Σύμφωνα με αμερικανική μελέτη
Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο. H συναισθηματική κατάσταση στην παιδική ηλικία ενδεχομένως να σχετίζεται με τα καρδιακά νοσήματα στην μέση ηλικία, ειδικά στις γυναίκες, αποφαίνεται αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of Epidemiology and Community Health.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η επιρρέπεια στο στρες σε ηλικία επτά ετών συσχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου μετέπειτα στην ενήλικη ζωή. Αντίθετα, τα παιδιά που διακρίνονταν από καλή προσοχή και συγκέντρωση είχαν μειωμένο καρδιακό κίνδυνο αργότερα.
Η Δρ Άλλισον Άπλετον και οι συνεργάτες της μελέτησαν 377 ενήλικες που είχαν πάρει μέρος σε έρευνα όταν ήταν παιδιά. Σε ηλικία επτά ετών είχαν υποβληθεί σε διάφορες εξετάσεις συναισθηματικής συμπεριφοράς. Τα στοιχεία αυτά συγκρίθηκαν με έναν δείκτη κινδύνου για εκδήλωση καρδιαγγειακών νοσημάτων, όταν πια οι συμμετέχοντες ήταν άνω των 40 ετών.
Αφού οι επιστήμονες μελέτησαν και άλλους παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου, διαπίστωσαν ότι τα αυξημένα επίπεδα άγχους στην παιδική ηλικία συσχετίζονταν με 31% αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακού νοσήματος στις μεσήλικες γυναίκες. Για τους άνδρες με υψηλά επίπεδα παιδικού άγχους (δηλαδή, ευθιξία και θυμός), ο κίνδυνος αυξανόταν κατά 17%. Γενικά πάντως για τα μεσήλικα άτομα που ήταν επιρρεπή στο άγχος ως παιδιά, οι πιθανότητες να υποστούν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο τα επόμενα δέκα χρόνια αυξάνοντας από 3,2% στο 4,2% για τις γυναίκες και από 7,3% σε 8,5% για τους άνδρες.
Οι επιστήμονες μελέτησαν και θετικούς συναισθηματικούς παράγοντες όπως ο καλός δείκτης προσοχής και διαπίστωσαν ότι σχετίζονταν και καλύτερη καρδιαγγειακή υγεία, αν και σε μικρότερο βαθμό. Πάντως και άλλες μελέτες έχουν συσχετίσει την κακή παιδική ηλικία με καρδιαγγειακά νοσήματα στην ενήλικη ζωή.
Η Δρ Άπλετον σημειώνει ότι ο συσχετισμός θα πρέπει να μελετηθεί σε βάθος ώστε να γίνει καλύτερα κατανοητός ο υποκείμενος βιολογικός μηχανισμός που αιτιολογεί τα ευρήματα. «Γνωρίζουμε ότι το διαρκές άγχος μπορεί να προκαλέσει απορύθμιση του μηχανισμού αντιμετώπισης του στρες και αυτό θα πρέπει να μελετηθεί καλύτερα», τονίζει.
(πηγή: health.in.gr)