Γράφει η Βάση Παναγοπούλου
«Η κλιματική κρίση, η οποία φυσικά δεν σταμάτησε να υφίσταται λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, αλλά και η ίδια η πανδημία είναι το μήνυμα που μας στέλνει η φύση, μήνυμα που θέτει την ανθρωπότητα ενώπιον των ευθυνών της για την καταστροφή των οικοσυστημάτων και του περιβάλλοντος», δήλωσε η διευθύντρια του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών, Ινγκερ Αντερσεν. Τυχαία η δήλωσή της; Όχι, βέβαια! Οι επιδημιολόγοι χρόνια τώρα βροντοφωνάζουν ότι οι άνθρωποι παίζουν με τη φωτιά καταστρέφοντας τα οικοσυστήματα, εισβάλλοντας και αποψιλώνοντας τα τροπικά και τα παρθένα δάση. Και προειδοποιούν: Η ανθρωπότητα θα πρέπει να αλλάξει πορεία και να συμπορευτεί αρμονικά με τη φύση αν δεν θέλει να δοκιμαστεί από μια σειρά νέων πανδημιών. Μέχρι πρότινος δεν θέλαμε να ακούσουμε. Ίσως γιατί δεν μας βόλευε. Σήμερα όμως;
Δεκαετίες τώρα οι επιστήμονες όλων των πεδίων προειδοποιούν, ενημερώνουν, μάχονται να διατηρήσουν εν ζωή τον πλανήτη Γη, τα οικοσυστήματα και προφανώς τις οικοσυστημικές τους υπηρεσίες. Πόσο καιρό οι επιστήμονες φωνάζουν για την ανθρωπόκαινο εποχή, για την έκτη μαζική εξαφάνιση των ειδών, την άνευ προηγουμένου καταστροφή (πάνω από το 60%) της βιοποικιλότητας, την κατάρρευση των οικοσυστημάτων και των οικολειτουργιών τους;
Κάποιοι έχουν πεισθεί, κάποιοι το συζητάνε ακόμη και κάποιοι που ασπάζονται το δόγμα Τραμπ σκέφτονται μονάχα τις δουλειές τους και πώς θα αυξήσουν τις περιουσίες τους, μη δίνοντας καμία σημασία ούτε στη θεϊκή παρότρυνση «εργάζεσθαι και φυλάττειν τον παράδεισον» παρότι αυτοαποκαλούνται ευσεβείς χριστιανοί, ωθώντας στον γκρεμό και την καταστροφή όχι μόνο το περιβάλλον, που ο καθένας το μεταφράζει όπως καταλαβαίνει στο μυαλό του, αλλά τον κόσμο ολάκερο.
Συνειδητοποιεί δε κανείς, αν παρακολουθήσει τι δημοσιεύεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτές τις ημέρες με αφορμή την πανδημία, ότι η συνωμοσιολογία δίνει και παίρνει, απόψεις όπως «καλά, εσείς πιστεύετε ότι ο κορονοϊός μεταδόθηκε από νυχτερίδες και άγρια ζώα;» ή ότι «ο κορονοϊός είναι εργαστηριακής προέλευσης» βασιλεύουν σε πολλές συζητήσεις, όπως και η πεποίθηση κάποιων ότι «μας ψεκάζουν με κορονοϊό».
Έχω φτάσει να σκέφτομαι ότι καθένας ακούει, ανταποκρίνεται και ασπάζεται ό,τι τον βολεύει, με βάση εκκίνησης διαφορετική κάθε φορά: την πολιτική του θέση, την ψυχολογική του δομή, την οικονομική μεθοδολογία προσέγγισης του κόσμου, με το κεφάλαιο «περιβάλλον» σταθερά στοιβαγμένο στο περιθώριο μαζί με όλα όσα δεν θεωρεί άξια να απασχολήσουν το μυαλό του.
Δυστυχώς, φτάσαμε στο σημείο να ακούσουμε τις επιστημονικές προειδοποιήσεις, που είναι αποτέλεσμα ερευνών παλαιότερων χρόνων, με τον χειρότερο τρόπο. Ζώντας, όλος ο πλανήτης παγωμένος, κάτω από τον τρόμο της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Τι σχέση, λοιπόν, υπάρχει ανάμεσα στην εμφάνιση και εξάπλωση της πανδημίας και την κλιματική κρίση, την καταστροφή του περιβάλλοντος, πραγματικότητες μιας εποχής που οι επιστήμονες ονομάζουν ανθρωπόκαινο; Τι υποστηρίζουν οι ειδικοί ανά τον κόσμο;
Η διευθύντρια του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών Ινγκερ Αντερσεν, σε δήλωσή της που δημοσίευσε σε άρθρο τoυ ο Ντάμιαν Κάρινγκτον στην εφημερίδα Guardian, συνόψισε τα επιστημονικά δεδομένα σε μία πρόταση:
«Η ανθρωπότητα ασκεί μεγάλες πιέσεις στο φυσικό βασίλειο με καταστροφικές συνέπειες και όσο αποτυγχάνουμε να προστατέψουμε τον πλανήτη, αποτυγχάνουμε στην ουσία να προστατεύσουμε τον εαυτό μας».
Και συνέχισε λέγοντας: «Αν και τώρα προτεραιότητά μας φυσικά είναι η προστασία του πληθυσμού, η ουσιαστική μας αντίδραση στην πανδημία σε βάθος χρόνου είναι να σταματήσουμε την απώλεια των οικοτόπων και της βιοποικιλότητας. Γιατί ποτέ ξανά στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπήρχαν τόσο πολλές ευκαιρίες και ανοιχτοί δίαυλοι για τους παθογόνους μικροοργανισμούς να περάσουν από τα άγρια ζώα και τα κατοικίδια στους ανθρώπους», αποδεχόμενη τα επιστημονικά δεδομένα που αποδεικνύουν ότι το 75% όλων των αναδυόμενων μολυσματικών ασθενειών προέρχονται από την άγρια ζωή.
Τι σημαίνει αυτό; Ήταν απολύτως σαφής:
«Η συνεχιζόμενη καταστροφή από τις ανθρώπινες δραστηριότητες των οικοτόπων και της άγριας ζωής μάς έφερε στη δυσάρεστη και επισφαλή θέση να βρισκόμαστε πολύ κοντά σε ζώα και φυτά, τα οποία φιλοξενούν ασθένειες που εύκολα μπορούν να περάσουν στους ανθρώπους. Ασκούμε πάρα πολλές πιέσεις, μεγάλης έντασης σε όλα τα φυσικά οικοσυστήματα του πλανήτη και αν δεν προστατεύσουμε τη φύση, το περιβάλλον, δεν μπορούμε να προστατεύσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Είτε μας αρέσει είτε όχι, είμαστε στενά συνδεδεμένοι με τη φύση και, καθώς οδεύουμε προς το μέλλον με έναν πληθυσμό 10 δισεκατομμυρίων κατοίκων στον πλανήτη μας, πρέπει να καταλάβουμε ότι ο καλύτερός μας σύμμαχος είναι ένα υγιές περιβάλλον».
Στο ίδιο άρθρο ο συντάκτης παρέθεσε τα στοιχεία έρευνας που εκπονήθηκε το 2007 και αφορούσε την έξαρση του ιού SARS το 2002-03, η οποία κατέληγε στο εξής συμπέρασμα: «Η παρουσία μιας τεράστιας δεξαμενής ιών τύπου Sars-CoV σε νυχτερίδες (ρινολοφίδες/ horseshoe bats), σε συνδυασμό με τη συνήθεια κατανάλωσης εξωτικών θηλαστικών στη Νότια Κίνα, συνιστά μια ωρολογιακή βόμβα που κάποια στιγμή θα εκραγεί».
Την άποψη αυτή ενστερνίζεται και ο καθηγητής Αντριου Κάνινγκαμ, της Zoological Society του Λονδίνου, ο οποίος δήλωσε:
«Σε αυτές τις αγορές (wet markets ή bushmarkets), όπου άγρια ζώα σφαγιάζονται, γδέρνονται, κομματιάζονται μπροστά στον πελάτη και πωλούνται, ζώα που έχουν φτάσει εκεί μετά από πολύωρες διαδρομές, στριμωγμένα μέσα σε κλουβιά, στρεσαρισμένα και ανοσοκατεσταλμένα, απεκκρίνουν οποιονδήποτε παθογόνο μικροοργανισμό έχουν επάνω τους.
»Είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι που επισκέπτονται τις αγορές αυτές και έρχονται σε άμεση επαφή με τα υγρά του σώματος των άγριων ζώων. Ετσι δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες εμφάνισης μιας ασθένειας. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από αυτό το ανακάτεμα (ανθρώπων και άγριων ζώων εννοεί) για να διασπαρεί μια νόσος.
»Και δεν είναι μόνον η Κίνα. Αντίστοιχες αγορές λειτουργούν και σε άλλες ασιατικές χώρες αλλά και σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Δεδομένου λοιπόν ότι το να ταξιδέψει κανείς στην εποχή μας στο πιο απομακρυσμένο μέρος είναι το πιο εύκολο πράγμα, γίνεται κατανοητό ότι ο κίνδυνος διάδοσης μιας νόσου πολλαπλασιάζεται. Είναι τόσο εύκολο τη μια μέρα να είσαι σε ένα τροπικό δάσος της κεντρικής Αφρικής και την άλλη μέρα στο κέντρο του Λονδίνου».
Η φύση στέλνει μήνυμα
Ο,τι σπέρνεις, θερίζεις!
Ένα βήμα παραπάνω για να γίνει αντιληπτή η σχέση κλιματικής κρίσης, καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος με την εξάπλωση ασθενειών είναι η εξήγηση που έδωσε ο Ααρον Μπερνστάιν, διευθυντής του Κέντρου για το Κλίμα, την Υγεία και το Διεθνές Περιβάλλον της Σχολής Δημόσιας Υγείας (T.H. Chan School) του Χάρβαρντ: «Η καταστροφή των φυσικών οικοτόπων οδηγεί την άγρια πανίδα πιο κοντά στις ανθρώπινες κοινωνίες, η κλιματική κρίση εξαναγκάζει τα άγρια ζώα σε μεταναστεύσεις. Ετσι δίνεται η καταλληλότερη ευκαιρία στους παθογόνους μικροοργανισμούς να βρουν καινούργιους ξενιστές». Είναι καινούργιες αυτές οι πληροφορίες; Οχι, ίσως όμως τώρα να υπάρξουν ευήκοα ώτα.
Οι πλέον εξέχοντες στο πεδίο τους επιστήμονες προειδοποιούν για ακόμη μια φορά ότι, αν δεν θέλουμε να ζήσουμε κι άλλες τέτοιες πανδημίες, θα πρέπει να σταματήσουμε το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος (συνεχιζόμενη αποψίλωση των δασών, καταστροφή των εδαφών από την εντατική καλλιέργεια, εξόρυξη αλλά και εξάπλωση των πόλεων), καθώς και οι δύο αυτές πραγματικότητες οδηγούν την άγρια ζωή σε στενή επαφή με τους ανθρώπους. Αυτές τις θέσεις τους φιλοξένησε σε παλαιότερο δημοσίευμα η εφημερίδα Guardian (Τζον Βιντάλ), από κοινού εκπονημένο με το ENSIA. Οι ερευνητές ζητούν δε σθεναρά από τις κυβερνήσεις να απαγορεύσουν τις αγορές (wet markets) άγριων ζώων στις χώρες που αυτές «ενδημούν» και να βάλουν φρένο στο παράνομο εμπόριο άγριας ζωής.
Η Κέιτ Τζόουνς, καθηγήτρια Οικολογίας και Βιοποικιλότητας στο UCL, το 2008 σε συνεργασία με άλλους ερευνητές κατέγραψε 335 νόσους που εμφανίστηκαν από το 1960 έως το 2004 στην υφήλιο, εκ των οποίων το 60% προήλθε από ζώα. Η ίδια θεωρεί ότι όλες οι αναδυόμενες μολυσματικές ασθένειες που μεταδίδονται από τα ζώα αποτελούν σημαντική απειλή για την παγκόσμια υγεία, ασφάλεια και οικονομία και επισημαίνει πως ολοένα και περισσότερο αυτές οι ζωονόσοι αποδεικνύεται ότι συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και τις ανθρώπινες δραστηριότητες και συμπεριφορές.
«Ο κατακερματισμός των παρθένων δασών, που προκαλείται από την υπερβολική υλοτόμηση, την εξόρυξη, τη χάραξη δρόμων σε απομονωμένες περιοχές, την ταχεία αστικοποίηση και την αύξηση του πληθυσμού, φέρνει σε κοντινή επαφή τους ανθρώπους με είδη ζώων που ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν συναντήσει. Ολοένα και περισσότερο εισβάλλουμε σε παρθένες περιοχές και εκτιθέμεθα όλο και πιο πολύ σε είδη άγνωστα σε μας. Δημιουργούμε περιβάλλοντα όπου ιοί μπορούν να μεταδοθούν με μεγάλη ευκολία και μετά αναρωτιόμαστε από πού ξεφύτρωσαν αυτοί οι νέοι ιοί».
Η Τζόουνς, που ερευνά κατά πόσον οι αλλαγές στη χρήση γης συντείνουν στη μετάδοση ζωονόσων στον άνθρωπο και αν τα διάφορα είδη σε υποβαθμισμένους οικοτόπους δυνητικά μεταφέρουν πάνω τους περισσότερους ιούς που μπορούν να μολύνουν τους ανθρώπους, καταλήγει: «Καταστρέφουμε οικοτόπους και αφήνουμε πίσω μας ξεσπιτωμένα είδη. Από αυτά τα είδη μολύνονται οι άνθρωποι».
«Εισβάλλουμε στα τροπικά δάση, στην άγρια φύση όπου ζουν τόσο πολλά είδη φυτών, ζώων και μαζί τους τόσοι άγνωστοι σε μας ιοί. Κόβουμε τα δέντρα, σκοτώνουμε τα ζώα ή τα αιχμαλωτίζουμε και τα στέλνουμε στις αγορές. Διαταράσσουμε τα οικοσυστήματα και ξεβολεύουμε ιούς από τους φυσικούς τους ξενιστές κάνοντάς τους να ψάχνουν για νέους. Ε, συνήθως γινόμαστε εμείς το καινούργιο τους σπίτι» γράφει ο Ντέιβιντ Κοάμεν, συγγραφέας του βιβλίου «Spillover: Animal Infections and the Next Pandemic» (Ζωονόσοι και η επόμενη πανδημία).
«Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί δεν σέβονται τα όρια ανάμεσα στα είδη» λέει ο δρ Τόμας Γκιλέσπι, καθηγητής Περιβαλλοντικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Emory, ο οποίος ερευνά κατά πόσον η συρρίκνωση των οικοτόπων και η συμπεριφορική αλλαγή αυξάνουν τον κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών από τα ζώα στον άνθρωπο.
«Δεν εκπλήσσομαι από την πανδημία του κορονοϊού που βιώνει ο πλανήτης. Η πλειονότητα των παθογόνων περιμένει να τους ανακαλύψουμε. Ακόμη βρισκόμαστε στην κορυφή του παγόβουνου» δηλώνει και συνεχίζει: «Οι άνθρωποι είναι αυτοί που δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για τη διασπορά ασθενειών με το να μειώνουν όλο και περισσότερο τα φυσικά φράγματα μεταξύ των ζώων -που φυσιολογικά φιλοξενούν στον οργανισμό τους ιούς- και του εαυτού τους.
Η άγρια ζωή δέχεται εξαιρετικές πιέσεις. Οι μεγάλες αλλαγές στη χρήση γης εξαναγκάζουν τα ζώα να μεταναστεύσουν αφού χάνουν τους οικοτόπους τους. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι τα είδη στριμώχνονται υπερβολικά μεταξύ τους αλλά και ότι έρχονται ολοένα σε μεγαλύτερη επαφή με τους ανθρώπους. Τα είδη που επιβιώνουν αυτών των αλλαγών μετακινούνται και αναμιγνύονται με διαφορετικά ζώα αλλά και με τους ανθρώπους».
Και δίνει ένα παράδειγμα ασθένειας που ταλανίζει την Αμερική. «Η συνεχιζόμενη ανάπτυξη των προαστίων κατακερματίζει τα δάση αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο οι άνθρωποι να εκτεθούν στη νόσο του Lyme (βορρελίωση). Παρεμβαίνοντας στα οικοσυστήματα επηρεάζουμε τον πολύπλοκο κύκλο του βακτηρίου Lyme. Οι άνθρωποι που ζουν λοιπόν κοντά στα όρια έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να τους δαγκώσει τσιμπούρι που φέρει το βακτήριο».
«Η φύση, ναι, κρύβει κινδύνους, αλλά την πραγματική ζημιά την κάνουν οι άνθρωποι» καταθέτει ο δρ Ρίτσαρντ Οστφελντ από το Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Επιστημών Cary της Νέας Υόρκης, ο οποίος μαζί με συναδέλφους του ερευνά τη σχέση στην υγεία ανθρώπων και οικοσυστημάτων. Ο Οστφελντ ενοχοποιεί τους αρουραίους και τις νυχτερίδες για την άμεση ή έμμεση διασπορά ζωονόσων. «Τα τρωκτικά και κάποια είδη νυχτερίδας ευημερούν όταν διαταράσσουμε φυσικά ενδιαιτήματα και πιθανότατα αυτά τα είδη είναι που θα διασπείρουν τα παθογόνα. Οσο περισσότερο διαταράσσουμε τα δασικά οικοσυστήματα τόσο περισσότερο μας εκθέτουμε σε κινδύνους», επισημαίνει.
Η καθηγήτρια Βιολογίας στο Κολέγιο Bard της Νέας Υόρκης Φελίτσια Κίζινγκ ερευνά τον τρόπο που οι αλλαγές στο περιβάλλον επηρεάζουν την πιθανότητα έκθεσης των ανθρώπων σε μολυσματικές ασθένειες. Σε επικοινωνία της με το ENSIA έγραψε: «Όταν καταστρέφουμε τη βιοποικιλότητα, παρατηρούμε πολλαπλασιασμό των ειδών που είναι πιθανότερο να μεταδώσουν νέες ασθένειες σε εμάς, αλλά ταυτόχρονα έχουμε και τρανταχτές αποδείξεις ότι τα ίδια αυτά είδη είναι οι καλύτεροι οικοδεσπότες/ξενιστές για τις υπάρχουσες ασθένειες».
Η Κέιτ Τζόουνς επισημαίνει: «Η εντεινόμενη ζήτηση για ξυλεία και ορυκτούς πόρους οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων, διαταράσσει τις οικοσυστημικές λειτουργίες, οπότε ευνοείται η μετάδοση ασθενειών». Τονίζει δε ότι η αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφοράς που απαιτείται για να ανταπεξέλθουμε στους κινδύνους, αφορά το ίδιο τόσο τις πλούσιες όσο και τις φτωχές κοινωνίες, καθώς οι έρευνες δείχνουν ότι η εμφάνιση ζωονόσων ή άλλων μολυσματικών ασθενειών, όπως είναι ο Εμπολα, ο SARS ή η νόσος των πτηνών και τώρα ο Covid-19, είναι σε αύξηση. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) της Αμερικής εκτιμούν ότι τα τρία τέταρτα των νέων ή αναδυόμενων ασθενειών που μολύνουν ανθρώπους, προέρχονται από ζώα.
«Πλέον ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος. Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Αυτό που πρέπει να αλλάξει, είναι ο τρόπος που αλληλεπιδρούμε μαζί τους», επισημαίνει ακόμη ένας ερευνητής, ο ιολόγος Μπράιαν Μπερντ, από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, ο οποίος ηγείται της έρευνας για τον Έμπολα κυρίως στην περιοχή της Σιέρα Λεόνε αλλά και σε άλλες. «Οι ασθένειες μπορούν να “ταξιδέψουν” όλο και πιο μακριά και πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Αυτό σημαίνει ότι τα αντανακλαστικά μας θα πρέπει να είναι σε συνεχή εγρήγορση. Ζούμε σε μια εποχή που θα πρέπει να τη χαρακτηρίζει η διαρκής επαγρύπνηση».
(Πηγή: efsyn.gr)