Γράφει ο Κώστας Κολιός – Δάσκαλος
Ανατρεπτική είναι η σκέψη του ανθρώπου που δεν αρκείται στο φαίνεσθαι, αλλά αναζητά μέσα από τη νεφελώδη καθημερινότητα το «ικρίωμα» του είναι του. Ίσως να οδηγηθούμε μέσα από τις δαιδαλώδεις διαδρομές του μυαλού μας σε συναισθηματικούς λαβυρίνθους, που θα παγώσουν για λίγο τα αντανακλαστικά μας. Όμως, δεν πρέπει να αφεθούμε στη δίνη της συναισθηματικής βόλεψής μας, γιατί βαθιά μέσα μας η ορχήστρα των σαλπιγκτών παιανίζει το «αντισταθείτε».
Η δίνη και η οδύνη της περιήγησης ξεκινά με τη νηνεμία που σκορπίζει η άνεση της επιτυχίας. Το καράβι μας, που νικά τα κύματα των συνεχών αντιξοοτήτων, στηρίζεται στο τυχαίο και η επιτυχία ταξιδεύει επί της τύχης. Αυτή τη λεπτομέρεια την ξεχνάμε και θεωρούμε την υλοποίηση των στόχων μας αποκλειστικό δημιούργημά μας. Οποία αλαζονεία!!! Και οποία ύβρις!!! Ταξιδεύουμε οδηγώντας το καράβι μας στο νησί των Σειρήνων. Μαγευόμαστε από το μεταλλικό ήχο των χρυσών χορδών τους και «πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις» προσφέρουμε τη συνείδησή μας στο πιάτο της καλλίπυγου Σαλώμης, έναντι χρυσού στέμματος. Ω, ναι!!! Τώρα ξεκινά η στέψη. Αυτοχριζόμαστε αυτοκράτορες και οι αυλικοί μας – οι βδέλλες που ρουφούν το αίμα μας – , μας χειροκροτούν και μας τοποθετούν στο θρόνο μας. Από δω αρχινά η ευτυχία της δυστυχίας μας. Εγκαταλείπουμε το μικρόκοσμό μας και, σαν τα σαλιγκάρια το απόβροχο, αφήνουμε τη γλοιώδη ουσία μας να σχεδιάζει το μέλλον του κόσμου. Απλώνουμε τα πλοκάμια μας και αρπάζουμε ό,τι λάμπει και προσφέρεται, για να στηρίξει την αυτοκρατορική μας κουστωδία. Στήνουμε κάτοπτρα και συλλέγουμε την ακτινοβολία του κόσμου που μας κολακεύει, μας θερμαίνει και μας ενεργοποιεί. Κωπηλατούμε προς το άγνωστο με την αυτοπεποίθηση του εξερευνητή και δεν αντιλαμβανόμαστε την καταιγίδα που πλησιάζει. Ταξιδεύουμε στον αυτοκρατορικό μας μύθο και με τις υλιστικές μας διόπτρες ατενίζουμε τον ουράνιο θόλο, που σύντομα θα τον εξουσιάσουμε.
Αλλά, οσονούπω, φτάνουμε στις Συμπληγάδες. Αρχίζει η δυστυχία της ευτυχίας. Μας αρπάζουν το στέμμα και το εκσφενδονίζουν τ’ αγριεμένα κύματα στην παραλία του Νάρκισσου, όπου κάποιος θαυμαστής του φαίνεσθαι θα το διεκδικήσει. Σκίζουν τον αυτοκρατορικό μας μανδύα και αποκαλύπτουν τη γύμνια μας -το είναι μας- σε όλο του το μεγαλείο, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των υπηκόων μας που, αγωνιούντες για τα χαμένα τους προνόμια, ωρύονται και ολολύζουν. Σπάζουν τα κάτοπτρα και το φως μιας πορσελάνινης λάμπας φωτίζει το δρόμο μας. Μας αφαιρούν βίαια τις χρυσοφόρες διόπτρες μας και επιτέλους βλέπουμε κοντά, δίπλα μας, χαμηλά, ταπεινά, ανθρώπινα. Διαπιστώνουμε με ενάργεια τις δυνατότητές μας και κατανοούμε τη μηδαμινότητα της ύπαρξής μας, την ασημαντότητα του σαρκίου μας. Δυο ρεύματα ορθώνονται έτοιμα να μας υποδεχτούν. Το ένα, μας υπόσχεται να μας προσγειώσει, να δημοσιοποιήσει στιγματίζοντας τη συγκυριακή αυτοκρατορική μας πορεία και να χαλιναγωγήσει την ακόρεστη υλιστική μας ύπαρξη. Το άλλο, μας καλεί σ’ ένα θάνατο αυτοχειρίας, που θα μειώσει τη λαίλαπα του μίσους και του ρεβανσισμού και θα αποσπάσει συχωροχάρτια και επιθανάτιους υστεροφημίας από τους χρυσοθήρες της ζούγκλας.
Επιλέξτε:
1. την ευτυχία της δυστυχίας του φαίνεσθαι
2. τη δυστυχία της ευτυχίας του είναι
–