Του Χρήστου Κάτσικα
Η «καινοτόμος» δράση που οργανώνει το Γραφείο Σχολικών Συμβούλων Καρδίτσας προς αναζήτηση χορηγών (!) για αγορά σχολικού εξοπλισμού αποτελεί το τελευταίο κρούσμα στην προσπάθεια μετατροπής εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών σε πλασιέ «φιλάνθρωπων» επιχειρηματιών.
«Τρέχουμε και περπατάμε για τα σχολεία των παιδιών μας» ονομάζεται η «δράση» (αγώνας δρόμου), που οργανώνει το Γραφείο Σχολικών Συμβούλων Καρδίτσας, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για αγορά εξοπλισμού των σχολείων. Με συνεντεύξεις και ανακοινώσεις στα τοπικά ΜΜΕ λανσάρεται ως «πρωτότυπη» και «καινοτόμος» δράση που «επενδύει» στην εκπαίδευση. Η «ιστορία» έχει ως εξής και είναι ενδιαφέρουσα και ενδεικτική του κλίματος που τείνει να διαμορφωθεί…
Πριν λίγες μέρες από το Γραφείο Σχολικών Συμβούλων Καρδίτσας ανακοινώθηκε ότι διοργανώνεται ένα πρόγραμμα δράσης, με τίτλο «Τρέχουμε και περπατάμε για τα σχολεία των παιδιών μας». Το πρόγραμμα πρότεινε έναν αγώνα δρόμου, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων. Με τα χρήματα αυτά «θα αγοραστούν φορητά συστήματα (φορητός Η/Υ και μηχάνημα προβολής-projector), τα οποία στη συνέχεια θα δοθούν με κλήρωση σε κάποια από τα 42 σχολεία της Καρδίτσας», όπως ανέφερε το σχέδιο δράσης.
Στο ίδιο σχέδιο τονιζόταν πως «τα χρήματα για τα μηχανήματα που θα αγοραστούν και θα κληρωθούν, θα τα αναζητήσουμε από χορηγούς της πόλης της Καρδίτσας, αλλά και των άλλων πόλεων του νομού» και παρακάτω: «Ο επιχειρηματικός κόσμος έχει την ευκαιρία να δείξει ότι, πέρα από την απολύτως θεμιτή επιδίωξη του κέρδους, ενδιαφέρεται και για την εκπαίδευση των μαθητών, επενδύοντας στον εξοπλισμό του σχολείου τους».
Παλιά ιστορία
Βεβαίως δεν εκπλήσσει ιδιαίτερα το φαινόμενο. Προηγήθηκαν πολλά παρόμοια περιστατικά, όπως: η προ διετίας έναρξη της «πολιορκίας» σχολείων της Θεσσαλονίκης από την «Coca Cola-3Ε», η οποία διοργάνωσε ψηφοφορία μέσω facebook, αναζητώντας το σχολείο που θα αναλάβει να αναμορφώσει, κάποια μεγάλη εταιρεία στον Πειραιά, η οποία διαφήμιζε πως μπορεί να αναλάβει ορισμένα λειτουργικά έξοδα των σχολείων με αντάλλαγμα το 10% της επιφάνειας του σχολείου για την προβολή της ή η περίπτωση της Καβάλας, όπου με πρωτοβουλία κάποιου αυτοαποκαλούμενου μη κερδοσκοπικού σωματείου και την «ευγενική» υποστήριξη μεγάλης καπνοβιομηχανίας υπόσχονταν να καλύψουν τις ανάγκες θέρμανσης σχολείων και πολλά άλλα παρόμοια που μακραίνουν τη λίστα των «φιλάνθρωπων».
Όπως τονίζει η καθηγήτρια Λένα Γκαραγκάνη, «ήταν θέμα χρόνου η “νέα” εποχή για την εκπαίδευση να φτάσει και στην περιοχή μας! Η τοπική δημοτική αρχή, ακολουθώντας τις παραινέσεις του υπουργείου και τα βήματα άλλων δήμων, με πρωτοβουλία του Γραφείου Σχολικών Συμβούλων, αποφασίζει να μετατραπούν τα σχολεία, συνεπικουρώντας αλλήλους, σε προωθητές–πλασιέ των επιχειρηματιών της περιοχής».
Σχολείο-επιχείρηση
Η αλήθεια είναι ότι, αν αυτά συνέβαιναν ως μεμονωμένα περιστατικά σε άλλη συγκυρία, θα μπορούσε ίσως να τα αγνοήσει κανείς ή να τα θεωρήσει θέματα μικρής σημασίας. Συμβαίνουν όμως στην εποχή που το δημόσιο σχολείο μετατρέπεται στο σχολείο-επιχείρηση, στο σχολείο-πρότυπο του ΔΝΤ, των κατευθύνσεων της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ. Όλοι οι θεσμικοί θιασώτες αυτών των πολιτικών στο υπουργείο αντιγράφουν αυτολεξεί τις οδηγίες των «ειδικών» επιτηρητών και συμβάλλουν στην προμελετημένη και καλοσχεδιασμένη ένδεια σε υλικοτεχνική υποδομή, στις ελλείψεις σε προσωπικό, στη δήθεν αξιολόγηση των δομών και των προσώπων.
Έτσι καλούν τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τους γονείς να αποδεχτούν ως τετελεσμένη την όλο και μεγαλύτερη ένδεια που δημιουργεί ο οικονομικός στραγγαλισμός των σχολείων, προτείνουν «να τρέξουμε για τα παιδιά μας» και σερβίρουν ως λύση-μονόδρομο τη «χορηγία», αφού το κράτος «δεν μπορεί» να χρηματοδοτήσει επαρκώς τα σχολεία μας.
Επιπλέον, όπως σωστά επισημαίνει η Ένωση Λειτουργών Μέσης εκπαίδευσης (ΕΛΜΕ) της περιοχής, ο νόμος για την «αξιολόγηση» προτείνει καθαρά τέτοιες «δράσεις» και αποτιμά τις «χορηγίες» των εταιρειών ως θετικούς δείκτες. Κατασκευάζει το «νέο» σχολείο της αγοράς, όπου οι διδάσκοντες και ο διευθυντής, ως μάνατζερ, θα κληθούν να προσελκύσουν πόρους, για να μπαλώσουν τις ρωγμές της εγκατάλειψης από την πολιτεία. Όσοι εκπαιδευτικοί αναλάβουν τέτοιες πρωτοβουλίες είναι οι «καλοί» εκπαιδευτικοί και τελικά αυτοί είναι αρκετά ικανοί και «άξιοι», ώστε να βρίσκουν λύσεις στα δύσκολα! Εξίσου επικίνδυνο είναι το ότι την ίδια στιγμή, στο πλαίσιο της διαδικασίας Αυτοαξιολόγησης της Σχολικής Μονάδας, προωθείται η εξεύρεση πόρων για τα σχολεία έξω από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εκπαιδευτική «ποιότητα»
Συγκεκριμένα, στην ιστοσελίδα του Παρατηρητηρίου της ΑΕΕ (ΤΟΜΟΣ ΙΙΙ: ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ, σελίδα 27) περιλαμβάνεται προς διερεύνηση και αποτίμηση, μεταξύ άλλων δεικτών ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου στη σχολική μονάδα, ο σχετικός δείκτης. Τα σχολεία οφείλουν να αναζητήσουν χορηγίες από ιδιώτες, τοπικούς φορείς, εταιρείες, τόσο για να καλύψουν τις ανάγκες τους όσο και για να επιβιώσουν, καθώς, όπως αναφέρεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ (ΟΟΣΑ, σελ. 67, παρ. 131), «η αυτοαξιολόγηση πρέπει να οργανωθεί με τρόπο ώστε να είναι συγκρίσιμη μεταξύ σχολικών μονάδων και να μπορεί να επικυρώνεται και να συμπληρώνεται από εξωτερική αξιολόγηση». Όποιο σχολείο λοιπόν λειτουργεί ανταγωνιστικά απέναντι στα άλλα σχολεία και συμπεριφέρεται ως μια καλή επιχείρηση, είναι «καλό» σχολείο!
Η καθηγήτρια Λένα Γκαραγκάνη επισημαίνει ότι «τα σχολεία δεν έχουν ανάγκη από “φιλάνθρωπους”, ούτε από κάποιες ΜΚΟ και λοιπές κατηγορίες που προσφέρουν ψίχουλα με αντάλλαγμα την προβολή τους. Άλλωστε πάντα υπάρχει τρόπος να βοηθηθούν τα σχολεία αθόρυβα, από όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται. Σε καμία όμως περίπτωση δεν επιτρέπεται η συμμετοχή εκπαιδευτικών με τα παιδιά της τάξης τους ή του σχολείου τους σε εκδήλωση χορηγών. Δεν επιτρέπεται να μετατρέπονται εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς σε μέσο για διαφήμιση εταιρειών. Αποτελεί προσβολή στον χαρακτήρα και στη φύση του δημόσιου σχολείου. Τα σχολεία έχουν ανάγκη μόνο από την απαραίτητη κρατική χρηματοδότηση».
(πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών)