Ο μύθος της Περσεφόνης

   Η Περσεφόνη ήταν κόρη της θεάς Δήμητρας και του Δία. Σαν κόρη της Δήμητρας, θεάς της γεωργίας, ήταν και η ίδια θεά της βλάστησης. Σύμφωνα με το μύθο, η Περσεφόνη  συνήθιζε να παίζει με τις φίλες της, τις Ωκεανίδες Νύμφες, σε μια καταπράσινη περιοχή, το Νύσσιον Πεδίο. Εκεί την είδε ο Πλούτωνας, ο θεός του Άδη,  και την ερωτεύτηκε παράφορα για την ομορφιά της. Σε συνεννόηση με τον Δια άρπαξε την Περσεφόνη και, πάνω στο χρυσό του άρμα, την οδήγησε στον Κάτω Κόσμο και την έκανε γυναίκα του.

Η Δήμητρα μάταια έψαχνε να βρει την κόρη της, ώσπου κάποια μέρα μίλησε με τον βασιλιά  Ήλιο ο οποίος της εξήγησε τι είχε συμβεί. Τότε εκείνη, έχοντας θυμώσει παρά πολύ με τον Δια που επέτρεψε την αρπαγή της κόρης τους, αντί να γυρίσει στον Όλυμπο  μεταμορφώθηκε σε γριά και άρχισε να περιπλανιέται στις πόλεις. Έτσι, ψάχνοντας για την Περσεφόνη, έφτασε στην Ελευσίνα και ζήτησε από τους Ελευσίνιους να της κτίσουν έναν ναό κοντά στην ακρόπολη της πόλης τους. Αποσύρθηκε λοιπόν στο ναό θρηνώντας την κόρη της και έκοψε κάθε επαφή με τον έξω κόσμο. Ο θρήνος της ήταν τόσο μεγάλος που η γη έπαψε να βλασταίνει και η ξηρασία μάστιζε τους ανθρώπους.

Ο Δίας, βλέποντας την καταστροφή, έστειλε τον Ερμή στον Άδη για να ζητήσει  την άνοδο της Περσεφόνης στον κόσμο, ώστε να ηρεμήσει η Δήμητρα. Ο θεός του Κάτω Κόσμου, που ήταν πονηρός και ερωτευμένος με τη Περσεφόνη, δέχτηκε να την αφήσει αλλά πριν την αποχαιρετήσει της έδωσε να φάει σπόρους από ρόδι. Οι σπόροι αυτοί ήταν μαγικοί, με αποτέλεσμα η Περσεφόνη να δεθεί άρρηκτα με τον Πλούτωνα.

Η Περσεφόνη συνάντησε τη μητέρα της στην Ελευσίνα. Αμέσως μόλις η Δήμητρα συνάντησε την κόρη της, αντιλήφθηκε ότι είχε φάει το μαγικό καρπό και κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε  να την κρατήσει κοντά της για πάντα. Τη λύση έδωσε η Ρέα, η μητέρα του Δία., η οποία μεσολάβησε και κατόρθωσε να συμβιβάσει τη Δήμητρα και τον Πλούτωνα. Αποφάσισαν τότε ότι η Περσεφόνη θα περνούσε το 1/3 του χρόνου με το σύζυγο στον Κάτω Κόσμο και τα 2/3 στον Όλυμπο με τη μητέρα της.

Μετά από αυτό, η Δήμητρα αποφάσισε να γυρίσει στον Όλυμπο. Μόλις βγήκε από το ναό που είχε κλειστεί, η γη άνθισε και τα δέντρα ξανάβγαλαν καρπούς.

Όταν λοιπόν η Περσεφόνη βρίσκεται στη γη η φύση χαίρεται, τα δέντρα ανθίζουν, τα φύλλα ξαναβγαίνουν …Όταν όμως έρθει ο καιρός να γυρίσει στον Άδη, η φύση θρηνεί και τα δέντρα μένουν γυμνά, χωρίς φύλλα και καρπούς.

Έτσι έγιναν οι τέσσερις εποχές του χρόνου: όταν η Περσεφόνη ζει στη γη με τη μητέρα της έχουμε την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο ενώ όταν φεύγει στον Άδη έρχεται ο χειμώνας.

Share
Κατηγορίες: Uncategorized, Μυθολογία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ο μύθος της Περσεφόνης

Το κουτί της Πανδώρας

  Ο μύθος της Πανδώρας, όχι τόσο ως μητέρας όλων των γυναικών, αλλά ως αιτίας όλων των παθών, λόγω της περιέργειάς της, έχει κάνει το γύρο του κόσμου. Είναι η αντίστοιχη μορφή της βιβλικής Εύας.

Συγκεκριμένα, από ανοησία, περιέργεια ή σκοπιμότητα, η Πανδώρα σύμφωνα με το μύθο αποδέσμευσε και σκόρπισε στην ανθρωπότητα όλα τα δεινά και τις ασθένειες που ήταν κρυμμένες σε ένα πιθάρι -το οποίο κατά λάθος καθιερώθηκε να αναφέρεται ως κουτί. Η Πανδώρα είναι μια μορφή της ελληνικής μυθολογίας και μάλιστα όπως ισχυρίζεται ο Ησίοδος -ο δεύτερος σε σπουδαιότητα αρχαίος ποιητής μετά τον Όμηρο- στο έργο του «Θεογονία» και το  «Έργα και Ημέραι», η αιτία πολλών δεινών.

 Ο Ήφαιστος, ο θεός της φωτιάς έφτιαξε στο εργαστήρι του από χώμα την πρώτη γυναίκα, την Πανδώρα. Αρχικά ήταν ένα άγαλμα. Κατά μια εκδοχή ο Ήφαιστος έφτιαξε το άγαλμα της Πανδώρας κατά παραγγελία του Δία. Ήταν όμως τόσο όμορφη η αγαλμάτινη μορφή, ώστε ο Δίας αποφάσισε να της δώσει ζωή.  Η Αθηνά την έντυσε και τη στόλισε με κοσμήματα και της έβαλε ένα θαυμαστό πέπλο και στεφάνι στο κεφάλι καθώς και ένα στέμμα χρυσό, ενώ και όλοι οι υπόλοιποι θεοί της έκαναν από ένα δώρο: άλλος την ομορφιά, άλλος την εξυπνάδα, άλλος την επιδεξιότητα, άλλος την πειθώ και γενικά όλα τα χαρίσματα και τις ικανότητες, μαζί με μια επικίνδυνη γοητεία. Η Αθηνά της έμαθε να υφαίνει και η Αφροδίτη την έκανε ποθητή, ενώ ο Δίας, όπως αναφέρει ο Ησίοδος, έβαλε τον Ερμή να της δώσει ξεδιάντροπο μυαλό και πανούργα φύση και να της διδάξει τα ψέματα. Της δόθηκαν σαν δώρα επίσης τα χαρίσματα της Πειθούς και των Χαρίτων και ο Ερμής της έδωσε και ομιλία (παν+δώρα: που έχει όλα τα δώρα).

Όπως περιγράφει ο Ησίοδος ήταν χάρμα οφθαλμών και έλαμπε με μεγάλη ομορφιά που την θαύμασαν ακόμα και οι θεοί και που δεν μπορούσε να της αντισταθεί κανένας θνητός, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχαν γυναίκες παρά μόνον άνδρες. «Από αυτήν» γράφει ο Ησίοδος, «κατάγονται όλες οι γυναίκες και το θηλυκό γένος. Από αυτήν προήλθε το καταστροφικό γένος των γυναικών που ζει μεταξύ των θνητών ανδρών για να τους βασανίζει, σύντροφος μόνο στα πλούτη και ποτέ στη μισητή φτώχεια. Ο Δίας έπλασε τις γυναίκες για να βλάψει τον θνητό άνδρα. Για τον Ησίοδο η Πανδώρα ήταν το χειρότερο δώρο που μπορούσαν να κάνουν οι θεοί στον άνθρωπο’’.

Ο Δίας ήταν ενοχλημένος από την πράξη του Προμηθέα, γιού του Ιαπετού, να κλέψει τη φωτιά από τους θεούς και να τη μεταφέρει στους ανθρώπους. Οι ιδιότητες της φωτιάς είχαν θεϊκή δύναμη και οι άνθρωποι έπρεπε να πληρώσουν ακριβά για την απόκτησή της. Έτσι, ο οργισμένος Δίας στέλνει στον Προμηθέα την Πανδώρα για σύζυγο. Ο Προμηθέας, καχύποπτος, αρνείται να τη δεχτεί και συνιστά και στον αδελφό του Επιμηθέα «να μη δεχτεί ποτέ δώρο από τον Ολύμπιο Δία και να το στείλει πίσω, επειδή μπορεί να αποδεικνυόταν βλαβερό για τους ανθρώπους». Ωστόσο ο Επιμηθέας δέχεται για γυναίκα του την Πανδώρα η οποία φέρνει μαζί της ένα μυστηριώδες πιθάρι (που έμεινε στην ιστορία γνωστό ως κουτί), δώρο του Δία για το γάμο τους. H περίεργη Πανδώρα, ή σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή ο Επιμηθέας, έβγαλε το μεγάλο πώμα από το πιθάρι και σκόρπισε όλα τα δεινά που περιείχε, τις αρρώστιες και τις πίκρες, όλες τις συμφορές και τις δυστυχίες των ανθρώπων, που εξαπλώνονται με τον τρόπο αυτό στον κόσμο. Μόνο η Ελπίδα έμεινε τελευταία στο άθραυστο μεγάλο πιθάρι «γιατί την κράτησε εκεί το πώμα με τη θέληση του Δία». Η Ελπίδα που απέμεινε τελευταία, ήταν το μήνυμα της παρηγοριάς για την ανθρωπότητα. Από αυτό τον μύθο είναι γνωστή μέχρι σήμερα η φράση «Κουτί της Πανδώρας»: λέγεται ότι κάποιος «άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας» όταν κάνει μια πράξη που μπορεί να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες.

 

Share
Κατηγορίες: Μυθολογία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Το κουτί της Πανδώρας

ΟΡΦΕΑΣ και ΕΥΡΙΔΙΚΗ

Ο Ορφέας γεννήθηκε σε μια σπηλιά στην περιοχή της Θράκης περίπου τον 6ο αιώνα π.Χ. Ήταν γιος της Κλειώς και του Ιάγρου, βασιλιά της Θράκης. Ο ίδιος ο θεός Απόλλωνας του δίδαξε τη μουσική και του χάρισε τη λύρα που μ’ αυτήν μπορούσε να μαγεύει τα πάντα με τους μαγικούς ρυθμούς που έπαιζε. Ο Ορφέας πέρα από καταπληκτικός μουσικός υπήρξε και εξαίρετος τραγουδιστής. λένε ότι και τα αγρίμια ακόμη του δάσους μαζεύονταν γύρω του για να τον ακούσουν. Ακόμα και τα δένδρα και τα βράχια κουνιόνταν σαν να χόρευαν στη μουσική του.

Πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία με τον Ιάσονα. Με τη μουσική της λύρας του κοίμισε το δράκο που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας και έτσι μπόρεσε να το κλέψει ο Ιάσονας. Στον δρόμο της επιστροφής γλύτωσε τους Αργοναύτες από τις Σειρήνες και την παγίδα τους παίζοντας τόσο δυνατά και αρμονικά που ξεπέρασε σε ομορφιά, δύναμη και μαγεία το τραγούδι των Σειρήνων.

Μετά την Αργοναυτική εκστρατεία, ο Ορφέας επέστρεψε στη Θράκη και συνέχισε να τριγυρνά μέσα στο δάσος, παίζοντας τη λύρα του και τραγουδώντας. Εκεί κάποτε συναντήθηκε με τη νύμφη Ευρυδίκη την οποία αγάπησε και πήρε για γυναίκα του. Η ευτυχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ. Ένα φίδι δάγκωσε την Ευρυδίκη που πέθανε αφήνοντας στον Ορφέα τεράστια θλίψη. Λένε ότι όταν ο Ορφέας τραγουδούσε τον πόνο του ακόμα και οι πέτρες ράγιζαν. Τίποτα πια δεν τον παρηγορούσε. Και έτσι αποφάσισε να κατέβει στον Άδη, στο βασίλειο του Πλούτωνα, να ξαναβρεί την Ευρυδίκη και είτε να τη φέρει πίσω στον κόσμο, είτε να μείνει για πάντα μαζί της.

Με τη βοήθεια του θεού Ερμή κατέβηκε στο σκοτεινό βασίλειο του Άδη και με τη μαγική μουσική της λύρας του αποκοίμισε  τον φοβερό Κέρβερο, τον φύλακα του Άδη που είχε τη μορφή σκύλου με τρία κεφάλια. Μπροστά στη θλίψη αλλά και στα παρακάλια του Ορφέα, ο Πλούτωνας λύγισε και δέχτηκε να αφήσει την Ευρυδίκη να φύγει. Έθεσε όμως στον Ορφέα έναν όρο: Στον δρόμο της επιστροφής για τον επάνω κόσμο, μπροστά θα πηγαίνει αυτός και πίσω του θα ακολουθεί η Ευρυδίκη με τον Ερμή. Μέχρι να φθάσουνε στον προορισμό τους ο Ορφέας δεν έπρεπε ούτε μια φορά να γυρίσει να δει την Ευρυδίκη, αλλιώς αυτή θα χανόταν για πάντα!

Ο Ορφέας δέχτηκε με χαρά τον όρο του Πλούτωνα και με τη συνοδεία του Ερμή ξεκίνησαν να επιστρέψουν στην γη. Φθάνοντας όμως κοντά στην έξοδο, ο Ορφέας έχασε την υπομονή του, παρασύρθηκε από την αγάπη του και τη λαχτάρα του να ξαναδεί την Ευρυδίκη και γύρισε να την κοιτάξει…

Στη στιγμή, εκείνη χάθηκε, επιστρέφοντας στο σκοτεινό παλάτι του Άδη, και ο Ορφέας έμεινε ξανά μόνος του… για πάντα!

Άδικα έκλαψε και θρήνησε για την ανοησία του ο Ορφέας. Η Ευρυδίκη είχε χαθεί για πάντα. Προσπαθώντας να ξεπεράσει τον πόνο του άρχισε να τριγυρίζει πάλι στα δάση με τη λύρα του και να τραγουδά για τον χαμό της αγαπημένης του Ευρυδίκης.

Σύμφωνα με τον μύθο, ο θάνατος του Ορφέα ήταν τόσο τραγικός όσο τραγική ήταν και η ζωή του!

Λέγεται ότι οι Μαινάδες θύμωσαν μαζί του γιατί τις περιφρονούσε και τις αγνοούσε όταν τις συναντούσε στο δάσος. Κάποια μέρα λοιπόν που τον συνάντησαν στο δάσος, έξαλλες και μανιασμένες, έπεσαν πάνω του και τον κομμάτιασαν, τα κομμάτια του κορμιού του και τη λύρα του τα πέταξαν στον ποταμό Έβρο. Ο ποταμός έβγαλε τα λείψανά του στη θάλασσα και αυτή με τα κύματά της τα ξέβρασε στις ακτές της Λήμνου. Εκεί τα περιμάζεψαν οι μούσες και τα έθαψαν στο νησί με ευλάβεια. Τη λύρα του την κράτησαν οι κάτοικοι σαν κειμήλιο και αργότερα οι θεοί την πήραν και την έβαλαν ανάμεσα στους άλλους αστερισμούς του ουρανού για να θυμίζει τον Ορφέα.

 

 

Share
Κατηγορίες: Μυθολογία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΟΡΦΕΑΣ και ΕΥΡΙΔΙΚΗ

Ο ΘΗΣΕΑΣ

Ο Θησέας ήταν γιος του βασιλιά της Αθήνας Αιγέα και της Αίθρας. Η Αθήνα την εποχή εκείνη, ηττημένη από τον βασιλιά της Κρήτης Μίνωα μετά από ένα μακροχρόνιο πόλεμο αναγκάστηκε να υπογράψει συνθήκη με πολύ βαριά ανταλλάγματα: Ο Μίνωας ζήτησε ως φόρο αίματος μετά την ήττα των Αθηναίων να στέλνονται κάθε χρόνο επτά νέες κοπέλες και επτά νέοι που θα ρίχνονταν βορά στον Μινώταυρο, ένα τέρας με ανθρώπινο σώμα και κεφάλι ταύρου.

Όταν ήρθε η τρίτη φορά για την πληρωμή της συνθήκης ο Θησέας αποφάσισε να απαλλάξει την πατρίδα του από τον αιματηρό αυτό φόρο και ζήτησε από τον πατέρα του τον Αιγέα να του επιτρέψει να πάρει τη θέση ενός νέου, με σκοπό να σκοτώσει τον Μινώταυρο και να απελευθερώσει την Αθήνα από τον δυσβάστακτο αυτό φόρο. Ο Αιγέας μετά από πολλή σκέψη έδωσε την συγκατάθεσή του, λέγοντας στον γιο του, ότι αν η αποστολή πετύχει όταν πλησιάζει στην Αθήνα, να αλλάξει τα μαύρα πανιά του πλοίου του με άσπρα.

Ο Θησέας έφτασε στην Κρήτη μαζί με τους μελλοθάνατους νέους και νέες που προορίζονταν για τη θυσία. Εκεί συνάντησε την κόρη του Μίνωα και της Πασιφάης, την Αριάδνη, η οποία ερωτεύεται το νεαρό και όμορφο βασιλόπουλο από την Αθήνα. Η Αριάδνη προσφέρεται να τον βοηθήσει στο δύσκολο έργο του, με την προοπτική φεύγοντας από την Κρήτη να την πάρει μαζί του και να την κάνει γυναίκα του. Ο Θησέας, βέβαια, δεν έπρεπε μόνο να σκοτώσει τον Μινώταυρο, αλλά και να βγει από τον Λαβύρινθο. Ποιος άλλος μπορούσε να δώσει τη λύση σ’ αυτόν το γρίφο εκτός από τον κατασκευαστή του;

Η Αριάδνη κατέφυγε στον Δαίδαλο που είχε φτιάξει τον Λαβύρινθο και αυτός της συνέστησε ένα έξυπνο κόλπο. Όποιος έμπαινε στον Λαβύρινθο έπρεπε να πάρει μαζί του ένα κουβάρι κλωστή. Δένοντας τη μια άκρη της κλωστής στην άκρη του Λαβύρινθου θα προχωρούσε στο βάθος ξετυλίγοντας το νήμα. Έτσι η επιστροφή θα γινόταν εύκολη. Τυλίγοντας το νήμα και ακολουθώντας την πορεία του θα εύρισκε την έξοδο του Λαβύρινθου. Ο Θησέας μπαίνοντας στον πολύπλοκο Λαβύρινθο ακολούθησε τη συμβουλή του Δαίδαλου. Μάλιστα λέγεται ότι η ίδια η Αριάδνη καθόταν στην άκρη του Λαβύρινθου βαστώντας το σωτήριο νήμα. Έτσι έμεινε παροιμιώδης ο «μίτος της Αριάδνης».

Ο Θησέας μέσα στο Λαβύρινθο συνάντησε το τέρας, πάλεψε μαζί του και με το σπαθί του έκοψε το λαιμό και το πρόσφερε ως θυσία στον Ποσειδώνα. Ο Θησέας έφυγε από την Κρήτη παίρνοντας μαζί του την Αριάδνη, αφήνοντας πίσω τον Δαίδαλο με το γιο του Ίκαρο, να αντιμετωπίσει την οργή του Μίνωα που τον κράτησε δέσμιο και δεν του επέτρεπε να εγκαταλείψει την Κρήτη.

Ο μεγαλύτερος άθλος του Θησέα, όμως, τελείωσε τραγικά. Κατά την επιστροφή του στην Αθήνα ξέχασε ν’ αλλάξει τα μαύρα πανιά του καραβιού του. Στη θέα τους ο Αιγέας, που περίμενε με αγωνία στα βράχια του Σουνίου, πιστεύοντας ότι ο γιος του έγινε τροφή του Μινώταυρου, έπεσε απελπισμένος στη θάλασσα. Από τότε η θάλασσα αυτή ονομάστηκε «Αιγαίο πέλαγος».

Ο Θησέας διαδέχτηκε τον πατέρα του στο θρόνο και ένωσε όλους τους δήμους της Αττικής σε μια πόλη, την Αθήνα. Καθιέρωσε τη γιορτή των Παναθηναίων, προσάρτησε τα Μέγαρα στο βασίλειό του και ίδρυσε το πρυτανείο και τη βουλή. Πέθανε δολοφονημένος στη Σκύρο από τον φίλο του Λυκομήδη, ο οποίος τον έριξε από έναν απόκρημνο βράχο.

Share
Κατηγορίες: Μυθολογία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ο ΘΗΣΕΑΣ

Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

Στην Ελληνική Μυθολογία μαθαίνουμε πως η Τιτανομαχία ήταν ο πόλεμος που έκαναν οι Τιτάνες, μια ομάδα θεών με αρχηγό τον Κρόνο εναντίον των Ολύμπιων θεών που αρχηγό είχε τον Δια που ήταν γιος του Κρόνου. Ο πόλεμος αυτός κράτησε 10 χρόνια. Οι Τιτάνες και οι σύμμαχοί τους νικήθηκαν και φυλακίστηκαν στα Τάρταρα.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος για την εξουσία, ανάμεσα στους Ολύμπιους θεούς και τους Τιτάνες, ο Προμηθέας, αν και ο ίδιος ο Τιτάνας, τάχθηκε με το μέρος των θεών του Ολύμπου. Με το τέλος του πολέμου και την επικράτηση των Ολύμπιων θεών, συγκρούστηκε με τον Δία, όταν έμαθε ότι ο θεός σκόπευε να αφανίσει το γένος των ανθρώπων με κατακλυσμό.

Ο Προμηθέας με την βοήθεια της θεάς Αθηνάς δημιούργησε τον πρώτο άνθρωπο από φωτιά και πηλό και του έδωσε μορφή ίδια με αυτή των θεών. Ενδιαφέρονταν πολύ για το δημιούργημά του και γι’ αυτό είχε πολλές φορές παρακούσει τις εντολές του Δία και άλλες τόσες τον είχε ξεγελάσει για όφελος του ανθρώπου.

Έτσι, μια φορά κατά τη διάρκεια μιας επίσημης θυσίας, ο Προμηθέας χώρισε ένα βόδι στα δύο.

Στο πρώτο μισό έβαλε το δέρμα την σάρκα και τα εντόσθια σκεπασμένα με την κοιλιά του ζώο και στο άλλο μισό έβαλε τα κόκαλα, από τα οποία είχε αφαιρέσει το κρέας και τα είχε σκεπάσει με το λευκό λίπος. Ζήτησε από τον Δία να διαλέξει το μερίδιο που θα αντιστοιχούσε στους θεούς και εκείνο που θα αντιστοιχούσε στους ανθρώπους. Ο Δίας διάλεξε το κομμάτι με το λίπος και όταν διαπίστωσε ότι αυτό το αποτελούσαν μόνο κόκαλα θύμωσε με τον Προμηθέα και με τους ανθρώπους και αποφάσισε να μην τους ξαναστείλει ποτέ πια τη φωτιά.

Ο Προμηθέας για να τους βοηθήσει, έκλεψε τη φωτιά από το εργαστήρι του Ηφαίστου και την έδωσε κρυφά στους ανθρώπους, οι οποίοι με αυτό τον τρόπο βελτίωσαν την ζωή τους, έφτιαξαν εργαλεία και καλλιέργησαν τη γη. Ο Προμηθέας επίσης τους έμαθε τις Επιστήμες και τα Γράμματα που έκλεψε από τη θεά Αθηνά. Τους βοήθησε να αποκτήσουν ιατρικές γνώσεις, να παρασκευάζουν φάρμακα, τους δίδαξε αρχιτεκτονική, μαθηματικά, αστρονομία, μεταλλουργία και ναυσιπλοΐα.

Φυσικά, αυτό εξόργισε τον Δία, ο οποίος έδεσε τον Προμηθέα σε βράχια στο όρος Καύκασο και έβαλε έναν αετό να του τρώει το συκώτι κάθε πρωί. Επειδή ο Προμηθέας ήταν αθάνατος, κάθε βράδυ τα σπλάχνα του γιατρεύονταν.

Ο Προμηθέας κρεμόταν για πολλά χρόνια από το βράχο μέχρι την στιγμή που ο Ηρακλής με κατεύθυνση τη Χώρα των Εσπερίδων σκοτώνει τον αετό και σπάει τις αλυσίδες του Ήφαιστου και απελευθερώνει τον Προμηθέα. Εκείνος από ευγνωμοσύνη προς τον ημίθεο, του λέει πώς θα πάρει τα Χρυσά Μήλα.

Την ίδια εποχή ο Κένταυρος Χείρωνας τραυματίστηκε κατά λάθος από βέλος του Ηρακλή, το οποίο είχε ποτιστεί με δηλητηριώδες αίμα της Λερναίας Ύδρας. Το αίμα αυτό σκότωνε οτιδήποτε ζωντανό άγγιζε. Ο Χείρων επειδή ήταν αθάνατος, βασανιζόταν φρικτά από την πληγή που του έκανε το βέλος. Έτσι ζήτησε από τον Δία να δώσει την αθανασία του σε κάποιον άλλον, ώστε να πεθάνει και να λυτρωθεί από τους πόνους. Ο Προμηθέας δέχτηκε, πήρε τη θέση του κι έγινε αθάνατος.

Share
Κατηγορίες: Μυθολογία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ