Καθώς αρκετές χώρες της Ευρώπης αλλά και ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ προχωρούν σε σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας, τόσο ο διευθυντής του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Ρέντφιλντ, όσο και η διευθύντρια του αντίστοιχου Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), Αντρέα Άμον, θεωρούν πολύ πιθανό ένα δεύτερο κύμα του Covid-19 φέτος το φθινόπωρο και τον χειμώνα.
Σε συνέντευξή του στους Financial Times ο Αμερικανός αξιωματούχος, ο οποίος θεωρεί πιθανό ότι θα χρειαστεί ξανά ένας δεύτερος γύρος περιοριστικών μέτρων (lockdown) μετά το καλοκαίρι, προειδοποιεί ότι οι ΗΠΑ πρέπει να βελτιώσουν γρήγορα μέσα στους επόμενους μήνες τις δυνατότητες ιχνηλάτησης νέων λοιμώξεων για να αποφύγουν άλλη μία κρίση δημόσιας υγείας, καθώς προς το τέλος του έτους η εποχική γρίπη πιθανώς θα συμπέσει με ένα δεύτερο κύμα της Covid-19.
Όπως επισημαίνει, η νόσος εξαπλώνεται τώρα γρήγορα στο νότιο ημισφαίριο, «αλλά όταν τελειώσει εκεί, υποπτεύομαι ότι θα επανακάμψει στο βόρειο».
Ο Ρέντφιλντ παραδέχτηκε ότι οι ΗΠΑ βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση όταν «χτύπησε» ο κορονοϊός, αλλά οι ελλείψεις σε τομείς της δημόσιας υγείας προηγούνταν της προεδρίας Τραμπ.
«Αυτός ο απλός παθογόνος αναπνευστικός ιός πραγματικά γονάτισε τη χώρα μου και η πραγματικότητα είναι πως γι’ αυτό δεν φταίει κανένας συγκεκριμένος άνθρωπος. Η χώρα μας ήταν απροετοίμαστη γι’ αυτό εδώ και δεκαετίες», τονίζει.
«Εάν έχουμε μία σεζόν γρίπης, όπως είχαμε το 2018, όταν σχεδόν 80.000 άνθρωποι πέθαναν, αυτό από μόνο του θα βάλει σε μεγάλο στρες το σύστημα υγείας μας. Αν μετά προσθέσεις και τον κορονοϊό, μπορεί να δει κανείς το στρες στο σύστημα υγείας», προειδοποίησε.
Για να αποφευχθεί στο μέλλον μία παρόμοια καταστροφή δημόσιας υγείας, επισήμανε ότι «πρέπει να διπλασιαστούν ή να τριπλασιαστούν» οι επενδύσεις στο σύστημα δημόσιας υγείας των ΗΠΑ. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του CDC σήμερα φθάνει τα 6,8 δισεκατομμύρια δολάρια, εμφανίζοντας μείωση 10% σε πραγματικούς όρους μεταξύ 2010 και 2019.
Επίσης, ο Ρέντφιλντ υπογράμμισε την ανάγκη να συνεχιστεί η τήρηση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και έκανε ειδική αναφορά στις αεροπορικές εταιρείες, τις οποίες κάλεσε να εφαρμόσουν αυστηρότερα μέτρα. «Αν πρόκειται να βρίσκεται στο μεσαίο κάθισμα στριμωγμένος ανάμεσα σε άλλους δύο επιβάτες, αυτό πιθανώς δεν είναι το καλύτερο μέρος για να είσαι», όπως ανέφερε.
Από την πλευρά του ECDC, η δρ Άμον σημείωσε στον Guardian ότι «το ερώτημα είναι πότε και πόσο μεγάλο θα είναι το δεύτερο κύμα», όχι αν θα υπάρξει. Όπως εκτίμησε, σήμερα η ανοσία του πληθυσμού σε διάφορες χώρες κινείται μεταξύ του 2% και του 14% και στην Ευρώπη συνολικά, ίσως, βρίσκεται γύρω στο 10%.
«Πράγμα που αφήνει ακόμη το 85% έως 90% του πληθυσμού ευάλωτο», όπως λέει. «Ο ιός βρίσκεται γύρω μας, κυκλοφορώντας περισσότερο από ό,τι τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο… Δεν θέλω να δημιουργήσω μία καταστροφολογική εικόνα, αλλά νομίζω πως πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Δεν είναι ώρα τώρα να χαλαρώσουμε τελείως», τόνισε.
Η πρώην νοσοκομειακή γιατρός και επικεφαλής του ECDC από το 2017 τόνισε ότι από τις 2 Μαΐου όλη η Ευρώπη έχει περάσει πια την κορύφωση των λοιμώξεων, με εξαίρεση την Πολωνία. Όπως υποστήριξε, διαπιστώνει μία τάση του κοινού να χαλαρώσει τα μέτρα προφύλαξης, είτε για οικονομικούς λόγους είτε για να νιώσει πάλι ελεύθερο. «Τώρα που είναι ξεκάθαρο πως οι λοιμώξεις πέφτουν, οι άνθρωποι νομίζουν πως τελείωσε. Πράγμα που σίγουρα δεν συμβαίνει», επισήμανε.
Εκτίμησε, δε, ότι όταν γίνει ο απολογισμός της κρίσης στην Ευρώπη και πώς εξαπλώθηκε σε αυτήν ο κορονοϊός, ως κομβικό σημείο θα αναδειχθεί η επιστροφή στις αρχές Μαρτίου των εκδρομέων στις πατρίδες τους μετά τις διακοπές για σκι στις ιταλικές και αυστριακές Άλπεις, όπου πολλοί άνθρωποι συνωστίστηκαν σε περιορισμένους χώρους, όπως π.χ. στις καμπίνες των τελεφερίκ που μετέφεραν τους σκιέρ στις πίστες στα βουνά: «Ήταν τέλειες οι συνθήκες για έναν τέτοιο ιό. Είμαι αρκετά βέβαιη ότι αυτό συνέβαλε στην ευρεία εξάπλωση του στην Ευρώπη».
Σύμφωνα με την ίδια, από εδώ και πέρα η μάχη με τον ιό SARS-CoV-2 θα είναι μακρά. «Δεν ξέρω αν θα είναι για πάντα, αλλά δεν νομίζω ότι θα φύγει πολύ γρήγορα. Φαίνεται να είναι πολύ καλά προσαρμοσμένος στους ανθρώπους», υπογράμμισε.