Ο Τοτός γυρίζει από το σχολείο και λέει στη γιαγιά του:
-Γιαγιά, σήμερα έφαγα ένα φλάς στο σχολείο, πού να σου λέω!…
Η γιαγιά εξαγριωμένη:
-Όλο κάτι τέτοιες αηδίες πας και τρως και μετά γυρίζεις σπίτι και δεν θέλεις να φας τίποτα!
Η μαμά-κουνούπι συμβουλεύει το παιδί της:
-Παιδί μου, μην πηγαίνεις ποτέ κοντά στους ανθρώπους. Όλοι θέλουν να μας κάνουν κακό.
-Τι λες ρε μάννα; Αφού όποτε περνάω από μπροστά τους αυτοί με χειροκροτάνε!
Πάει ο Τοτός στο ζαχαροπλαστείο και ρωτάει τον ζαχαροπλάστη αν έχει παγωτό βατόμουρο. Ο ζαχαροπλάστης του απαντάει πως δεν έχει αυτή τη γεύση. Και τις επόμενες μέρες, καθημερινά ό Τοτός πήγαινε στο ίδιο ζαχαροπλαστείο ρωτώντας να μάθει εάν έχουν παγωτό βατόμουρο.
Κάποια μέρα ο ζαχαροπλάστης από την επιμονή του πελάτη για την γεύση που δεν είχε πήγε και την προμηθεύτηκε για να μην τον δυσαρεστήσει.
Εμφανίζεται πάλι το επόμενο πρωϊ ο Τοτός: Έχετε παγωτό βατόμουρο;
Ο ζαχαροπλάστης: Βεβαίως μικρέ μου!
Και ο Τοτός: Είδες τι αηδία γεύση είναι;
Γίνεται ένας αγώνας ποδοσφαίρου μεταξύ μυρμηγκιών και ελεφάντων. Το σκορ ακόμα είναι 0 – 0. Ο καλύτερος μηρμηγκοπαίχτης κάνει μια φοβερή επέλαση. Περνάει έναν, περνάει δύο, περνάει όλους τους ελέφαντες. Φτάνει μπροστά στο τέρμα και τότε πετάγεται ο τερματοφύλακας ελέφαντας, κάνει ένα μλπονζόν και πέφτει πάνω στο μυρμήγκι τσαλαπατώντας το.
Τότε τρέχει ο αρχηγός των μυρμηγκιών και φωνάζει: Ώπα, μάγκες! Δηλαδή τώρα τι θέλετε; Να παίξουμε κι εμείς έτσι;
Μια χελώνα περπατούσε αμέριμνη σ’ ένα σοκάκι. Ξαφνικά, βλέπει από ένα διπλανό θάμνο να πετάγονται τρία σαλιγκάρια με πολύ απειλητικές διαθέσεις… Ανάστατη η χελώνα επιταχύνει το βήμα της, ενώ τα σαλιγκάρια την παίρνουν στο κατόπι. Η χελώνα προχωρά σταθερά για να ξεφύγει, αλλά μετά από μια ώρα τα σαλιγκάρια αρχίζουν να την πλησιάζουν. Ένα από αυτά της κλείνει το δρόμο, ένα άλλο την αρχίζει στις ανάστροφες και το τρίτο της βουτάει το πορτοφόλι. Στη συνέχεια φεύγουν και την επόμενη ώρα εξαφανίζονται, ενώ η χελώνα σοκαρισμένη κατευθύνεται προς το αστυνομικό τμήμα για να καταγγείλει…
Το απόγευμα φτάνει και φανερά τρομοκρατημένη, βρίσκει τον αξιωματικό υπηρεσίας:
Χελώνα: Θέλω να καταγγείλω ένα ξυλοδαρμό και μια κλοπή!
Αξιωματικός υπηρεσίας: Ηρεμήστε και πείτε μου ψύχραιμα από την αρχή τι συνέβη
Χελώνα: Αχ, τι να σας πω κύριε αστυνόμε μου; Όλα έγιναν τόσο γρήγορα!!!
Ο Τοτός πάει στο φαρμακείο και λέει στον φαρμακοποιό:
-Μπορείτε να μου δώσετε, σας παρακαλώ, ένα κουτί με ακετυλοσαλυκιλικό όξύ;
Ο φαρμακοποιός:
-Δηλαδή, θέλετε να πείτε ένα κουτί ασπιρίνες;
Και ο Τοτός:
-Ακριβώς, αλλά είναι τόσο δύσκολη λέξη που δε μπορώ να την προφέρω!
Ένα κοπάδι νυχτερίδες κοιμάται σε ένα δέντρο κατά τον γνωστό τρόπο, δηλαδή ανάποδα.
Ξαφνικά η μία νυχτερίδα γυρίζει καιστέκεται όρθια πάνω στο κλαδί.
Ανήσυχη μια άλλη που βλέπει το σκηνικό, σκουντάει τηδιπλανή της και με αγωνία της λέει:
-Ρε Μήτσο, ξύπνα ρε συ, ο Θανάσης λιποθύμησε!!!
– Τι κάνει ένας τσιγκούνης αν πάρει φωτιά το σπίτι του;
– Αναπάντητη στην πυροσβεστική.
O πατέρας ρωτάει τη Μαίρη:
-Μαίρη μήπως είδες τον παπαγάλο; Γιατί δεν είναι στο κλουβί του.
Και η Μαίρη απαντά:
-Όχι, αλλά πριν από λίγο άκουσα τη γάτα να μιλάει…
ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας περπατούν στον δρόμο. Ξαφνικά ο Γιωρίκας βλέπει μια μπανανόφλουδα στα είκοσι μέτρακαιαγανακτισμένος γυρνάει και λέει στον Κωστίκα:
-Φτου γαμώτο! Πάλι θα ξαναγλυστρίσω!
Μια φορά ήταν ένας ανθρωποφάγος και έψαχνε ένα Μανώλη.
Όποιον έβλεπε τον ρωτούσε: Μήπως σε λένε Μανώλη;
Αν έλεγε «όχι» τον έτρωγε.
Στο τέλος βρίσκει ένα άνθρωπο και του λέει: Είσαι ο Μανώλης;
-Ναι εγώ είμαι!
-Έλα, ρε Μανώλη κι έφαγα τόσο κόσμο για να σε βρώ!
Η δασκάλα:
-Αννούλα, τι καλή πράξη έκανες αυτές τις μέρες;
-Βοήθησα μια γατούλα να κατέβει από ένα δέντρο που δεν μπορούσε.
-Μπράβο Αννούλα! Εσύ Κωστάκη;
-Εγώ κυρία βοήθησα μια γιαγιά να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο.
-Μπράβο Κωστάκη! Εσύ Γιωργάκη;
-Εγώ κυρία βοήθησα τον Κωστάκη να περάσει τη γιαγιά στο απέναντι πεζοδρόμιο.
-Μπράβο Γιωργάκη! Εσύ Παναγιώτη;
-Εγώ κυρία βοήθησα τον Κωστάκη και τον Γιωργάκη να περάσουν τη γιαγιά στο απέναντι πεζοδρόμιο.
-Μα καλά βρε παιδιά, τρία άτομα για να περάσουν μια γριούλα στο απέναντι πεζοδρόμιο;
-Αφού δεν ήθελε να περάσει, κυρία!
Ένας ινδιάνος πάει στο ληξιαρχείο γιατί θέλει να αλλάξει το όνομά του. Τον ρωτάει λοιπόν ο υπάλληλος:
Υπάλληλος: Γιατί θέλεις ν’ αλλάξεις το όνομά σου;
Ινδιάνος: Γιατί είναι πολύ μεγάλο
Υπάλληλος: Πώς σε λένε;
Ινδιάνος: Βράχος που κατρακυλάει στη βουνοπλαγιά και πέφτει μέσ’ το νερό
Υπάλληλος: Και πώς θέλεις να λέγεσαι τώρα;
Ινδιάνος: Πλατς!