μεγάλο πρόγραμμα μετεκπαίδευσης των δασκάλων που είχαν τελειώσει παιδαγωγικές ακαδημίες διετούς φοίτησης. Τώρα χρειάζεται μετεκπαίδευση για αφομοίωση της τηλεκπαίδευσης;
Αν εξαιρέσει κανείς τη Φινλανδία και τη Νότια Κορέα, κανένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν ήταν έτοιμο για τόσο εκτεταμένη και φιλόδοξη τηλεκπαίδευση. Μικρά σεμινάρια επιμόρφωσης αποδείχθηκαν ανεπαρκή. Δεν θεωρώ ότι απαιτείται ένα τόσο μεγάλο πρόγραμμα όπως εκείνο της εξομοίωσης τότε, αλλά οπωσδήποτε πρέπει να δοθούν περισσότερες δυνατότητες επιμόρφωσης. Αλλά να προσθέσω: όχι για να αντικατασταθεί το σχολείο των άμεσων, στενών, κοινωνικών διαπροσωπικών σχέσεων από ένα τηλεσχολείο διαρκούς κοινωνικής αποστασιοποίησης και ατομικής καραντίνας. Ανέφερα προηγουμένως τις ευκαιρίες που δίνει η τηλεκπαίδευση για ένα πιο ζωντανό και ανθρώπινο σχολείο. Αυτόν τον σκοπό πρέπει να υπηρετήσει η επιμόρφωση.
Ακούγεται ότι δεν θα ανοίξουν ξανά τα σχολεία. Θα μπορέσει η τηλεκπαίδευση να φτάσει στην ολοκλήρωση της ύλης; Τι θα σημάνει το ενδεχόμενο να μη συμβεί αυτό;
Η επίσημη άποψη του υπουργείου για την εφαρμοζόμενη τηλεκπαίδευση ήταν και είναι η εξής: «Η εξ αποστάσεως διδασκαλία δεν υποκαθιστά το μάθημα στην τάξη. Στόχος δεν είναι η κάλυψη της διδακτέας ύλης, αλλά η διατήρηση της επαφής των μαθητών με τη μαθησιακή διαδικασία». Άρα η διδακτέα ύλη δεν πρόκειται να καλυφθεί. Σε σχέση με αυτό, προειδοποιώ για τις αρνητικές επιπτώσεις μιας πιθανής παράτασης λειτουργίας των σχολείων και μέσα στο καλοκαίρι. Μετά το σοκ της πανδημίας, οι μαθητές/-τριες και οι οικογένειές τους έχουν ανάγκη να αποβάλουν το άγχος. Υπάρχει η παιδαγωγική τεχνογνωσία για να αναμορφώσουμε τους στόχους της επόμενης χρονιάς, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτούς όσα δεν έγιναν φέτος.
(Πηγή: freesunday.gr)