Νέοι βιοδείκτες στις εξετάσεις αίματος και νέες μέθοδοι πρόβλεψης επιτρέπουν στους γιατρούς να ξεχωρίζουν έγκαιρα ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο από τη λοίμωξη Covid-19
Δύο αμερικανικές επιστημονικές ομάδες ανακοίνωσαν ξεχωριστά αφενός νέους βιοδείκτες στις εξετάσεις αίματος και αφετέρου νέες μεθόδους πρόβλεψης, που και στις δύο περιπτώσεις επιτρέπουν, κατά την εισαγωγή των ασθενών με Covid-19 στο νοσοκομείο, να ξεχωρίζουν έγκαιρα εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο με σοβαρή νόσο, εισαγωγή σε ΜΕΘ και θάνατο από εκείνους που είναι πιθανότερο να αναρρώσουν ταχύτερα.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γέηλ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Blood Advances της Αμερικανικής Εταιρείας Αιματολογίας, βρήκαν ότι πέντε πρωτεΐνες (ρεζιστίνη, λιποκαλίνη-2, HGF, IL-8 και G-CSF), που σχετίζονται με τα ουδετερόφιλα, έναν τύπο λευκών κυττάρων του αίματος, είναι αυξημένες στους ασθενείς με λοίμωξη Covid-19, οι οποίοι αργότερα θα εμφανίσουν σοβαρή επιδείνωση.
Ορισμένες από αυτές τις πρωτεΐνες είχαν προηγουμένως συσχετιστεί με την παχυσαρκία, αλλά όχι με την Covid-19 ή με άλλες ιογενείς λοιμώξεις.
«Οι ασθενείς με υψηλά επίπεδα αυτών των βιοδεικτών είναι πολύ πιθανότερο να χρειαστούν εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας, διασωλήνωση ή να πεθάνουν εξαιτίας της Covid-19» δήλωσε ο αναπληρωτής καθηγητής Χιούνγκ Τσουν.
Όπως είπε, έως τώρα κανένας άλλος δείκτης δεν μπορεί να προβλέψει τόσο πειστικά, προτού εμφανιστούν σοβαρά συμπτώματα, ποιοι ασθενείς με κοροναϊό τελικά θα βρεθούν σε κρίσιμη κατάσταση.
Οι ερευνητές ανέλυσαν εξονυχιστικά και συνέκριναν δείγματα αίματος από 100 ασθενείς με διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας νόσου Covid-19.
Τα δείγματα είχαν όλα συλλεχθεί κατά την πρώτη μέρα εισαγωγής στο νοσοκομείο.
Παράλληλα, αναλύθηκαν κλινικά στοιχεία από περίπου 3.000 νοσηλευόμενους ασθενείς.
Διαπιστώθηκε ότι οι συγκεκριμένοι πρωτεϊνικοί βιοδείκτες των ουδετερόφιλων ήταν αυξημένοι πριν από την εκδήλωση σοβαρών συμπτωμάτων σε όλους τους ασθενείς που τελικά κατέληξαν σε ΜΕΘ, ενώ παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα σε όλους τους ασθενείς που δε νόσησαν σοβαρά.
Κανένας ασθενής με χαμηλούς αυτούς τους βιοδείκτες δεν πέθανε κατά τη νοσηλεία του.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Αιματολογίας Άλφρεντ Λι του Γέηλ δήλωσε ότι «πρόκειται για την πρώτη ομάδα βιοδεικτών στο αίμα των ασθενών με Covid-19 που μπορεί να προβλέψει την τελική εισαγωγή στη ΜΕΘ, προτού καν οι ασθενείς αυτοί αρρωστήσουν σοβαρά».
Με δεδομένο ότι η παχυσαρκία αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο σοβαρής Covid-19, προσέθεσε ότι, επειδή τα ουδετερόφιλα κύτταρα προδίδουν φλεγμονή, έχει νόημα να είναι αυξημένα τόσο στην περίπτωση της παχυσαρκίας (που συνεπάγεται χρόνια χαμηλής έντασης φλεγμονή) όσο και της Covid-19, που προκαλεί υπερφλεγμονή στις περισσότερες σοβαρές περιπτώσεις.
«Επίσης», ανέφερε, «υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ουδετερόφιλα μπορεί να συμμετέχουν στη θρόμβωση του αίματος», άλλο ένα πιθανό επικίνδυνο χαρακτηριστικό της Covid-19.
Μοντέλα πρόγνωσης
Στη δεύτερη μελέτη στο ιατρικό περιοδικό EClinicalMedicine του The Lancet οι ερευνητές του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη ανέπτυξαν δύο νέες μεθόδους υπολογισμού, που προβλέπουν ποιοι εισαγόμενοι ασθενείς με Covid-19 κινδυνεύουν περισσότερο να χρειαστούν ΜΕΘ και διασωλήνωση ή να πεθάνουν.
Τα νέα μοντέλα πρόγνωσης VICE (Ventilation in Covid Estimate) και DICE (Death in Covid Estimate) συνδυάζουν στοιχεία από το ιατρικό ιστορικό, βιοδείκτες και αποτελέσματα εξετάσεων κατά τη στιγμή της εισαγωγής στο νοσοκομείο.
Η ανάπτυξή τους βασίστηκε στη μελέτη 1.042 ασθενών με κοροναϊό που εισήχθησαν σε πέντε νοσοκομεία.
Παράγοντες όπως το ιστορικό διαβήτη ή στεφανιαίας νόσου, το επίπεδο του οξυγόνου στο αίμα, οι βιοδείκτες φλεγμονής (π.χ., C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) και άλλοι (π.χ., αριθμός αιμοπεταλίων), η ηλικία, το φύλο, το βάρος κ.ά., από κοινού δημιουργούν ένα «προφίλ» για κάθε ασθενή μόλις μπαίνει στο νοσοκομείο.
Αυτό επιτρέπει στους γιατρούς να κατηγοριοποιούν -με ακρίβεια άνω του 80%- τους ασθενείς ανάλογα με την αναμενόμενη σοβαρότητα κάθε περίπτωσης.
Έτσι, μεταξύ άλλων, υπάρχει εκ των προτέρων μια καλύτερη εκτίμηση για τις ανάγκες σε κλίνες ΜΕΘ.
Το μοντέλο δίνει πιθανότητα επιβίωσης μόνο 15% σε διασωληνωμένους ασθενείς άνω των 84 ετών.
Επίσης, έξι στους δέκα ασθενείς (59%) ηλικίας 25 έως 34 ετών χρειάζονται πάνω από 14 μέρες διασωλήνωσης, ανάλογες με τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Ένα άλλο εύρημα είναι η μικρότερη πιθανότητα θανάτου για τους νοσηλευόμενους ασθενείς με Covid-19 που έπαιρναν στατίνες επί μακρόν.
(Πηγή: in.gr)