Θα μειωθεί κατά δύο ως τρία χρόνια το προσδόκιμο ζωής ολόκληρου του πληθυσμού
Η οικονομική ύφεση άρχισε να δείχνει τα «δόντια» της στο πιο ευαίσθητο κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού, τα βρέφη. Για πρώτη φορά μετά το 1950 καταγράφεται αύξηση της βρεφικής θνησιμότητας στη χώρα μας! Η κατάσταση αυτή συμπαρασύρει και το προσδόκιμο ζωής του συνόλου του πληθυσμού της χώρας, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κατά δύο ως τρία χρόνια. Οι ειδικοί επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η οικονομική ύφεση δεν συνδέεται τόσο με την υγειονομική περίθαλψη όσο με το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, το οποίο πλήττεται βάναυσα την τελευταία τετραετία.
Από το 1998, οπότε η Ελλάδα εισήλθε σε κατάσταση οικονομικής ύφεσης, η βρεφική θνησιμότητα ανέβηκε στο 3,8 (ανά 1.000 παιδιά ηλικίας ως ενός έτους) από 2,7 που ήταν προ κρίσης. Τα παραπάνω δυσοίωνα στοιχεία προκύπτουν από μελέτη που διεξάγεται από δίκτυο ευρωπαίων καθηγητών για λογαριασμό της Παγκόσμιας Τράπεζας. Και δυστυχώς ήταν αναμενόμενα για την επιστημονική κοινότητα. Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, οι οικονομικές κρίσεις έχουν πάντα σημαντικές επιπτώσεις στη βρεφική θνησιμότητα και στο προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού.
Η διεθνής εμπειρία τον επιβεβαιώνει. Στη Ρωσία, για παράδειγμα, καταγράφηκε αύξηση της βρεφικής θνησιμότητας και μείωση του προσδόκιμου ζωής μετά το 1989, την περίοδο, δηλαδή, της περεστρόικα, με τη μετάβαση από το σοσιαλιστικό σύστημα στην ελεύθερη αγορά. Τότε επήλθε τεράστιο σοκ στην κοινωνία. Το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε τέσσερα ως πέντε χρόνια λόγω του αλκοολισμού, της αύξησης καρδιαγγειακών νοσημάτων και ψυχικών διαταραχών.
Πτώση επιπέδου ζωής
Όσο «πέφτει» το ακαθάριστο κατά κεφαλήν εισόδημα τόσο αυξάνεται η βρεφική θνησιμότητα, δηλώνει η καθηγήτρια Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρία Χρύσα Τζουμάκα-Μπακούλα, η οποία διευκρινίζει ότι ο συγκεκριμένος δείκτης δεν συνδέεται με την επάρκεια των υπηρεσιών υγείας σε μια χώρα. Εξαίρεση αποτελούν τα εμβόλια. Η βρεφική θνησιμότητα, σημειώνει, αντανακλά το επίπεδο ζωής των κατοίκων. «Αυτά δηλαδή που παίζουν ρόλο είναι η διατροφή, το νερό που καταναλώνουμε, η αποχέτευση, το ηλεκτρικό, η θέρμανση, η εκπαίδευση των γονέων… Γενικότερα τα εγγειοβελτιωτικά έργα και το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού» εξηγεί.
Τα παραδείγματα που δείχνουν ότι οι αλλαγές του τρόπου ζωής μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τον συγκεκριμένο δείκτη υγείας είναι πολλά, σύμφωνα με την κυρία Μπακούλα. «Αν ένα σπίτι με μικρό παιδί πυκνοκατοικηθεί ξαφνικά, επειδή κάποια μέλη της οικογένειας έχασαν την εργασία τους ή για άλλους λόγους, αυτό που πρωτίστως θα επηρεαστεί αρνητικά είναι η υγεία του βρέφους. Και αυτό γιατί η υγεία του απειλείται από τον κίνδυνο λοιμώξεων και την επακόλουθη πτώση της άμυνας του οργανισμού» επισημαίνει.
Αργά στον γιατρό
Σύμφωνα με την κυρία Μπακούλα, το φαινόμενο να προσέρχονται παιδιά στα νοσοκομεία με καθυστέρηση επειδή τα σοβαρά προβλήματά τους παραγνωρίζονται για λόγους οικονομικούς είναι πλέον σύνηθες. «Όταν ο ένας από τους δύο ή ακόμη χειρότερα και οι δύο γονείς χάσουν τη δουλειά τους, η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση προβλημάτων υγείας δεν είναι ζητήματα πρώτης προτεραιότητας. Για παράδειγμα, τη σκωληκοειδίτιδα θα τη θεραπεύσει κάποιος αμέσως, μπορεί να καθυστερήσει όμως να αντιμετωπίσει κάποιο οδοντιατρικό πρόβλημα. Το σπουδαιότερο είναι ότι με την ανεργία των γονέων δυσχεραίνεται και ο δωρεάν εμβολιασμός των παιδιών, μια και χάνεται η ασφαλιστική τους κάλυψη».
Επιπλέον, όπως σημειώνει από την πλευρά του ο διευθυντής της Στ’ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Έλενα Βενιζέλου» κ. Γιώργος Φαρμακίδης, υπάρχει αύξηση και της περιγεννητικής θνησιμότητας λόγω των σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων και του έντονου στρες. Η κατάσταση φαίνεται να έχει επιστρέψει πολλές δεκαετίες πίσω. Σήμερα αρκετές γυναίκες δεν κάνουν όλες τις απαιτούμενες εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου καθώς το κόστος δεν καλύπτεται στο σύνολό του από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και δεν επισκέπτονται τακτικά τον γιατρό τους, παρατηρεί ο κ. Φαρμακίδης.
(πηγή: tovima.gr)