Της Κρυσταλίας Πατούλη*
Προχτές αυτοκτόνησαν μητέρα και γιος και σήμερα κανένας δεν μιλάει γι’ αυτούς. Ήδη τους ξεχάσαμε. Και το ότι τους ξεχάσαμε, μαζί με άλλες περίπου 7000 αυτοκτονίες, μοιάζει να είναι ακόμα πιο φρικτό και από αυτό το ίδιο το γεγονός.
Από το 2011 σε θέματα για τις οικονομικές αυτοκτονίες και το ψυχικό αδιέξοδο, ρωτούσα την κλινικό ψυχολόγο και ψυχοθεραπεύτρια Ελένη Νίνα: «Τι έχεις να πεις σε έναν άνθρωπο που βρίσκεται στο παρά πέντε πριν την αυτοκτονία;» και εκείνη απαντούσε:
«Να μιλήσει. Να ψάξει να βρει ανθρώπους να μιλήσει. Είναι να γίνουμε όλοι σαν τον Διογένη με το φανάρι του, που έψαχνε ανθρώπους. Λοιπόν, να πάρουμε το φανάρι μας -κι αυτός φτωχός ήταν- και να ψάξουμε ανθρώπους […] Εφόσον δεν έχω τον έλεγχο οπουδήποτε αλλού, έχω τον έλεγχο πάνω στον εαυτό μου. Οπότε είναι μία ύστατη λύση – διαφυγή, και ύστατος έλεγχος στο αδιέξοδο. Ελέγχω τον εαυτό μου και τον σκοτώνω. Όπως κάνει και ο σκορπιός όταν κυκλωθεί από φωτιά, γυρίζει την ουρά του και τρυπάει τον εαυτό του, αυτοκτονεί. Ή όπως κάνουν τα δελφίνια και οι φάλαινες όταν μολυνθεί το περιβάλλον τους, που βγαίνουν στην ξηρά και πεθαίνουν. Αυτοκτονούν.
Είναι ο ύστατος έλεγχος και βέβαια η ύστατη κραυγή προς ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο αναγκάζει τα μέλη του να διαφύγουν προς τα… πάνω γιατί δεν υπάρχει διαφυγή από πουθενά αλλού […]»
Σε άλλη συνέντευξη ο ψυχαναλυτής Κώστας Νασίκας μου είπε:
«Το βίωμα που το ζει κάποιος μόνος και δεν μπορεί να το μοιραστεί, οδηγεί στην αυτοκτονία […]
Η προβληματική της απόπειρας αυτοκτονίας, μετατίθεται σε αυτό. Στο να ζει κάποιος κάτι το αβίωτο, το οποίο δεν μπορεί να το μοιραστεί, και δεν περιμένει, αλλά ούτε και μπορεί να περιμένει καμία βοήθεια;
[…] Όταν δεν έχει μπλοκαριστεί αυτή η δυνατότητα αυθόρμητης έκκλησης για βοήθεια, δεν έρχεται η ιδέα αυτοκτονίας, διότι πάντα πάμε στην ιδέα να μοιραστούμε αυτό που βιώνουμε. Γι’ αυτό επιμένω στο μοίρασμα…»
Γιατί τόσες χιλιάδες Έλληνες, λοιπόν, δεν ζητάνε βοήθεια; Γιατί τόσοι χιλιάδες Έλληνες δεν μπορούν να μοιραστούν την απελπισία τους και να ζητήσουν βοήθεια;
Ποιός νοιάζεται γι’ αυτές τις παράπλευρες απώλειες, που ακόμα δεν λέμε να κατανοήσουμε τι μας φωνάζουν κάθε φορά με το φευγιό τους;
Ποιος νοιάζεται αν «η κοινωνία κινδυνεύει να καταστραφεί», όπως τόνισε ο καθηγητής φιλοσοφίας Στέφανος Ροζάνης, από το 2013;
Ποιος νοιάζεται εάν ο καπιταλισμός της σπέκουλας (των τζογαδόρων της κερδοσκοπίας), όπως ανέλυσε ο ανθρωπολόγος Σωτήρης Δημητρίου, αυτός ο νεοκαπιταλισμός των Αγορών, ο μαφιόζικος καπιταλισμός, το μόνο που ξέρει καλά να παράγει, είναι μηχανές/ανθρώπους που τον βοηθάνε να μεγαλώνει μόνο το παγκάρι του, άτομα που φτιάχνουν “κοινωνίες” κατεστραμμένες, χωρίς κοινωνικό ιστό, χωρίς αλληλεγγύη και συνοχή, που με τον πρώτο δυνατό σεισμό σπάνε σε κομμάτια που το ένα κοιτάει να φάει το άλλο ή στην καλύτερη περίπτωση αδιαφορεί το ένα για το άλλο;
«Οι απόπειρες αυτοκτονίας, πολλαπλασιάζονται συνήθως περίπου επί 50, με τον αριθμό των καταγεγραμμένων αυτοκτονιών. Δηλαδή 1000 αυτοκτονίες, έχουν πίσω τους γύρω στις 50.000 απόπειρες αυτοκτονίας και περισσότερο. Άρα οι απόπειρες αυτοκτονίες αυξήθηκαν τρομερά τα τελευταία χρόνια» ανέφερε επίσης ο Κώστας Νασίκας στην ίδια συνέντευξη, οπότε στην Ελλάδα θα πρέπει να μιλάμε και για τουλάχιστον 35.000 απόπειρες αυτοκτονίας σε πέντε χρόνια;
Ποιός από τους πολιτικούς και τους πολίτες, ενδιαφέρεται γι’ αυτά τα νοσηρά δυσθεώρητα μεγέθη απελπισίας;
Ποιος θα βοηθήσει έναν λαό που όλο του παίρνουν και όλο του ζητάνε, που είναι δηλαδή σε μόνιμη διαχείριση των απωλειών του, άρα σε μόνιμο πένθος εδώ και πέντε χρόνια;
Ποιός από τους πολιτικούς και από τους πολίτες κατανοεί τα αποτελέσματα της έρευνας για την κρίση (2010-2014) για το ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ και κυρίως τι πρέπει να κάνουμε, άρα τι είδους κρίση βιώνουμε, και που πρέπει να στραφούμε ουσιαστικά για να την αντιμετωπίσουμε;
Και που είναι τελικά αυτό το περίφημο φανάρι του Διογένη να ψάξουμε για την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά μας; Μήπως το πουλήσαμε κι αυτό;
*Η Κρυσταλία Πατούλη είναι δημοσιογράφος-σύμβουλος ψυχικής υγείας
(πηγή: enallaktikos.gr)