Ένας απ τους δασκάλους που είχα την τύχη να έχω.
Κώστας Μπαλάσκας.
Στο 11ο Γυμνάσιο Θηλέων που συστεγαζόταν με το 2ο Θηλέων στο κτήριο του Μαράσλειου. Λαϊκό σχολείο, οι Αμπελοκηπιώτισσες πηγαίναμε εκεί, όχι οι Κολονακιώτισσες που πήγαιναν στο άλλο.
65 μαθήτριες στο τμήμα, μαύρη χούντα, το 1972-73. Β΄ Γυμνασίου. Ο καθηγητής μας στα Νέα Ελληνικά Κείμενα.
Έπαιρνε αυτά τα άθλια κείμενα που είχαν διαλέξει οι χουνταίοι και τα έκανε αριστουργήματα. Μας διάβαζε παράλληλα κείμενα, απαγορευμένα.
Ήπιος, γλυκός δάσκαλος, δεν φώναξε ποτέ μέσα στην τάξη, τον λατρεύαμε όλα τα παιδιά, μας έπαιζε κιθάρα στις εκδρομές.
Μια μέρα ήρθε να τον αξιολογήσει ο Επιθεωρητής. Απροειδοποίητα, επειδή ήταν αριστερός, τους δεξιούς τους ειδοποιούσαν απ’ την προηγούμενη και μας «διδάσκανε» από πριν ποιος θα απαντήσει σε ποια ερώτηση και τί θα πει «αυθόρμητα» ώστε να «αριστεύσει » στην αξιολόγηση ο καραδεξιός, ο βολεμένος.
Ήρθε στο διάλειμμα ο Δάσκαλος και μας είπε: «Θα έχουμε φιλοξενούμενο αυτή την ώρα. Μην φοβηθείτε, εμένα ήρθε να κρίνει, όχι εσάς τα παιδιά, αν είμαι καλός δάσκαλος» και έφυγε για να ξανάρθει με τον Επιθεωρητή.
Μέχρι να γυρίσει χτύπησε συναγερμός στην τάξη, 13-14 χρονών παιδιά καταλάβαμε, θέλανε να τον φάνε, το καταλάβατε και είπαμε να μην απαντήσουμε σε τίποτα απ΄τα κρυφά, απ΄αυτά που μας έλεγε εκτός βιβλίου, και το νοιώθαμε παιδιά πράγματα ότι ήταν απαγορευμένα αυτά, ελευθερία αναδίδανε άρα απαγορευμένα ήταν.
Μπήκε ο ξερακιανός Επιθεωρητής, ίδιος κοράκι, με ένα μαύρο κουστούμι, βλοσυρός, και έκατσε στην έδρα, όρθιος ο δάσκαλος.
Εμείς ετοιμοπόλεμες. Είχαμε κανονίσει σε χρόνο μηδέν ποιές θα απαντούσαν, να είμαστε πολλές, όχι μια δυο, για να φανεί ότι κάνει καλή δουλειά ο κος Μπαλάσκας, σφυρίξαμε οι καλές μαθήτριες τις απαντήσεις και στις άλλες.
Δεν θυμάμαι ποιό ποίημα είχαμε, δεν άφηνε κι ο ξερακιανός το δάσκαλο να επιλέξει ποιά παιδιά θα απαντούσαν αλλά ξίνιζε τη μούρη του κάθε φορά που μια μαθήτρια απαντούσε σωστά. Ο δάσκαλος, στεκόταν ορθός, ήρεμος φαινόταν, αλλά εγώ έβλεπα το γόνατό του να τρέμει νευρικά και κάθε λίγο να ισιώνει τα γυαλιά του.
Η διδακτική ώρα κράτησε έναν αιώνα. Ο Επιθεωρητής μας ξετίναξε, αλλά τον σκίσαμε, αναγκάστηκε να παραδεχτεί στο τέλος ότι είμαστε ένα «αρκετά καλό τμήμα». Θρίαμβος!
Την ώρα που έφευγαν στο διάλειμμα, γύρισε ο δάσκαλος, μας χαμογέλασε και μας έκλεισε το μάτι. Μόνο που δεν κλάψαμε απ΄την χαρά μας.
(Αυτή είναι η αξιολόγηση με πολιτικά κριτήρια / ο λατρευτός μας δάσκαλος έφυγε την επόμενη χρονιά για μεταπτυχιακά στη Γαλλία και επέστρεψε μετά την χούντα ως σύμβουλος στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Αυτός διάλεξε τα κείμενα που στολίζουν χρόνια τώρα τα βιβλία Λογοτεχνίας των σχολείων Δ/θμιας. Νιώθω περήφανη σαν να ανεβήκαμε εμείς οι 65 μαθήτριες κι ο δάσκαλος μαζί το δικό του δρόμο)
Αποφάσισα να αφηγηθώ την παραπάνω ανάμνηση μου τώρα που διώκεται μία δασκάλα επειδή έκανε τη δουλειά της, τώρα που έρχεται η «Αξιολόγηση», η απόλυση, η υποχρεωτική μετάθεση, τώρα που θα κλείσουν 2.000 σχολεία, τώρα που θα ξαναστιβαχτούν 35-50 μαθητές στην τάξη, τώρα που οι μισθοί δεν θα φτάνουν ούτε για το νοίκι.
…
Για να πάρουμε κουράγιο οι εκπαιδευτικοί την ανέβασα την ιστορία αυτή. Ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι αρκεί η δύναμη ενός Δάσκαλου και η αγάπη των μαθητών του..
Σοφία Λαμπίκη
(Αναδημοσίευση από Χιώτικη Σφίγγα –xiotikisfigga.blogspot.gr)