Της Άννας Παππά
Θα σας μιλήσω για τη μακρόχρονη προσπάθειά μου, που διαρκεί είκοσι και πλέον χρόνια, να συνδέσω την επιστημονική γνώση με την εκπαιδευτική πρακτική.
Μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες, την παιδαγωγική φιλοσοφία και τις επιστημονικές θεωρίες για τη μάθηση, ανάπτυξη και διδασκαλία, διαμόρφωσα την προσωπική μου πρακτική, όπως κάθε δραστήριος εκπαιδευτικός έχει δημιουργήσει τη δική του και με βάση αυτή αντιλαμβάνομαι και αντιμετωπίζω τη διδακτική πραγματικότητα. Ως προσωπική θεωρία λοιπόν υπόκειται σε ανοιχτή κριτική, σχολιασμό και αξιολόγηση. Στο σχολείο που εργάζομαι οι συνάδελφοι μου φτάνουν στο ίδιο αποτέλεσμα έχοντας ακολουθήσει διαφορετική διαδρομή μάθησης. Υπάρχουν πολλές διαδρομές, τόσες όσες είναι και οι δάσκαλοι. Θα σας παρουσιάσω λοιπόν τη δική μου, αφού πρώτα την υποστηρίξω επιστημονικά.
Η θεωρία δεν είναι επιστημονικό απολίθωμα με διακοσμητική αξία, ούτε αντικείμενο για ατελείωτες αναλύσεις στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα ή έξω από αυτά. Η θεωρία έχει πρακτική αξία, είναι εφαρμόσιμη, είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο αποτυπώνεται η δική μας έμπνευση, η δική μας επιδεξιότητα και η συνεπαγόμενη δημιουργικότητα των μαθητών μας.
Θα σας πω λοιπόν τι αποτύπωσαν οι δικές μου τάξεις πάνω στον καμβά, πώς αξιοποιήθηκε δηλαδή η θεωρία, πώς ζωντάνεψε το «κοιμισμένο» της περιεχόμενο.
Η θεωρία έχει τη δύναμη να μετατρέψει την εμπειρική μας γνώση σε αιτιολογημένη πράξη. Η πράξεις μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το νοητικό μας απόθεμα που προέκυψε από τα χρόνια που καθίσαμε στα θρανία, αλλά και από την μετέπειτα συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της επιστήμης μας. Η ροή και η ποσότητα των πληροφοριών και γνώσεων που δέχεται το κάθε άτομο στις μέρες μας, είναι πλέον τεράστια και συνεχίζει ν’ αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς. Ο κόσμος των παλιών εκπαιδευτικών αξιών και διαδικασιών συνθλίβεται κάτω από το βάρος των απαιτήσεων της σύγχρονης εποχής και κυρίως της τεχνολογίας. Ο μαθητής δέχεται το μεγαλύτερο βάρος και υφίσταται την πιο απάνθρωπη συμπίεση. Πρώτα έχασε το χώρο του παιχνιδιού και μετά το χρόνο. Η παιδική ψυχή αφυδατώθηκε από τη δροσιά που την κρατούσε ζωντανή και χαρούμενη. Χωρίς παιχνίδι η παιδική ψυχή αντί να φουσκώνει από ευχαρίστηση συρρικνώνεται από δυσαρέσκεια και απογοήτευση. Στο τέλος γίνεται μια μαύρη κουκίδα. Με την υπόσχεση της επαγγελματικής αποκατάστασης, που στην καλύτερη περίπτωση είναι μια μίζερη θεσούλα στο δημόσιο, η απόκτηση και αποταμίευση προσόντων αρχίζει από τα χρόνια του νηπιαγωγείου. Θυσιάζεται το παιχνίδι, παραμερίζεται η πιο δημιουργική αλλά και ευχάριστη παιδική εκδήλωση. Η παιδική και εφηβική περίοδος της ζωής ακυρώνεται. Η περίοδος αυτή, που είναι η καλύτερη και σημαντικότερη περίοδος του ανθρώπου, μεταλλάσσεται στη χειρότερη. Και όλα αυτά για το «μέλλον». Αλλά μπορεί να υπάρξει μέλλον χωρίς παρελθόν; Μπορεί να υπάρξει ευτυχισμένη ενήλικη ζωή όταν η παιδική δεν είναι ευτυχισμένη; Δεν μπορεί. Τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια διαρκούν μια ολόκληρη ζωή. Το ίδιο διαρκούν και τα δυστυχισμένα.
Δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα. Πιεστικά δεσμά κυκλώνουν τα παιδιά μας από παντού. Πώς μπορεί το παιδί να μαθαίνει κάθε στιγμή, να μαθαίνει χωρίς να χάνει λεπτό; Από την ώρα που ξυπνά μέχρι να ξανακοιμηθεί συνεχώς μαθαίνει. Κάθεται σε μια καρέκλα και μαθαίνει. Αυτό όμως που επιθυμεί η ψυχή του είναι να παίξει. Να παίζει από το πρωί μέχρι το βράδυ. Πώς μπορούν να συμβιβαστούν τα ασυμβίβαστα; Πώς μπορούν να ικανοποιηθούν και οι δύο ανάγκες; Πώς μπορεί η μάθηση να μην είναι σε βάρος του παιχνιδιού και αντίθετα το παιχνίδι να μην είναι σε βάρος της μάθησης; Μπορούν με απλό τρόπο: να συνυπάρξουν! Στο δημιουργικό σχολείο, εξ ορισμού, συνυπάρχει η μάθηση με το παιχνίδι. Η ζωή στην τάξη εξισορροπεί μέχρι ένα βαθμό την έλλειψη παιχνιδιού έξω από αυτήν. Η συμμετοχική διδασκαλία προκαλεί στο παιδί την ίδια ευχαρίστηση που προκαλεί το παιχνίδι. Λειτουργούν οι ίδιοι νευροχημικοί μηχανισμοί. Αυτοί οι μηχανισμοί δίνουν στον εγκέφαλο την εντολή «κάνε το ξανά και θ’ ανταμειφτείς». Όταν ο εγκέφαλος λαμβάνει μια ανταμοιβή με τη μορφή της ευχαρίστησης θέλει να επαναλάβει τη δραστηριότητα που την προκάλεσε. Έτσι θέλει να συνεχίσει να μαθαίνει με το τρόπο αυτό.
Το παιδί, όπως εμείς οι δάσκαλοι γνωρίζουμε καλά, έχει μεγάλη φαντασία και ακόμη μεγαλύτερη εφευρετικότητα. Μάλιστα το τελευταίο είναι κάτι στο οποίο αρέσκεται ιδιαίτερα. Ας το ωθήσουμε και ας το βοηθήσουμε ν’ ανακαλύψει τις γνώσεις. Να χρησιμοποιήσει τη φαντασία του, να γίνει καθημερινός εξερευνητής. Ν’ αποκομίζει από τη διαδικασία της μάθησης την ίδια χαρά και ικανοποίηση που αποκομίζει από το παιχνίδι. Να κάνει τη μάθηση παιχνίδι. Ν’ ανακαλύπτει με ευχαρίστηση τις γνώσεις και όχι ν’ αποθηκεύει με δυσαρέσκεια και ακατέργαστες τις γνώσεις των άλλων.
Για ποια παιδιά όμως μιλάμε; Τι κουβαλάνε μέσα τους την ώρα που βρίσκονται απέναντί μας ή τριγύρω μας; Ποια είναι η οικογενειακή, κοινωνική και σχολική πραγματικότητα;
Ο Κώστας, η Κατερίνα, ο Δημήτρης, η Ιωάννα είναι παιδιά της τάξης μας, που καλούμαστε να τ’ ακούσουμε, να τα καταλάβουμε. Είναι τόσο ίδια και τόσο διαφορετικά. Διαφορετικά μεταξύ τους, διαφορετικά με μας. Ποια είναι λοιπόν αυτά τα παιδιά που απαρτίζουν τη μικρή κυψέλη που είναι η τάξη μας;
Υποδεχτείτε, συνάδελφοι, τη νέα γενιά. Τη γενιά του διαδικτύου, τη γενιά της παγκοσμιοποίησης, αφού πρόκειται για τη γενιά που καταργεί κάθε σύνορο με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Είναι η γενιά που ξαφνιάζει και μπερδεύει γονείς και επιστήμονες, καθώς διαφέρει από τις προηγούμενες γενιές χάρη στο γεγονός ότι καταφέρνει να συνδυάζει αξίες που παλιότερα αλληλοαποκλείονταν.
Στη ζωή τους πολλά πράγματα εμφανίζονται με γοργό ρυθμό και το ίδιο γρήγορα εξαφανίζονται. Είναι τα παιδιά που οι γονείς τους ζουν για να εργάζονται, απορροφημένοι ολότελα από τις απαιτήσεις και την πίεση της καθημερινότητας. Τα σημερινά παιδιά, κυριολεκτικά ζουν μέσα στη μοναξιά, χωρίς επαρκή επικοινωνία και επαφή. Λείπει το πάθος και η συγκίνηση για κάτι καλύτερο είναι μειωμένη. Δεν μπορεί να αναπτυχθεί δημιουργικότητα όση θα έπρεπε, γιατί υποβόσκει η αδράνεια της σκέψης, η αδιαφορία και η κακή ιεράρχηση των αναγκών τους. Όμως, κάτω από τον μανδύα της ομοιομορφίας που επιχειρούμε να τους φορέσουμε, πίσω από ταμπέλες και αφορισμούς, ασφυκτιούν ανάγκες, λουφάζουν προσμονές, ελπίδες και όνειρα, κρύβονται φόβοι, παράπονα και αιτήματα που δυσκολεύονται να εκφραστούν. Είναι τα παιδιά που με τον τρόπο τους μας παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για τον εαυτό τους και επομένως μπορούν να μας καθοδηγήσουν στις διδακτικές μας προσεγγίσεις. Είναι οι κρυμμένες φωνές που αν καταφέρουμε να τις ακούσουμε και να τις κατανοήσουμε θα μας δώσουν λυμένο το γρίφο του κάθε παιδιού.
Στην καθημερινή ζωή του παιδιού, η θεσμοθετημένη σχολική εκπαίδευση μέσα από ένα απαρχαιωμένο τρόπο διδασκαλίας, οδηγεί στην αδράνεια της σκέψης, αντί στην ενεργοποίησή της. Το σχολείο ως εκπαιδευτικός µηχανισµός επιζητούσε πάντα τη συµµόρφωση, την υποταγή και την πειθαρχία. Σύμφωνα με αυτό, οι μαθητές πρέπει πρώτα να προσαρμοστούν, ν’ αποδεχτούν τους κανόνες του οριοθετημένου πεδίου, να δράσουν και να δημιουργήσουν στα κοινωνικά προδιεγραµµένα πλαίσια, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν την παραμονή τους στο σύστημα. Κανένα σύστημα δε θέλει να διαλυθεί και όποιος είναι αντίθετος με αυτό, έστω και για λόγους αιτιολογημένους, απορρίπτεται. Σύμφωνα µε τον παιδαγωγό JOHN DEWEY το σύστημα φοβάται δύο ειδών ανθρώπους: 1) αυτούς που τα χάνουν και 2) αυτούς που σκέπτονται. Δεν λαμβάνει το σύστημα καμία ουσιαστική μέριμνα για πολλές κατηγορίες διαφορετικών παιδιών και εκεί οφείλεται το θολό τους μέλλον. Οδηγούμαστε όλο και περισσότερο, σε αλόγιστο κυνήγι γνώσεων μέσα από το οποίο κατορθώνουμε να φιμώνουμε τα παιδιά και να τα καταδικάζουμε έτσι σε μια αναβράζουσα σιωπή. Ο δάσκαλος είναι πομπός που εκπέμπει σε κλειστούς τις περισσότερες φορές δέκτες, που είναι τα χωρίς ενδιαφέρον παιδιά.
Οι μαθητές μας μέσα από το σχολείο έμαθαν να λειτουργούν με δεδομένες στρατηγικές, με δογματικά μοντέλα ή με προτάσεις, που βασίζονται στην απομνημόνευση κυρίως και ελάχιστα στην επεξεργασία. Γνωρίζουν δυσνόητους κανόνες αλλά ταυτόχρονα αδυνατούν να εντοπίσουν τον πυρήνα ενός απλού ζητήματος.
Τα παιδιά, συνάδελφοι, αγωνιούν και αγωνίζονται σκυφτά για να βρουν το δικό τους στίγμα σε μια κοινωνία, που σχεδόν τ’ αντιμετωπίζει ως ξένα. Φωνάζουν δυνατά ότι το καθένα τους είναι ένας ολοκληρωμένος κόσμος.
Είναι λυπηρό το γεγονός ότι, για πάρα πολλά παιδιά η παρακολούθηση του σχολείου δεν συνιστά ευχάριστη αλλά τραυματική εμπειρία, που τα αφήνει εντελώς απογοητευμένα από τις ικανότητές τους, δημιουργώντας ταυτόχρονα παραμορφωμένη εικόνα για το ρόλο της μόρφωσης στη ζωή τους. Κάθε παιδί διαθέτει διαφορετικές προϋποθέσεις για μάθηση, έχει διαφορετικά ενδιαφέροντα και ανάγκες, και ως παιδί είναι ειδικά ικανό για μάθηση. Η έννοια της «κανονικότητας» δεν ανταποκρίνεται σήμερα στα κριτήρια επιστημονικής ακρίβειας. Η υιοθέτησή της είναι αυθαίρετη, απάνθρωπη και βλάπτει τις προσπάθειες της αποκατάστασης. Όλοι οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή ως ισάξια, ισότιμα και με τα ίδια δικαιώματα μέλη, λαμβανομένων υπόψη όλων των ιδιαίτερων στοιχείων, των ατομικών ικανοτήτων και αναγκών. Κάθε παιδί είναι ένα και μοναδικό, αποτελεί μια αυτόνομη οντότητα και έχει ανάγκη από μια ιδιαίτερη, ξεχωριστή, ατομική στήριξη κατά συνέπεια διαφορετική. Κάθε παιδαγωγός είναι παιδαγωγός στήριξης, και είναι δεδομένο ότι σε κάθε παιδαγωγική επενέργεια ενυπάρχει το στοιχείο της στήριξης.
Σε μια τάξη συνυπάρχουν παιδιά:
Που παρουσιάζουν υστέρηση, παρουσιάζουν αργή πορεία στην κατάκτηση της γνώσης, κυρίως αργούν να διαβάσουν, να γράψουν.
Άλλα παιδιά είναι τα χαρισματικά ή ταλαντούχα παιδιά. Είναι το 5% του γενικού παιδικού πληθυσμού που διαθέτει εξαιρετικά υψηλές ικανότητες σε έναν ή περισσότερους γνωστικούς τομείς.
Είναι ακόμη τα επιμελή, τα ευσυνείδητα παιδιά, που δεν μπορούν όμως να προσαρμοσθούν στους ρυθμούς της τάξης ή της ομάδας τους.
Ακόμη είναι τα «αισθητηριακά παιδιά» που οι αισθήσεις τους μοιάζουν με κεραίες, που τους συνδέουν με τον κόσμο και που τους φέρνουν άφθονες εικόνες, στις οποίες δεν μπορούν πάντοτε να δώσουν μια μορφή και δεν μπορούν να τις εκφράσουν. Δεν είναι φυγόπονα, ούτε αφηρημένα, ούτε απρόσεκτα. Ωστόσο τις περισσότερες φορές «σέρνονται» στην ουρά της τάξης τους.
Άλλα παιδιά κατηγορούνται ότι είναι τεμπέλικα. Από έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό τους, γεμίζουν το χρόνο με μικρολεπτομέρειες, που τους φαίνονται απαραίτητες. Άλλα παιδιά αργούν να τελειώσουν, γιατί φοβούνται τη συμμετοχή τους σε καινούριες δραστηριότητες. Και άλλα απ’ αυτά, επαναπαύονται ότι κάποιος άλλος θα φέρει σε πέρας την εργασία τους.
Υπάρχουν παιδιά που οι γονείς τους είναι υπέρμετρα φιλόδοξοι.
Άλλα παιδιά θέλουν να μεγαλώσουν την ταυτότητα τους, απαντώντας σε κάθε ερώτηση που θέτει ο δάσκαλος, απλά και μόνο για ν’ απαντήσουν και με αυτό τον τρόπο να κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
Έχουμε μαθητές που προέρχονται από οικογένειες που τα υπερπροστατεύουν. Τα παιδιά αυτά, μέσα στην τάξη, βρίσκονται έξω από την προστατευτική ασπίδα των γονέων τους και αισθάνονται ανασφαλή και ευάλωτα.
Τα παρορμητικά παιδιά που συναντώνται συχνά στις κατώτερες οικονομικά τάξεις και που δεν είναι κατώτερα από τα στοχαστικά παιδιά, όταν ενταχθούν σε ομάδα εργασίας, με την επίδραση της ομάδας επάνω τους, βαθμιαία βελτιώνουν τη συμπεριφορά τους.
Τέλος παιδιά στα οποία η φύση των μαθησιακών δυσκολιών είναι διπλής κατεύθυνσης: διαφαίνεται να είναι υπόθεση ιατροβιολογική – νευρολογική, αλλά και υπόθεση εκπαιδευτικής διαδικασίας – μαθησιακής.
Για να μπορέσουν όλοι αυτοί οι μαθητές ν’ ανταποκριθούν με τον ίδιο τρόπο στη μεγάλη ποσότητα ύλης, θα πρέπει όλοι να έχουν τις ίδιες δυνατότητες μνήμης, φαντασίας, κατανόησης. Θα πρέπει όλοι να είναι πάντοτε και σε κάθε στιγμή της σχολικής χρονιάς σε ετοιμότητα, ώστε ν’ αντιλαμβάνονται, να επεξεργάζονται και ν’ αφομοιώνουν με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι όμως δυνατόν να εργάζονται όλα τα παιδιά με ταχύτητα και τρόπο πανομοιότυπο, όπως μια μηχανή.
–Είναι υποχρεωμένα, όλ’ αυτά τα τόσο διαφορετικά παιδιά να προσαρμόζονται στις άκαμπτες δομές και στους ξεπερασμένους τρόπους λειτουργίας του σχολείου;
–Μήπως το σχολείο οφείλει να είναι ευέλικτο και εύκαμπτο απέναντι στις διαφορετικές ικανότητες και προϋποθέσεις μάθησης των παιδιών;
–Πώς τα παιδιά αυτά, τα «άνισα» θα μπορέσουν µετά το πέρας των σπουδών τους να διεκδικήσουν τις ίδιες θέσεις µε τους συµµαθητές τους που δεν ήταν «ποτέ ίσοι» μαζί τους;
Η συνεργατική δημιουργική τάξη είναι ο καταλληλότερος τόπος, ώστε μεγάλος αριθμός παιδιών με ήπιες ή σοβαρότερες μαθησιακές και συμπεριφορικές δυσκολίες να βοηθηθεί για να βγει από το αδιέξοδο και το περιθώριο που τα οδηγούσε η ως σήμερα «δασκαλοκεντρική» τάξη. Είναι η τάξη που αναδεικνύει τα ταλέντα και τις ικανότητες όλων των παιδιών, τόσο των «ακαδημαϊκώς ικανών», όσο και των «αδύνατων» μαθητών. Αναδεικνύει παιδιά που γράφουν και μιλούν ορθά, αλλά και αυτά που εκφράζονται αμήχανα, αυτά που είναι οργανωμένα αλλά και τα αφηρημένα, τα ονειροπόλα, τα κοινωνικά αλλά και τα στοχαστικά, τα επιδέξια αλλά και τα αδέξια. Σήμερα στη σχολική τάξη οι καλοί μαθητές δεν είναι µόνο για τους επαίνους και τις άλλες αμοιβές, αλλά πρέπει να λειτουργήσουν µε την παρέμβαση του δασκάλου ως κινητήρια δύναμη, που θα διευκολύνει και τους συµµαθητές τους να ενταχθούν ουσιαστικά στην ομάδα και να δράσουν ατομικά και ομαδικά, μέσα από την ομάδα.
Το μοντέλο της συνεργατικής τάξης θεωρείται ευεργετικό για τις σχολικές επιδόσεις των μαθητών, αλλά και για τη βελτίωση των μεταξύ τους σχέσεων.
Γι’ αυτό ο εμψυχωτής δάσκαλος φροντίζει να δημιουργήσει ένα σχολικό περιβάλλον τέτοιο, που η ατμόσφαιρα και η αύρα του θα γεννήσει ένα πλήθος ερεθισμών και κινήτρων μάθησης. Ο συνεργάτης δάσκαλος που κατέχει τη δημιουργική ικανότητα του καλλιτέχνη, την ακριβή στάση του επιστήμονα και την πλήρη δεξιότητα του τεχνίτη θα κάνει τη διδασκαλία να μοιάζει με μικρό ταξίδι, να είναι έρευνα, εμπειρία μοναδική.
Η δημιουργική τάξη είναι ο χώρος που κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την ύπαρξη της γοητείας του απρόβλεπτου και της έκπληξης. Δημιουργικός δάσκαλος είναι αυτός που έστω και μια φορά μπόρεσε να κάνει το μη αναμενόμενο πράξη, με θαυμασμό, με σεβασμό, με μάτια και αυτιά ορθάνοιχτα.
Κι αν είναι δύσκολο, όπως τραγούδησε ο Διονύσης Σαββόπουλος, να κρυφτείς από τα παιδιά, που έτσι και αλλιώς τα ξέρουν όλα, εξίσου δύσκολο μοιάζει να τ’ αφουγκραστείς σε μια εποχή που το θέαμα και ο εκκωφαντικός θόρυβος τείνει να καλύψει τα πάντα.
Η τέχνη του ακούειν είναι μία από τις σημαντικές ικανότητες που οφείλει να διαθέτει ένας καλός δάσκαλος. Η τέχνη του κατανοείν είναι μια από τις σημαντικότερες δυνατότητες που πρέπει να χαρακτηρίζει τον σύγχρονο δάσκαλο. Δεν ακούει ο δάσκαλος μόνο με τ’ αυτιά του. Ακούει με τα μάτια του και την αφή του. Ακούει έχοντας αντίληψη των συναισθημάτων και των συγκινήσεων που γεννιούνται μέσα του ως αποτέλεσμα της επαφής του με τους μαθητές του. Ακούει με το μυαλό του, την καρδιά του και τη φαντασία του. Ακούει τα λόγια των παιδιών, αλλά και τα μηνύματα που κρύβονται στα λόγια ή σε όσα τα λόγια κωδικοποιούν. Ακούει τη φωνή, το φέρσιμο, το λεξιλόγιο και τις χειρονομίες τους. Ακούει τα συμφραζόμενα, τα λεκτικά μηνύματα και τις κινήσεις του σώματος. Ακούει τους ήχους και τις σιωπές.
Ακούστε πως χαρακτηρίζει το σχολείο ένας μαθητής: «Δεν είναι καθόλου ωραία. Πρέπει όλοι να κοιτάμε στον πίνακα. Όταν δεν κοιτάμε στον πίνακα, πρέπει να κοιτάμε και να ακούμε τη δασκάλα. Πολλές φορές πρέπει να τους κοιτάμε και τους δύο μαζί. Δε γίνεται. Είναι πολύ κουραστικό. Δεν πρέπει να μιλάμε, ούτε και να κουνιόμαστε. Μονάχα να γράφουμε και να κοιτάμε. Εμείς όμως καταφέρνουμε και ψιθυρίζουμε λίγο μεταξύ μας, ή γελάμε. Είναι τόσο ωραία όταν γελάμε. Είναι τόσο ωραία και όταν μονάχα ψιθυρίζουμε»…
Η πλήρης, η μεθοδική και η προσεκτική παρατήρηση και μελέτη όλων όσων συμβαίνουν στο σχολικό περιβάλλον ήταν τα προηγούμενα χρόνια ο δρόμος που με οδήγησε, σταδιακά, στη διαμόρφωση της προσωπικής μου αντίληψης για το σύγχρονο ευέλικτο δημιουργικό σχολείο. Μια προσωπική θέση που προωθεί την γνωστική, κοινωνική και ηθική αυτονομία του παιδιού. Που παίρνει στα σοβαρά τους κώδικες λειτουργίας του πνεύματος και της ψυχής του, μάλιστα που βασίζεται πάνω σ’ αυτούς. Που δίνει ευκαιρίες στο νέο να αναπτύξει στάσεις και δεξιότητες. Που προωθεί την ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων χωρίς εξαιρέσεις. Που ικανοποιεί την ανάγκη του για αγάπη και φροντίδα, καθώς και για αποδοχή, ασφάλεια και χαρά.
Διαπιστώνω με ικανοποίηση ότι ακολουθώντας το ευέλικτο μοντέλο διδασκαλίας, με τους μαθητές μου να εργάζονται σε ομάδες, βελτίωσα τη μάθηση χωρίς να πάω αντίθετα προς την επίσημη εκπαιδευτική πολιτική, ούτε προς τους σκοπούς και τους στόχους που θέτουν τα επίσημα αναλυτικά προγράμματα και ΔΕΠΣ, ούτε ακόμη έξω από τα επίσημα σχολικά βιβλία, τα οποία χρησιμοποίησα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Το σχολικό βιβλίο πρέπει να απομυθοποιηθεί, να αποψιλωθεί από τα φωτοστέφανα που το περιβάλλουν. Να σταματήσει να είναι η μοναδική πηγή γνώσης, η φιλτραρισμένη και απλοποιημένη. Αντίθετα να αναζητηθούν και άλλες πηγές.
Το ερώτημα που γεννιέται στα χείλη του κάθε ενδιαφερόμενου εκπαιδευτικού είναι αν πραγματικά μπορεί να εφαρμοστεί, η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, στην πράξη εύκολα. Είναι λοιπόν εφαρμόσιμη πλήρως και το μόνο που απαιτείται από τον μεν εκπαιδευτικό είναι η καλή προετοιμασία, η φαντασία, η επιστημονική αυτοεξέλιξη και η αγάπη για το παιδί, από δε την πολιτεία ο συνεχής εκσυγχρονισμός των βιβλίων. Τα βιβλία που χρησιμοποιούμε τα δύο τελευταία χρόνια είναι βιβλία ανανεώσιμα, βιβλία που θα ανανεώνονται και θα προσαρμόζονται στις καινούριες απαιτήσεις, φυσικά μετά από αξιολόγηση που θα γίνεται σε τακτά διαστήματα με τις δικές μας υποδείξεις. Το χαρακτηριστικό που τα διαφοροποιεί από τα παλιά βιβλία είναι η στοχοθεσία της ενότητας και όχι του κεφαλαίου.
Η τάξη μου τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια θυμίζει εργαστήριο, υπάρχει τάξη στην αταξία, τα παιδιά κινούνται ελεύθερα και ταυτόχρονα υπάρχουν αποδεκτοί από όλους μας τρόποι επιβολής της πειθαρχίας. Η τιμωρία είναι σπανιότατη και επιβάλλεται από τους συμμαθητές. Είναι συμβολική αλλά αποτελεσματική. Κάθε στιγμή η τάξη θυμίζει κυψέλη, όπου δραστήριες μέλισσες φτιάχνουν το μέλι της γνώσης.
Τα παιδιά μέσα από το κουκλοθέατρο, τη δραματοποίηση, το θεατρικό παιχνίδι, αλλά και την αναζήτηση πληροφοριών από βιβλία ή από ηλεκτρονικές αποθήκες πληροφοριών, κτίζουν λιθαράκι-λιθαράκι το δικό τους προφίλ, το προφίλ που θα τους συνοδεύει σε όλη τους τη ζωή. Η μάθηση σ’ αυτά τα παιδιά περνά από τα χέρια τους, τα αυτιά τους, τα μάτια τους, όλο το σώμα τους, αλλά και την ψυχή τους και μετουσιώνεται σε γνώση ζωής. Το «εγώ» σταματά να υπάρχει και αντικαθιστάται από το «εμείς». Η ομάδα δουλεύει για όλους και για τον καθένα χωριστά. Ο λευκός πίνακας–οργανόγραμμα γεμίζει όχι από απλές γνώμες, αλλά από στόχους που θέτουν τα παιδιά και αναλαμβάνουν όλα μαζί να τους πετύχουν. Γράφουν, σβήνουν, επανατοποθετούνται πάνω σε απόψεις λανθασμένες για το τρόπο επίτευξης τους, ψάχνουν και βρίσκουν μέσα από τη συζήτηση και τη μελέτη καινούριους δρόμους προσέγγισης των στόχων τους. Ο πίνακας που τους βοηθά να οργανωθούν παίρνει ζωή από τα ίδια τα παιδιά, γεμίζει από τα λόγια τους, τις σκέψεις τους, τα σχέδιά τους, ακόμη και τις ζωγραφιές τους που εκπέμπουν τα πιστεύω τους. Και πάνω από όλα και το τονίζω για ακόμη μια φορά, το παιδί χαίρεται, διασκεδάζει. Και αυτό είναι μεγάλη παρακαταθήκη, δεδομένου πλέον ότι χαρούμενα και ξέγνοιαστα παιδικά χρόνια τείνουν να εξαφανιστούν.
Η αρχή που διέπει όλο τον προγραμματισμό, κάθε χρόνο, είναι να μη δίνω στα παιδιά τίποτα έτοιμο απ’ αυτά που μπορούν να καταφέρουν μόνα τους με τις δικές τους δυνάμεις, ίσως να τα βοηθώ μόνο με διακριτική καθοδήγηση και συμμετοχή.
Τα παιδιά της τάξης μου δεν προέρχονται πάντα από μια τάξη που κατά την προηγούμενη χρονιά ήταν οργανωμένη με αυτόν τον τρόπο. Αυτός είναι ο λόγος που από την αρχή έχω να αντιμετωπίσω ερωτήσεις από μερικούς μαθητές που με αναγκάζουν να δώσω χιλιοειπωμένες οδηγίες για την οργάνωσή τους σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. Για να μετατραπούν οι μαθητές αυτοί από παθητικοί δέκτες σε άτομα που οδηγούνται βαθμιαία σε αξιοποίηση των δυνάμεων τους, φροντίζω ώστε οι πρώτες εργασίες να έχουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, να είναι ευχάριστες και οι απαιτήσεις να είναι μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους. Κάθε φορά να οδηγούνται σε κάτι καινούριο που κτίζεται πάνω στο παλιό και να γεύονται την επιτυχία. Η χαρά που δίνει στα παιδιά η αίσθηση της επιτυχίας μέσα από καθήκοντα που γνωρίζω ότι μπορούν να τα εκπληρώσουν, τα βοηθά να κερδίσουν τη θέση τους στη δική τους τάξη και αργότερα στη ζωή τους.
Την πρώτη ημέρα είναι μακριά από τα θρανία τους είμαι μακριά από την έδρα μου, καθόμαστε σε έναν κύκλο όλοι μαζί, αγγίζουμε ο ένας τον άλλο, πιανόμαστε και δενόμαστε μεταφορικά σε μια γροθιά. Εκεί, με την επαφή, με την κατάργηση της απόστασης, με την παράκαμψη των προσχημάτων, αρχίζουν να χτίζουν τη συναδελφοσύνη και να συνειδητοποιούν ότι δεν είναι αντίπαλοι αλλά συνεργάτες.
Βέβαια κανένας μας δε διαθέτει το μαγικό ραβδάκι, ώστε να μπορέσει να κάνει όλα τα παιδιά ξαφνικά συνεργάσιμα, υπεύθυνα και ικανά να μπορούν να εργαστούν ομαδικά αφήνοντας το «εγώ» στην άκρη.
Τοποθετώντας τα θρανία ανά δύο αντικριστά, δε σημαίνει ότι επειδή τα παιδιά θα καθίσουν το ένα απέναντι από το άλλο θα δουλέψουν σε ομάδες. Η ομαδοποίηση δε μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη, γιατί υπάρχει μεγάλη ανταγωνιστικότητα τις περισσότερες φορές ανάμεσα στα παιδιά. Ανταγωνισμός που τις περισσότερες φορές είναι κανόνας και δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό ανασταλτικός για τη δουλειά. Συγκρούσεις ακόμη και για το χώρο που έχουν στο τραπέζι τους, το μαρκαδόρο που όλοι θέλουν ξαφνικά το ίδιο χρώμα είναι οι πιο συνηθισμένες τις πρώτες ημέρες. Ακόμη και όταν τους πω να γράψουν τις σκέψεις πάνω σε ένα θέμα τους πρώτα ατομικά και μετά να αποφασίσουν σε επίπεδο ομάδας για το κοινό κείμενό τους, βλέπω με έκπληξη να ορθώνονται τείχη ανάμεσά τους από κασετίνες, βιβλία, ακόμη και τσάντες.
Η εργασία σε ομάδες επιτυγχάνεται σταδιακά και γι’ αυτό την πρώτη κυρίως εβδομάδα είναι έντονα τα παιχνίδια γνωριμίας και τα παιχνίδια εξοικείωσης που βοηθούν στην ένωση των μελών της ομάδας. Ασχολούνται με εργασίες και δραστηριότητες που θα τα βοηθήσουν να προσεγγίσουν δημιουργικά προβλήματα, να βρίσκουν σταδιακά όλο και πιο πρωτότυπες ιδέες και λύσεις και να αποδέχονται τις απόψεις των άλλων. Δε δουλεύουν σε ομάδα τα παιδιά μετά από δική μας εντολή. Δουλεύουν σε ομάδα μετά από απαραίτητη διεργασία ένταξης και στη συνέχεια σε ομάδες συνεργασίας. Από τη μεριά μου δεν πρέπει να πιέσω τα παιδιά, αλλά αντίθετα να παραδεχτώ τις απόψεις τους και να τα κάνω να παραδεχθούν με τη σειρά τους ότι δεν υπάρχουν μοναδικές «σωστές» απαντήσεις. Προσπαθώ σε όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς να δημιουργώ κλίμα όπου ο προβληματισμός και η ευθύνη είναι τα κύρια γνωρίσματά του. Χρειάζεται επιμονή και υπομονή από μέρους μου για να μπορέσω να δώσω να καταλάβουν ότι μπορεί να συναντούν δυσκολίες, να κάνουν λάθη, να αποτυχαίνουν, αλλά μέσα από όλα αυτά μπορούν να μάθουν, και να πετύχουν. Να μη βιώνουν καθημερινά το βάρος της καλής και άριστης επίδοσης. Να μάθουν ότι η αποτυχία και το λάθος δεν είναι ντροπή, ούτε αποδοκιμασία, ότι υπάρχουν πολλές ακόμη ευκαιρίες και ότι είναι δεδομένη η ενθάρρυνση, η προτροπή και η παραδοχή από το συνεργάτη και βοηθό δάσκαλό τους.
Αφού μάθουν να κινούνται όλα τους στο πλαίσιο του «εμείς» θα είναι έτοιμα να ανακαλύψουν, να ερευνήσουν, να προγραμματίσουν, να αποφασίσουν. Η τάξη γίνεται μια ομάδα, εγώ γίνομαι δεκτή ως βοηθός τους και ύστερα χωρίζονται σε ομάδες παιχνιδιού, στη συνέχεια μετατρέπονται σε ομάδες εργασίας και τέλος σε ομάδες έρευνας. Μέσα από την ομαδική εργασία παράγεται ένα κοινό προϊόν, μια ομαδική σύνθεση, που είναι κάτι αλλιώτικο και παραπάνω από ένα απλό άθροισμα απόψεων. Η κατανόηση της ύλης των μαθημάτων προχωρά, βασιζόμενη στη διευρυμένη προσέγγιση και παύει να είναι το πρόβλημα του δασκάλου. Όλα τα χρόνια που δίδαξα έτσι και που ήταν πολλά, δεν είχα πρόβλημα με την επάρκεια του χρόνου γιατί από ένα σημείο και μετά η ταχύτητα της τάξης βαθμιαία μεγαλώνει. Τα τελευταία βιβλία ως εργαλεία με βοήθησαν αρκετά στη διαχείριση χρόνου, επιλέγοντας με προσοχή τα κεφάλαια των ενοτήτων. Η ύπαρξη ενοτήτων με στοχοθεσία, ο συνδυασμός των κεφαλαίων και η αντικατάσταση πολλές φορές των κεφαλαίων με άλλα πιο επίκαιρα διατηρώντας όμως την στοχοθεσία με βοήθησαν να εξοικονομήσω χρόνο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι μερικά βιβλία παραμένουν μόνιμα στο χώρο της τάξης μας και χρησιμοποιούνται πάντα μαζί με όλα τα άλλα στη διάρκεια της ερευνητικής μάθησης. Ακόμη δεν υπάρχει ξεχωριστή ώρα για εικαστικά, θεατρική αγωγή ή ευέλικτη. Όλες τις ώρες τα παιδιά δουλεύουν ευέλικτα, αφού όλη η σχολική χρονιά είναι ένα μεγάλο project, όλες τις ώρες τους δίνεται η ευκαιρία να εκφραστούν με εναλλακτικούς τρόπους. Φυσικά και αβίαστα οδηγούνται τα παιδιά, σε διδακτικές δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται ως βιωματική – επικοινωνιακή διδασκαλία. Τα παιδιά μαθαίνουν να ζουν τη χαρά της συνεργασίας και παράλληλα να εισπράττουν την ευχάριστη αμοιβή του παιχνιδιού.
Οι μαθητές ζώντας και απολαμβάνοντας τη σχολική ζωή, πολλές φορές αναρωτιούνται πιο μάθημα διδάσκονται εκείνη τη στιγμή, μαθηματικά, φυσική, τεχνικά ή γλώσσα; Καταλαβαίνουν σιγά – σιγά ότι όλα τα μαθήματα μπορούν και συνταιριάζονται ώστε να τους δώσουν την ευκαιρία να γίνουν τα ίδια ευαίσθητοι δέκτες της γνώσης. Η σύζευξη των έως τώρα απομονωμένων μαθημάτων και η σύνδεση της κατακερματισμένης ύλης που επιτυγχάνεται σε μια λογική ενότητα, με άξονα ένα πρόγραμμα δουλειάς, που προτείνεται για συλλογική επεξεργασία, στους μαθητές της ευέλικτης τάξης, είναι ο στόχος.
Η αίθουσα της τάξης μου έχει μετατραπεί σε εργαστήριο γνώσεων με αναπτυγμένες γωνιές. Η γωνιά του κουκλοθέατρου, η γωνιά του βιβλίου, η γωνιά του παραμυθιού, της τηλεόρασης, είναι μερικές από τις γωνιές που συνθέτουν το σκηνικό. Η διάταξη των επίπλων και του εξοπλισμού, διευκολύνει την ανάπτυξη μορφών συνεργασίας και εργασίας σε ομάδες, έτσι ώστε να αξιοποιούνται οι δυνατότητες που προσφέρει η επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο. Η έδρα μου έχει μετατραπεί σε πάγκο εργασίας και τα θρανία γίνονται «φωλίτσες» γεμάτες ζωντάνια, έτσι ώστε να ενισχυθούν οι δυνατότητες ανάπτυξης διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ των μαθητών. Έχω φροντίσει να υπάρχει ένα επιπλέον θρανίο στη μέση της κάθε ομάδας, για να έχουν χώρο να ανοίξουν περισσότερα βιβλία.
Μια αλλαγή στο χώρο βέβαια, δεν είναι αρκετή, από μόνη της, για να προκαλέσει αντίστοιχη αλλαγή και στον τρόπο που γίνεται το μάθημα. Αποτελεί όμως απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτύχει η εφαρμογή της ομαδοκεντρικής μεθόδου διδασκαλίας και η τάξη να αποτελέσει συγχρονισμένο, δημιουργικό και αληθινό εργαστήριο της παιδικής ψυχής.
Έτσι λοιπόν, στη διάρκεια όλης της σχολικής χρονιάς και όχι μόνο τις λίγες ώρες που προβλέπει το πρόγραμμα, φροντίζω να δημιουργώ την κατάλληλη ατμόσφαιρα μέσα στην τάξη, με σκοπό την ανάπτυξη της πειθαρχημένης σκέψης των παιδιών, την τελική σύγκλιση του νου, γιατί διάφορα ομοειδή αντικείμενα που διδάσκονται παράλληλα, συμπίπτουν σε σημείο γνωστικό, κάτι εντελώς διαφορετικό από την απλή διαχείριση της τάξης για τη μάθηση συγκεκριμένων γνώσεων.
Υπάρχει η αναγκαιότητα του προγραμματισμού και σχεδιασμού δράσης, έτσι ώστε να είναι όσο το δυνατόν λιγότερες οι διακοπές της ομαλής διεξαγωγής της διδασκαλίας και κατά συνέπεια περισσότερος χρόνος για ενεργητική μάθηση. Είναι σίγουρο ότι η αποσαφήνιση και η συνειδητοποίηση των στόχων διδασκαλίας, από το εμένα και τους μαθητές, συμβάλλουν σημαντικά στην επιτυχία της διδασκαλίας.
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί για ακόμη μια φορά, ότι το αναλυτικό πρόγραμμα, μπορεί να απαιτεί να προσφέρουμε στα παιδιά ορισμένες γνώσεις, καθώς και να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκτήσουν ικανότητες και δεξιότητες, ο τρόπος όμως που θα χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο από το δάσκαλο, για να επιτύχει τα καλύτερα αποτελέσματα, δεν καθορίζεται και δεν επιβάλλεται.
Ο δάσκαλος εργάζεται με βάση το δικό του προγραμματισμό, ο οποίος συντάσσεται με την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση έτσι ώστε η σχολική εργασία, να ακολουθεί ορθή κατεύθυνση στη σύζευξη μορφωτικού υλικού και μαθητών και το πνεύμα των μαθητών να μπαίνει στην «ετοιμότητα δράσης», καθώς θα είναι έτοιμοι να χειρίζονται τα διλήμματα, που τους παρουσιάζονται καθημερινά, με καινοτόμους τρόπους. Ο προγραμματισμός δε είναι απόλυτος. Συνεχώς αναθεωρείται και συνεχώς υπάρχει η επαγρύπνηση για το πώς μπορεί να προχωρήσει πιο αποτελεσματικά και η κάθε μέρα κρύβει τις δικές της εκπλήξεις. Αυτός είναι ο λόγος που γίνεται προγραμματισμός ανοιχτός ευμετάβλητος και όχι κλειστός, συμπαγής και άκαμπτος, για να δέχεται σε όλα του τα στάδια τροποποιήσεις και βελτιώσεις όταν χρειάζεται.
Στο ερώτημα πολλών συναδέλφων για το χρόνο προετοιμασίας από μεριάς του δασκάλου η απάντηση είναι ότι ο δάσκαλος μπορεί να έχει στη διάθεσή του προτάσεις και σχεδιασμούς δικούς του αλλά και άλλων συναδέλφων του που τις αντλεί από το αρχείο του σχολείου του. Όμως όλα αυτά δεν είναι συνταγές και η διδασκαλία απαιτεί και την προσωπική πινελιά δημιουργίας του κάθε δασκάλου. Δεν υπάρχει μια πυξίδα που οδηγεί όλους τους δασκάλους, αλλά ο κάθε δάσκαλος ξεχωριστά χρησιμοποιώντας τη δική του πυξίδα πορεύεται το δικό του δρόμο και φτάνει στο προορισμό του μέσα από διαφορετικές διαδρομές.
Σημαντικό σημείο για την εργασία μου είναι η ενημέρωση των γονέων για τον αρχικό προγραμματισμό μου, τον τρόπο εργασίας μου, να απαντήσω στις τυχόν απορίες τους για να τους καταστήσω συνεργάτες μου και να αποφύγω τον αρχικό πανικό τους. Αυτός είναι ο λόγος που το πρώτο τρίμηνο κάνω τέσσερις συναντήσεις. Η μία από αυτές γίνεται μαζί με τα παιδιά και τους εξηγούμε εγώ και τα παιδιά τον τρόπο που εργαζόμαστε μέσα στην τάξη, αλλά και στο σπίτι. Και αυτό γιατί ζητώ από τους γονείς να μην τους βοηθούν στην εκτέλεση των εργασιών τους. Το μόνο που ζητώ από αυτούς είναι να συζητούν όσο το δυνατόν περισσότερο με τα παιδιά τους για τους προβληματισμούς που αναπτύσσονται μέσα στην τάξη. Λείπει στα παιδιά η συζήτηση με τους γονείς. Στα επόμενα τρίμηνα μόνο όταν υπάρχει κάποιο πρόβλημα καλώ τους γονείς.
Τις πρώτες ημέρες χρησιμοποιώ για ομαδοποίηση σε επίπεδο τάξης, σε επίπεδο μικρότερης ομάδας, δραστηριότητες από το βιβλίο θεατρικής αγωγής Ε΄ και Στ΄ τάξης. Οι περισσότερες δραστηριότητες προσφέρονται και για μικρότερες τάξεις.
Παίζω με τα παιδιά μια σειρά θεατρικών παιχνιδιών που ενισχύουν την εμπιστοσύνη, διευκολύνουν την επικοινωνία, βοηθούν στη σωματικής έκφραση, δημιουργούν τις συνθήκες ομάδας, απελευθερώνουν τα παιδιά και έτσι χωρίς φωνές και ενοχλητικές παρατηρήσεις ή παιχνίδια «εξουσίας», βοηθώ τα παιδιά να δημιουργήσουν, να υπάρξουν, να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να φανταστούν.
Τις δύο πρώτες εβδομάδες ακόμη συνδυάζω ενότητες από όλα τα μαθήματα που έχουν σχέση με το περιβάλλον, τους ανθρώπους, τη φιλία, τη γνωριμία με τον εαυτό μας και τους άλλους. Το χρόνο που θα χάσω για να παίξουμε ένα παιχνίδι ή για να κάνουμε το πρώτο ταξίδι γνώσης, σίγουρα θα τον κερδίσω από τον χρόνο που θα έχανα όλη τη χρονιά προσπαθώντας να τα κάνω να με ακούσουν και να λειτουργήσουν ομαδικά. Γιατί τα παιδιά μου από την πρώτη κιόλας μέρα ακολουθούν πλαίσιο και κανόνες αποδεκτούς με ευχαρίστηση, γιατί είναι πανομοιότυποι με τους κανόνες του παιχνιδιού. Μαθαίνουν να ακούν και να απαντούν όπως ακριβώς γίνεται σε πολλά παιχνίδια. Αποκτούν κώδικες επικοινωνίας.
Χρησιμοποιώντας, όπως είπα και πιο πάνω, στη πραγματική του διάσταση, και το βιβλίο της θεατρικής αγωγής πέτυχα να ομαδοποιήσω σε επίπεδο τάξης πρώτα και ύστερα σε μικρότερες ομάδες τους μαθητές μου. Τα παιδιά παίζουν. Μιμούνται. Δείχνουν το δρόμο δίχως να το ξέρουν. Διαλέγουν έναν ρόλο μέσα στα παιχνίδια τους και τον υποδύονται. Αυτό το κάνουν για να επικοινωνήσουν και να εκφραστούν. Ζούνε πολλές ζωές και μέσα απ’ αυτές τις ζωές αντιλαμβάνονται, συνειδητοποιούν, συγκρούονται, παίζουν, φαντάζονται, δηλώνουν, υπάρχουν, λειτουργούν ομαδικά, συνεννοούνται, συνυπάρχουν, καλλιεργούνται και ωριμάζουν.
Η ενότητα 9 Βιβλία – Βιβλιοθήκες, από το βιβλίο της Ε΄τάξης, στάθηκε η αφορμή για να οργανωθεί για ακόμη μια χρονιά η γωνιά της βιβλιοθήκης. Δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσουμε περισσότερο για το βιβλίο, να φέρουν τα αγαπημένα τους βιβλία στο σχολείο, να μιλήσουν με συγγραφείς και τέλος να ταξινομήσουν τα βιβλία και να αρχίσουν τη λειτουργία της ως δανειστική. Βιβλιοθηκάριοι και υπεύθυνοι είναι τα μέλη της ομάδας που εναλλάσσονται.
Με ενθουσιασμό άρχισαν το διάβασμα και τις βιβλιοπαρουσιάσεις, οι οποίες αφού έγιναν πρώτα σε ατομικό επίπεδο, στη συνέχεια θα γίνουν σε ομαδικό και θα αποτελέσουν αντικείμενο της γιορτής μας, αφού άλλη ομάδα θα παρουσιάσει το βιβλίο της με κούκλες, άλλη με κόμικς, άλλη με δραματοποίηση.
Επίτευγμα της τάξης είναι ότι μαθήτρια με υψηλό βαθμό δυσλεξίας ισότιμα και ισάξια με τα άλλα παιδιά και χωρίς άγχος, αντίθετα με χαρά ανακοίνωσε τη δική της βιβλοπαρουσίαση.
Συνάδελφοι, ας δώσουμε σε κάθε παιδί μέσα από ένα σχολείο για όλα τα παιδιά την ευκαιρία να γυρέψει ένα καινούριο «εμείς». Την ευκαιρία να γίνουν όλοι μαζί ο άνεμος και το καράβι, οι ναύτες και οι καπεταναίοι του εαυτού τους.
(πηγή: pappanna.wordpress.com)