Της Ε. Φουσέκη
Μεγάλο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών καρδιαγγειακών νοσημάτων σε ηλικία 30 – 50 ετών διατρέχουν τα παιδιά και οι έφηβοι με οικογενή υπερχοληστερολαιμία. Η πάθηση χαρακτηρίζεται από τους ειδικούς ως «ύπουλη», καθώς οι μικροί ασθενείς δεν εμφανίζουν ιδιαίτερα συμπτώματα ενδεικτικά ύπαρξης υψηλής χοληστερόλης στο αίμα τους και, για το λόγο αυτό, υποδιαγιγνώσκεται σε όλο τον κόσμο.
Η οικογενής υπερχοληστερολαιμία αποτελεί το συχνότερο κληρονομικό νόσημα στον ανθρώπινο οργανισμό διεθνώς (1:300 – 1:500 γεννήσεις). Οι πάσχοντες έχουν πολύ υψηλές τιμές χοληστερόλης που δεν οφείλονται στη διατροφή, αλλά σε παθολογικό γονίδιο. Τα παιδιά αυτά φέρουν το γονίδιο από την γέννηση και διατρέχουν 60 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο από το γενικό πληθυσμό να αναπτύξουν σοβαρές καρδιαγγειακές παθήσεις νωρίς στη μετέπειτα ζωή τους.
Στις Η.Π.Α. ένα στα πεντακόσια νεαρά άτομα πάσχει από τη νόσο, αλλά μόνο το 20% αυτών διαγιγνώσκεται πριν από την εμφάνιση κάποιου σοβαρού καρδιαγγειακού συμβάματος. Στην Ελλάδα γεννιούνται, κατά μέσο όρο, 300 παιδιά με οικογενή υπερχοληστερολαιμία σε ετήσια βάση, γεγονός που καθιστά την προσπάθεια έγκαιρης ανίχνευσης και θεραπευτικής αντιμετώπισης της κατάστασης από τη μικρή, παιδική ηλικία επιτακτικό καθήκον, τόσο των παιδιάτρων όσο και των παιδοκαρδιολόγων.
Στο πλαίσιο αυτό, η Μονάδα Μεταβολικών Νοσημάτων της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», έχοντας συγκεντρώσει την υψηλότερη βαθμολογία σε σχέση με τον αριθμό των υπερχοληστερολαιμικών παιδιών και την αποτελεσματικότητα της θεραπείας τους, κατέλαβε την πρώτη θέση στο σχετικό διεθνή διαγωνισμό για την ανάληψη της διοργάνωσης του 1ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Οικογενούς Υπερχοληστερολαιμίας σε Παιδιά και Εφήβους, ανάμεσα σε σαράντα άλλα ειδικά Κέντρα της Ευρώπης, των ΗΠΑ και του Καναδά. Το Συνέδριο, το οποίο τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, θα πραγματοποιηθεί στις 8 – 9 Ιουνίου στην Αθήνα.
Όπως ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου ο καθηγητής Παιδιατρικής και διευθυντής της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Γεώργιος Χρούσος, η ιδιαίτερα σημαντική αυτή επιστημονική διοργάνωση αποτελεί επιστημονική «πρωτιά» για τη χώρα μας, καθώς η μοναδικότητά της συνίσταται στην προσπάθεια έγκαιρης ανίχνευσης και αντιμετώπισης της Οικογενούς Κληρονομικής Υπερχοληστερολαιμίας από τη μικρή παιδική ηλικία, με σκοπό την πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων σε νέους ενήλικες.
Στους μηχανισμούς γένεσης της νόσου αναφέρθηκε η επίκουρη καθηγήτρια Παιδιατρικής, Ευρυδίκη Δρογκάρη – ειδική στα Νοσήματα Μεταβολισμού-, υπογραμμίζοντας ότι το παθολογικό γονίδιο της οικογενούς υπερχοληστερολαιμίας μεταβιβάζεται από τουλάχιστον ένα γονέα σε κάθε πάσχον παιδί. Ο κύριος τρόπος κληρονομικότητας είναι ο επικρατούντας, δηλαδή σε κάθε γενιά υπάρχει τουλάχιστον ένας ή περισσότεροι άνθρωποι φορείς του γονιδίου. Εξαιτίας αυτής της παθολογικής γενετικής κατάστασης, δεν παράγεται μια ειδική πρωτεΐνη η οποία ρυθμίζει την ημερήσια παραγωγή χοληστερόλης, με αποτέλεσμα την υπερπαραγωγή της από το ήπαρ.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η πιο σωστή ηλικία για την ανίχνευση της νόσου είναι μεταξύ 2-3 ετών σε όλα τα παιδιά και, ειδικότερα, σε αυτά που ανήκουν σε οικογένειες με παράγοντες υψηλού κινδύνου. Η έγκαιρη διάγνωση είναι ζωτικής σημασίας για τον πάσχοντα πληθυσμό, καθώς συμβάλλει στην ανίχνευση και άλλων μελών της οικογενείας που έχουν το παθολογικό γονίδιο και δεν το γνωρίζουν, και στη θεραπευτική παρέμβαση του παιδιού με ειδική διατροφή, άσκηση και, αν χρειαστεί, φαρμακευτική αγωγή μετά την ηλικία των 6 ετών.
Όπως τόνισε η κ. Δρογκάρη, η Μονάδα Μεταβολικών Νοσημάτων τα τελευταία 20 χρόνια καταβάλλει σοβαρή και συστηματική προσπάθεια ανίχνευσης και θεραπείας παιδιών και εφήβων με οικογενή υπερχοληστερολαιμία. Στη Μονάδα, η οποία συνεργάζεται με κορυφαία πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα διεθνώς, λειτουργούν ειδικό Ιατρείο για δυσλιπιδαιμίες στα παιδιά, καθώς και Εργαστήριο Μοριακής Διάγνωσης Οικογενούς Υπερχοληστερολαιμίας. Μέχρι σήμερα έχουν ανιχνευτεί περίπου 14.000 παιδιά και έφηβοι, σε σύνολο 2.814 οικογενειών, τα οποία ακολουθούν προληπτικά προγράμματα.
(πηγή: ΑΠΕ)