Οι πληθυσμοί των εντόμων σε παγκόσμιο επίπεδο παρουσιάζουν τέτοια σημεία κατάρρευσης που πολλοί επιστήμονες υπολογίζουν ότι το 40% των ειδών θα έχουν εξαφανιστεί μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Πρόκειται για μια εξέλιξη με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο για την επιβίωση άλλων ειδών ζώων και φυτών όσο και για την ίδια την ανθρωπότητα.
Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες στα χερσαία οικοσυστήματα πιο ευάλωτα εμφανίζονται τα λεπιδόπτερα, τα υμενόπτερα και τα κολεόπτερα, ενώ τέσσερις μεγάλες υδρόβιες τάξεις – τα οδοντόγναθα, τα πλεκόπτερα, τα τριχόπτερα και τα εφημερόπτερα – έχουν ήδη χάσει ένα σημαντικό ποσοστό ειδών.
Το ποσοστό μείωσης σε επιλεγμένους παγκόσμιους πληθυσμούς εντόμων είναι:
- Τριχόπτερα: 68%
- Πεταλούδες: 53%
- Σκαθάρια: 49%
- Μέλισσες: 46%
- Λιβελούλες: 37%
- Μύγες: 25%
Οι ειδικοί κάνουν λόγο για μια πρωτοφανή εξαφάνιση ειδών και τη συγκρίνουν με την εξαφάνιση των δεινοσαύρων.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν είναι το μέγεθος που μετράει, αλλά η θέση και ο ρόλος του κάθε είδους στη διατροφική αλυσίδα και στη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων.
Είναι ένας κύκλος που όσο ήταν ισορροπημένος είχε τη δυνατότητα να εξασφαλίζει την επιβίωση ζώων και φυτών. Τις τελευταίες δεκαετίες η ισορροπία έχει διαταραχθεί, ο κύκλος έχει γίνει φαύλος και η εξαφάνιση ενός είδους οδηγεί στην εξαφάνιση άλλων ειδών ή στην επικράτηση ειδών που προσαρμόζονται πιο εύκολα και καταλαμβάνουν το κενό που αφήνουν πίσω τους τα εξαφανισθέντα.
Τα έντομα αποτελούν βασικό κρίκο στη διατροφική αλυσίδα σχεδόν σε όλα τα οικοσυστήματα. Τα φυτοφάγα έντομα μετατρέπουν την ηλιακή ενέργεια σε βιομάζα – το θεμέλιο των περισσότερων χερσαίων τροφικών δικτύων. Αυτά τα φυτοφάγα έντομα γίνονται στη συνέχεια τροφή σαρκοφάγων εντόμων, τα οποία με τη σειρά τους αποτελούν τροφή για μεγαλύτερα ζώα. Η εξαφάνιση των εντόμων συνιστά έτσι απειλή για όλα τα πλάσματα στο οικοσύστημα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στη μείωση των ειδών είναι, κατά σειρά σημασίας, η απώλεια οικοσυστημάτων λόγω της εντατικής γεωργίας και της αστικοποίησης, η ρύπανση, κυρίως από συνθετικά φυτοφάρμακα και λιπάσματα, διάφοροι βιολογικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των παθογόνων και των εισαχθέντων ειδών και τέλος η κλιματική αλλαγή.
Ο τελευταίος αυτός παράγοντας είναι ιδιαίτερα σημαντικός στις τροπικές περιοχές, αλλά επηρεάζει και είδη σε ψυχρότερα κλίματα και σε ορεινές τοποθεσίες εύκρατων ζωνών.
Η εισαγωγή νέων κατηγοριών εντομοκτόνων τα τελευταία 20 χρόνια, όπως τα νεονικοτινοειδή, είχε ιδιαίτερα επιζήμιες συνέπειες.
Σύμφωνα με την Greenpeace, πάνω από το 35% της παγκόσμιας παραγωγής τροφής εξαρτάται από τα έντομα-επικονιαστές. Στην Ευρώπη μόνο, περισσότερα από 4.000 είδη φυτών μεγαλώνουν χάρη στην ακούραστη δουλειά των μελισσών.
Οι ερευνητές συνιστούν ριζικές αλλαγές στις γεωργικές πρακτικές, ιδίως τη σοβαρή μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων και την αντικατάστασή της με περισσότερο αειφόρες οικολογικές πρακτικές, προκειμένου να επιβραδυνθούν ή να αντιστραφούν οι τρέχουσες τάσεις, και να επιτραπεί η ανάκαμψη των πληθυσμών που ακολουθούν φθίνουσα πορεία, διαφυλάσσοντας τις ζωτικές υπηρεσίες που παρέχουν στο οικοσύστημα.
Επιπλέον, προτείνουν την εφαρμογή αποτελεσματικών τεχνολογιών αποκατάστασης για τον καθαρισμό της ρύπανσης των υδάτων, τόσο σε γεωργικό όσο και σε αστικό περιβάλλον.
(Πηγή: tovima.gr)