Της Ιωάννας Κλεφτόγιαννη
Ο τελευταίος μεγάλος δημοτικιστής, κορυφαίος λεξικογράφος, νεοελληνιστής, και συγκριτολόγος, ένας άοκνος δάσκαλος, ακαδημαϊκός και πολίτης, ο Εμμανουήλ Κριαράς, δημοκράτης και αντιστασιακός, που κρατήθηκε στο Χαϊδάρι και πάφθηκε των ακαδημαϊκών καθηκόντων του από την Χούντα , το βράδυ της Παρασκευής , στα 108 χρόνια του , άφησε ήρεμα, μετά από ανακοπή καρδιάς , την τελευταία του πνοή στην Αγγελάκη 1, την κατοικία του στη Θεσσαλονίκη. Μια διεύθυνση ταυτισμένη με την ιστορία των ελληνικών γραμμάτων, από την οποία είχαν περάσει πρωθυπουργοί και υπουργοί και η οποία τα τελευταία χρόνια λειτουργούσε ως βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο.
Τoν Ιούλιο υποβλήθηκε μετά από κάταγμα του αριστερού του ισχίου σε εγχείρηση. Η μετεγχειρητική του κατάσταση κρίθηκε καλή και πήρε αμέσως εξιτήριο.
Η εξόδιος ακολουθία του θα ψαλλεί την Τρίτη, στις 12 το μεσημέρι, στην Αγ. Σοφία Θεσσαλονίκης.
«Έχασα σύζυγο, φίλους και είμαι αναγκασμένος, πλέον, να ζω το πρόβλημα της επιβίωσης» διαπίστωνε στην «Κ.Ε» το 2003 ο άνθρωπος που πρόφτασε να ζήσει στην κυριολεξία τα πάντα, δύο Παγκόσμιους Πολέμους, τους Βαλκανικούς, τη Μικρασιατική Καταστροφή και έναν Εμφύλιο και ευτύχησε να δει έναν άθλο μακράς πνοής, το μνημειώδες Λεξικό Κριαρά, σχεδόν να ολοκληρώνεται, φτάνοντας στο 18ο τόμο του και στην αρχή του γράμματος ρ (προβιδιάζω-ραβέντι, έκδοση του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας). Ο ίδιος πρόφτασε, σε διάστημα τριάντα ετών, να συντάξει τους πρώτους 14 τόμους (1969-1997: α-παραθήκη).
Με τη γνώση ενός δρώντος υποκειμένου που έζησε ενεργά και παρεμβατικά έναν ολόκληρο αιώνα ελληνικής ιστορίας δήλωνε πρόσφατα με απαράμιλλο σθένος και νηφαλιότητα «αισιόδοξος. Θα βγούμε κάποτε απ’ την κρίση. Θαλερός, με μια πνευματική εγρήγορση που καθήλωνε, ο Εμμ. Κριαράς παρακολουθούσε μέχρι τέλους την επικαιρότητα την οποία σχολίαζε: «Τις τελευταίες δεκαετίες παρεκκλίναμε», διαπίστωνε σε μια από τις συνεντεύξεις του στην «Ε». « Πρέπει να ξαναμπούμε στο σωστό δρόμο. Ως κράτος, ως κοινωνία και ως άτομα πρέπει να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή. Ο Νεοέλληνας πρέπει να αλλάξει νοοτροπία σχετικά με το πώς αντιλαμβάνεται τις υποχρεώσεις του προς το κράτος και προς το σύνολο, αλλά κι απέναντι στο συνάνθρωπο. Ευχή μου είναι να διορθωθούν οι ελλείψεις και να συναισθανθούν το καθήκον τους και οι διοικούντες και οι διοικούμενοι. Θα βγούμε από την κρίση».
Παραδόξως, η παραίνεση που στην ίδια συνέντευξη έδινε, μοιάζει προφητική σε σχέση με την αναστάτωση που έχουν προκαλέσει οι ανασκαφές στην Αμφίπολη: « Ας παύσουμε να καμαρώνουμε για την καταγωγή μας και ας κοιτάξουμε τη νεοελληνική πραγματικότητα».
Κάνοντας απολογισμό της ζωής του, έχοντας ζήσει μεγάλες χαρές, δεκάδες διακρίσεις και τιμές –εντός και εκτός ελληνικών συνόρων-, συνόψιζε θαρρετά: «Ομολογώ ότι και τώρα αν ξεκινούσα θα ακολουθούσα τον ίδιο δρόμο».
Πώς αντιμετώπιζε το χρόνο; «Επιβιώνω. Οι σωματικές όμως δυνάμεις με έχουν εγκαταλείψει. Κάτι σώζεται ακόμα από το πνεύμα και την ψυχή. Κάτι προσφέρω και από το πλούσιο επιστολογραφικό μου αρχείο με τα σχετικά δημοσιεύματα». Μέχρι την τελευταία ώρα έγραφε, ταξινομούσε και αλληλογραφούσε με τα υπέροχα καλλιγραφικά του.
Ο Εμμανουήλ Κριαράς γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1906 στον Πειραιά, αλλά πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στη Μήλο και στην Κρήτη, από όπου θα αποφοιτήσει απ΄το Γυμνάσιο. Σπούδασε φιλολογία (Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1924-29), βυζαντινή φιλολογία, νεοελληνική φιλολογία και συγκριτική γραμματολογία (Πανεπιστήμιο Μονάχου, 1930 και Πανεπιστήμιο Παρισιού, 1938-39 και 1945-48). και ανακηρύχθηκε διδάκτορας το 1938. Νωρίτερα είχε διοριστεί επιστημονικός συνεργάτης του Μεσαιωνικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών (1930-39). Μεταγενέστερα θα γίνει και διευθυντής του Αρχείου (1939-50). Είναι η εποχή που διορίζεται τακτικός καθηγητής μεσαιωνικής ελληνικής φιλολογίας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης). Κοσμήτορας Φιλοσοφικής Σχολής αναλαμβάνει το 1954. Το 1968 οι δημοκρατικές πεποιθήσεις του θα οδηγήσουν στην απόλυσή του.
Καλλιέργησε τη μεσαιωνική και τη νεοελληνική φιλολογία και γλώσσα και αγωνίστηκε για την επικράτηση της δημοτικής. «Ο επιστήμονας πρέπει να είναι και ερευνητής και δάσκαλος, εκλαϊκευτής», επεσήμαινε. Όταν η κυβέρνηση Κων/νου Καραμανλή αποφάσισε την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας, ο Κριαράς μετείχε στην επιτροπή που ανέλαβε το έργο προσαρμογής της γλώσσας καθώς και τη σύνταξη των νόμων, αλλά και τη μεταγραφή των σημαντικότερων δικαστικών κωδίκων, στη δημοτική. Ο Εμμανουήλ Κριαράς ήταν επίσης ο πρόεδρος της 20μελούς επιτροπής που ανέλαβε και έφερε εις πέρας το έργο της μεταγραφής των δικαστικών κωδίκων και επίσης και πρόεδρος της επιτροπής που εισηγήθηκε το είδος του μονοτονικού που επρόκειτο να εφαρμοστεί το 1981-1982 από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου.
Έλαβε μέρος στην αντίσταση και κρατήθηκε στο Χαϊδάρι επί μήνες έως το Σεπτέμβριο του 1944. Έγραψε περίπου 60 βιβλία και δημοσίευσε πάνω από 1.000 άρθρα. Ξεχωρίζουν οι μονογραφίες του για τον Ψυχάρη, τον Σολωμό και τον Παλαμά και οι εκδόσεις των παλαιότερων κειμένων της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως η Πανώρια του Χορτάτση και τα Θεατρικά του Πέτρου Κατσαΐτη.
Το 2009, σε ηλικία 103 ετών, αποδέχθηκε την πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου, να καταλάβει τη 12η τιμητική θέση του υποψηφίου βουλευτή Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ.
Βραβεύτηκε με παράσημα, τίτλους, πανεπιστημιακές έδρες, ειδικά βραβεία, τιμητικές διακρίσεις, από την Ελλάδα, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία -Ταξιάρχης τάγματος τιμής, ιππότης της Λεγεώνας της τιμής (Γαλλία) και Commendatore in merito (Ιταλία). Στα διεθνή βραβεία για το Μεσαιωνικό Λεξικό του ξεχωρίζουν τα Herderpreis και της Association des etudes grecques). Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και εταίρος στις ακαδημίες της Ρώμης και του Παλέρμο.
Από το γάμο του, το 1936, με την Αικατερίνη Στριφτού, καθηγήτρια ψυχοτεχνικής στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας, δεν απέκτησε παιδιά. Παιδιά του ήταν οι εκατοντάδες φοιτητές του για τους οποίους αποτελεί πρότυπο διανοούμενου και δασκάλου.
(πηγή: Ελευθεροτυπία)