Το πρόβλημα γίνεται πιο δύσκολο επειδή οι γιατροί δεν είναι αρκετά εκπαιδευμένοι ώστε να αναγνωρίζουν αυτού του είδους τις μολύνσεις εγκαίρως.
Πόσο υψηλά είναι πλέον τα επίπεδα της μόλυνσης από χημικές ουσίες στον ανθρώπινο οργανισμό; Επιστήμονες στην Αυστραλία διαπίστωσαν έπειτα από μελέτη τους ότι σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη είναι σωματικά και βιοχημικά μολυσμένοι, καθώς έχουν περάσει στον οργανισμό τους πολλές χημικές ουσίες που έχει δημιουργήσει ο ίδιος ο άνθρωπος.
Σύμφωνα με τον δρ James Siow από το Εθνικό Ινστιτούτο Ολιστικής Ιατρικής της Αυστραλίας (NIIM), υπάρχει μεγάλη αύξηση των χρόνιων προβλημάτων υγείας που προέρχονται από την παρουσία χημικών ουσιών στο νερό, τις τροφές, την ατμόσφαιρα, καθώς και σε προϊόντα καθημερινής χρήσης.
Ωστόσο, όπως τόνισε, οι αρμόδιες υπηρεσίες των κυβερνήσεων και του τομέα της υγείας δεν έχουν αντιδράσει στο πρόβλημα αυτό όσο γρήγορα και δραστικά θα έπρεπε.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το γεγονός ότι η μόλυνση πλέον αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο και πως από αυτήν δεν εξαιρείται κανείς, ούτε καν τα νεογέννητα», είπε. «Υπάρχουν μελέτες που έδειξαν ότι 232 χημικές ουσίες, ανάμεσα στις οποίες κάποιες γνωστές καρκινογόνες, έχουν περάσει στο αίμα του ομφάλιου λώρου. Αυτό σημαίνει ότι τα παιδιά έρχονται στον κόσμο φέροντας μολύνσεις από ουσίες που θα μπορούσαν να τα σκοτώσουν».
Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σοβαρό, καθώς η μόλυνση έχει επηρεάσει ήδη τουλάχιστον τρεις γενιές, γεγονός στο οποίο οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οφείλεται και η αύξηση των διαταραχών του αυτιστικού φάσματος.
«Οι επιστήμονες έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση της μόλυνσης του περιβάλλοντος και του ανθρώπινου οργανισμού τη δεκαετία του ’80», είπε ο δρ Siow στο συνέδριο CleanUp 2013 που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες στη Μελβούρνη. «Σήμερα, η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έχει επισημάνει τη σημασία της παγκόσμιας μόλυνσης, τις επιδράσεις της στην ανθρώπινη υγεία και την αναγκαιότητα να καταλάβουν γιατροί και πολίτες τη σημασία της πρόληψης».
Συμπλήρωσε δε ότι το πρόβλημα είναι πως χρησιμοποιούνται ακόμη πολλές από αυτές τις τοξικές ουσίες, όπως για παράδειγμα ο υδράργυρος, ο οποίος είναι γνωστό ότι προκαλεί νευρική και εγκεφαλική βλάβη στα παιδιά. «Η χρήση υδράργυρου για τα δόντια έχει απαγορευθεί στη Σουηδία, ωστόσο στην Αυστραλία εξακολουθεί να υπάρχει».
Σύμφωνα με τον δρ Siow, η απαγόρευση της χρήσης τέτοιων ουσιών μπορεί να κοστίσει, ωστόσο το κόστος που προκύπτει για τη θεραπεία των ασθενειών που προκαλούν είναι πολύ μεγαλύτερο.
Την ίδια στιγμή, το πρόβλημα γίνεται πιο δύσκολο επειδή οι γιατροί δεν είναι αρκετά εκπαιδευμένοι ώστε να αναγνωρίζουν αυτού του είδους τις μολύνσεις εγκαίρως.
«Υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει κανείς για να μειωθεί η τοξικότητα στον άνθρωπο, όμως δεν χρησιμοποιούμε τις γνώσεις που έχουμε για την πρόληψη των ασθενειών. Αυτό είναι ανεξήγητο».
(πηγή: Ναυτεμπορική)