Του Γιάννη Α. Μυλόπουλου – Πρύτανη ΑΠΘ
Σε όλα τα κράτη του πολιτισμένου κόσμου τα Πανεπιστήμια για να λειτουργήσουν και να αποδώσουν χρειάζεται να τους εξασφαλιστούν τρεις αναγκαίες προϋποθέσεις: ακαδημαϊκή ελευθερία, κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό και ικανή χρηματοδότηση.
Η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι αναγκαία στα Πανεπιστήμια προκειμένου να ευνοηθεί η πνευματική δημιουργία και να παραχθεί υψηλής ποιότητας ακαδημαϊκό έργο, έξω από παρεμβάσεις συμφερόντων και μακριά από εξωτερικές πιέσεις και καταναγκασμούς. Πόση αξιοπιστία, αλήθεια, θα είχαν τα αποτελέσματα μιας έρευνας ή μιας γνωμοδότησης μιας επιστημονικής ομάδας, αν γνωρίζαμε ότι αυτή λειτουργεί κατά παραγγελίαν και καθ’ υπόδειξιν συγκεκριμένων κύκλων και συμφερόντων; Οσον αφορά το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ακαδημαϊκό, διοικητικό και υποστηρικτικό, αυτό είναι απαραίτητο για να εξυπηρετηθεί η υψηλού επιπέδου αποστολή των Πανεπιστημίων και να διεκπεραιωθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σύνθετο έργο τους. Οι ισχυρές χρηματοδοτήσεις, τέλος, είναι αναγκαίες καθώς η εκπαίδευση και η έρευνα είναι ιδιαίτερα δαπανηρές διαδικασίες, αφού καλούνται να υποστηριχθούν από εξειδικευμένες υποδομές και σύγχρονο εξοπλισμό προκειμένου να λειτουργήσουν ως πραγματική επένδυση για το μέλλον.
Πόσο σύμπτωση λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια όλες οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης είχαν στόχο την αποδυνάμωση ακριβώς αυτών των τριών αναγκαίων προϋποθέσεων για τη λειτουργία και την περαιτέρω ανάπτυξη των ελληνικών Πανεπιστημίων;
Ξεκινώντας από τη θεσμική παρέμβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, που υποστηρίχθηκε ένθερμα από τους δύο εταίρους της σημερινής συγκυβέρνησης, τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, τον γνωστό και ως νόμο Διαμαντοπούλου, ο οποίος με τον μανδύα του εκσυγχρονισμού και με την προβιά της μεταρρύθμισης ήρθε να περιορίσει έως και να περιστείλει την εσωτερική δημοκρατία και κατά συνέπεια και τις ακαδημαϊκές ελευθερίες στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Αντιγράφοντας άκριτα ένα μοντέλο ιδιωτικών Πανεπιστημίων που αναπτύχθηκε πέραν του Ατλαντικού, σε συνθήκες παντελώς ανόμοιες με τις ελληνικές και μεταφέροντας στην Ευρώπη των ακαδημαϊκών παραδόσεων και στην Ελλάδα των δημοκρατικών αγώνων ένα συγκεντρωτικό, αυταρχικό και εν πολλοίς αντιδημοκρατικό πρότυπο διοίκησης, στέρησε από την πανεπιστημιακή κοινότητα το δικαίωμα της συμμετοχής και αφαίρεσε από τα όργανα διοίκησης των Πανεπιστημίων την ισχυρή νομιμοποίηση που προσδίδει η άμεση και δημοκρατική εκλογή τους. Σύμφωνα με το νέο θεσμικό καθεστώς, οι πανεπιστημιακές αρχές δεν θα εκλέγονται πλέον με άμεση και δημοκρατική ψηφοφορία αλλά εμμέσως μέσω ενός συστήματος προεπιλογής που θα διενεργεί, χωρίς σαφώς προκαθορισμένα κριτήρια, το Συμβούλιο Ιδρύματος. Η ενίσχυση των εξουσιών του Συμβουλίου και η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του και πέραν του ελεγκτικού ρόλου που συνήθως αποδίδεται σε τέτοια συμβούλια σε Ευρώπη και Αμερική, ουσιαστικά καταργεί την αυτοδιοίκηση και περιορίζει τη δημοκρατία και τις ακαδημαϊκές ελευθερίες στα Πανεπιστήμια. Υπενθυμίζεται ότι το Συμβούλιο Ιδρύματος είναι ένα μερικά μόνον εκλεγμένο και μερικά διορισμένο όργανο στο οποίο συμμετέχουν και εξωπανεπιστημιακοί και το οποίο, αντίθετα με τον πρύτανη και τη σύγκλητο, δεν λογοδοτεί σε κανέναν.
Για να προχωρήσουμε στη συνέχεια στη δεύτερη σημαντική παρέμβαση της συγκυβέρνησης στα Πανεπιστήμια, αυτή της διαθεσιμότητας που στέρησε από τα ΑΕΙ αυτό ακριβώς που η πολιτεία όφειλε να τους εξασφαλίζει: προσωπικό έμπειρο και κατάλληλα εκπαιδευμένο. Με μια τυφλή και οριζόντια διαδικασία, χωρίς καμία τεκμηρίωση και χωρίς ίχνος αξιοκρατίας και κυρίως χωρίς τη συναίνεση των ίδιων των ιδρυμάτων, υποχρεώθηκε σε απομάκρυνση χρήσιμο διοικητικό και υποστηρικτικό προσωπικό καθιστώντας τα ελληνικά Πανεπιστήμια ουραγούς στις διεθνείς κατατάξεις από την άποψη της σχέσης φοιτητών και υποστηρικτικού προσωπικού. Η εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας, σε συνδυασμό με το πάγωμα των προσλήψεων ακόμη και σε αντικατάσταση του αποχωρούντος ακαδημαϊκού προσωπικού, αποψίλωσε τα Πανεπιστήμια από το ανθρώπινο δυναμικό τους και τα καταδίκασε σε υπολειτουργία.
Και τέλος η στοχευμένη και δραστική περικοπή της δημόσιας χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων, με πρόσχημα την πολιτική της λιτότητας, με τη μείωση να ξεπερνά το πρωτοφανές για ευρωπαϊκά δεδομένα επίπεδο του 70%, καθήλωσε τα ελληνικά Πανεπιστήμια προκαλώντας σε αυτά τεράστια προβλήματα λειτουργίας και εγείροντας σοβαρά ερωτήματα όσον αφορά τη βιωσιμότητά τους.
Το επιστέγασμα και των τριών αυτών παρεμβάσεων και η αποκάλυψη των πραγματικών προθέσεων των κυβερνήσεων Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ έρχεται σήμερα με την αναγνώριση των πτυχίων που διανέμουν τα λογής αδιαβάθμητα κολέγια τα οποία συνεργάζονται με ιδρύματα της Ευρώπης ή και εκτός αυτής ως ισοδύναμων από την άποψη των επαγγελματικών δικαιωμάτων με τα πτυχία των ελληνικών Πανεπιστημίων. Κι αυτό ανεξάρτητα τόσο από τα χρόνια σπουδών όσο και από την ποιότητα των ακαδημαϊκών προγραμμάτων που οδηγούν στα συγκεκριμένα πτυχία. Επιπλέον, διά στόματος πρωθυπουργού, επανέρχεται η απειλή της κατάργησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, προκειμένου να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτοφανή για πολιτισμένο κράτος κατάσταση: η κυβέρνηση της χώρας, υπεύθυνη για την προάσπιση της δημόσιας Παιδείας και για τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης σε αυτήν όλων των πολιτών, την υπονομεύει με κάθε τρόπο προκειμένου να δημιουργήσει τεχνητή ανάγκη λειτουργίας ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Η επιστροφή στο παρελθόν βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Ξαναγυρνάμε στην εποχή που η Παιδεία ήταν μόνο για τους λίγους…
(πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών)