Μια απολαυστική ξενάγηση στο μαγικό κόσμο του Σύμπαντος, αντάξια των παραστάσεων που προβάλλονται στο Ευγενίδειο Πλανητάριο το οποίο διευθύνει εδώ και δεκαετίες, προσφέρει η συνέντευξη του Διονύση Σιμόπουλου στο Παιδεύω. 40 ολόκληρα χρόνια υπηρετεί την αστρονομία, ο κορυφαίος Έλληνας επιστήμονας. Μας μιλά απλά για τη βιαιότητα του Σύμπαντος, την γέννηση της ζωής, τα 100 – 200 δισεκατομμύρια άστρα της διαστημικής μας γειτονιάς, το μεγαλείο της έρευνας των αρχαίων Ελλήνων αστρονόμων και απαντά στα πιο δύσκολα ερωτήματα που απασχολούν την ανθρωπότητα.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Κύριε Σιμόπουλε, ξεκινήσατε παιδί και ασχοληθήκατε με αυτό το ωραίο αντικείμενο – την αστρονομία. Αν βρισκόσασταν πάλι στην αρχή θα παίρνατε τον ίδιο δρόμο;
Διονύσης Σιμόπουλος: Κι ακόμη περισσότερο! Σε μια εποχή που η αστρονομία, το διάστημα ήταν έννοιες σχετικά άγνωστες, εγώ ξεκίνησα εντελώς τυχαία και περιστασιακά. Το έναυσμα δόθηκε σε μια διεθνή κατασκήνωση, το καλοκαίρι του 1960 στην Αμφίκλεια της Παρνασσίδος, όπου γιορτάζαμε τα 50 χρόνια του προσκοπισμού στην Ελλάδα. Είχαν μαζευτεί τότε πρόσκοποι από όλο τον κόσμο. Δίπλα στην κατασκήνωση που είχαμε εμείς, οι Πατρινοί πρόσκοποι, ήταν μια αμερικάνικη κατασκήνωση. Οι Αμερικανοί είχαν καταπληκτικό εξοπλισμό και στο κέντρο του χώρου τους βρισκόντουσαν τρία τηλεσκόπια. Προσπαθώντας με τα αλλοπρόσαλλα αγγλικά μας, πήγαμε και μεις να δούμε το φεγγάρι. Η εικόνα της σελήνης που φαινότανε τόσο κοντά, ώστε να είσαι έτοιμος να απλώσεις το χέρι να την αρπάξεις, ήταν για μένα, στα 17 μου χρόνια, το κάτι άλλο! Σημειώσατε ότι ο Γιούρι Γκαγκάριν ταξίδεψε ένα χρόνο αργότερα στο διάστημα.
Αυτή ήταν η πρώτη επαφή. Όταν το 1961 έδωσα εξετάσεις πέτυχα στο Φυσικό, αλλά δεν υπήρχε η δυνατότητα να γραφτώ, λόγω της οικονομικής μας κατάστασης – τότε οι σχολές ήταν με πληρωμή. Έτσι έδωσα στη ΣΜΑ, που ήταν δωρεάν, αλλά κόπηκα στο τελευταίο μάθημα, που ήταν η τριγωνομετρία. Αν πετύχαινα, φυσικά, στη ΣΜΑ η ζωή μου θα ήταν διαφορετική. Στην Αμερική πήγα, γιατί είχα πληροφορηθεί ότι εκεί κάποιος δουλεύοντας μπορεί να σπουδάσει. Και πράγματι παρόλες τις κακουχίες, δεν το έχω μετανιώσει, αν χρειαζόταν πάλι το ίδιο θα επέλεγα.
Πάντοτε ήμουν λάτρης δυο Ελλήνων συγγραφέων: του Καζαντζάκη και του Καβάφη. Πρότυπό μου ήταν το ταξίδι προς την Ιθάκη. Και το ταξίδι είναι το ενδιαφέρον και όχι ο προορισμός. Αυτός ο στόχος με συνέπαιρνε πάντα. Έτσι ευτύχησα 40 συναπτά χρόνια να εργάζομαι στο Πλανητάριο. Πρώτα στην Αμερική και μετά, στα 29 μου χρόνια, ανέλαβα διευθυντής του Ευγενιδείου.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Πόσο βοήθησαν οι παρατηρήσεις των αρχαίων Ελλήνων στην αστροφυσική; Μήπως η έρευνα ανέτρεψε τα ευρήματά τους;
Διονύσης Σιμόπουλος: Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι ο Ίππαρχος, 150 χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού, ήταν ο καλύτερος παρατηρησιακός αστρονόμος όλων των εποχών. Με μόνη βοήθεια τα μάτια του, με όργανα που έφτιαξε ο ίδιος, κατόρθωσε να δει πράγματα, τα οποία πήραν αιώνες για να ανακαλυφθούν και πάλι. Ο Ερατοσθένης μέτρησε την περιφέρεια της γης με πρωτόγονα μέσα, με ακρίβεια που δεν έχει ούτε 1% διαφορά από την πραγματική περιφέρεια που μετρήσαμε εμείς με τους δορυφόρους. Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, 300 και πλέον χρόνια προ Χριστού, πρόβλεψε το ηλιοκεντρικό σύστημα που χρειάστηκε 1800 χρόνια ο Κοπέρνικος για να ξανα-ανακαλύψει, βασιζόμενος στις αναφορές των αρχαίων. Ο Θαλής ο Μιλήσιος, 500 και πλέον χρόνια προ Χριστού, πρόβλεψε ηλιακές εκλείψεις. Αυτά όλα μας λένε ότι οι βάσεις της επιστήμης βρίσκονται εκεί, στα χρόνια της κλασικής αρχαιότητας.
Οι σύγχρονες έρευνες τις 2 – 3 τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα έγιναν με όργανα τόσο πολύπλοκα, τόσο ανεπτυγμένα, που οι παρατηρήσεις δεν έχουν καμία σχέση με τα αποτελέσματα που έβγαζαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Επειδή μάλιστα το 2009 γιορτάζουμε τα 400 χρόνια από την πρώτη χρήση του τηλεσκόπιου από τον Γαλιλαίο – γι’ αυτό έχει ονομασθεί το 2009 έτος αστρονομίας – πρέπει να πούμε ότι ιδιαίτερα τα τελευταία 30-40 χρόνια που βάλαμε τα τηλεσκόπια μας πάνω από την ατμόσφαιρα της γης, βλέπουμε πράγματα που δεν μπορούσαμε να τα δούμε πριν. Είναι δυο μη συγκρίσιμα πράγματα οι γνώσεις και οι τεχνολογικές δυνατότητες που έχουμε σήμερα, με τις γνώσεις και τις δυνατότητες που είχαν τεχνολογικά οι αρχαίοι. Παρόλα αυτά η βάση της επιστήμης βρίσκεται εκεί και όπως έλεγε ο Νεύτωνας, ο μεγαλύτερος ίσως επιστήμονας όλων των εποχών, «αν κατόρθωσα να δω πιο πέρα από τους συνανθρώπους μου, είναι γιατί καθόμουνα στους ώμους γιγάντων».
Σήμερα οι γνώσεις πολλαπλασιάζονται. Για παράδειγμα από τη δεκαετία του ’60 που εγώ ήμουν φοιτητής μέχρι σήμερα οι γνώσεις έχουν πολλαπλασιαστεί πάνω από ένα δισεκατομμύριο φορές. Σήμερα η γνώση δεν προάγεται από άτομα, αλλά από ομάδες ατόμων. Στο πρόσφατο πείραμα που θα αρχίσει να γίνεται στο CERN στην Ελβετία για την ανακάλυψη του σωματιδίου Χιγκς και του πεδίου Χιγκς, συμμετέχουν 2000 άνθρωποι.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Υπάρχει απάντηση στο ερώτημα για την αρχή του Σύμπαντος;
Διονύσης Σιμόπουλος: Σήμερα έχουμε μοντέλα, πρότυπα. Αυτά τα μοντέλα βασίζονται σε αυτό που ονομάζουμε καθιερωμένο πρότυπο, βασίζονται δηλαδή σε ορισμένα σωματίδια που έχουν ανακαλυφθεί, που είναι όντως υπαρκτά. Αυτά τα σωματίδια για να υπάρξουν, για να έχουν τη δεδομένη μάζα που έχουν, πρέπει να υπάρχει ένα άλλο σωματίδιο που δημιουργεί ένα πεδίο γύρω του, το Χιγκς, το οποίο θεωρητικά υπέθεσε το 1964 ο Πήτερ Χιγκς, ένας Σκωτσέζος φυσικός, ο οποίος είναι εν ζωή και ελπίζει να δει τη θεωρία του να αποδεικνύεται. Αν δεν αποδειχτεί η ύπαρξη αυτού του σωματιδίου του Χιγκς τότε καταρρέει και όλο το οικοδόμημα. Παρόλα αυτά η θεωρία της μεγάλης έκρηξης, κατά το μάλλον ή ήττον πρέπει να είναι η σωστή, ίσως με κάποιες διαφοροποιήσεις.
Εάν πούμε ότι το μοντέλο είναι σωστό, τότε η απάντηση είναι ΝΑΙ! Γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή τι συνέβη από το χρόνο 10-43 και μετά. Τα δε πειράματα στο CERN προσπαθούν να αποδείξουν αυτή την πραγματικότητα από το 10-18 και μετά. Γεγονός είναι ένα, ότι οι ενδείξεις που έχουμε με τις τελευταίες διαστημοσυσκευές (όπως η διαστημοσυσκευή Wmap που μας έστειλε τις τελευταίες ανακαλύψεις πριν δυο χρόνια και έχει αρχίσει να μας δίνει και τις λεπτομέρειες αυτών των ανακαλύψεων) μας λένε το εξής: το Σύμπαν πρέπει να γεννήθηκε πριν από 13,73 δισεκατομμύρια χρόνια πριν ± 0,8%. Άρα, ξέρουμε την ηλικία του Σύμπαντος. Ξέροντας την ηλικία και γνωρίζοντας την διαστολή που υφίσταται το Σύμπαν (και αυτό το μάθαμε πριν από δέκα μόλις χρόνια) μπορούμε να βγάλουμε κατά κάποιο τρόπο το χώρο, ο οποίος αυτή τη στιγμή αποτελεί το Σύμπαν και αυτός ο χώρος έχει διάμετρο της τάξης των 94 δισεκατομμυρίων ετών φωτός. Είναι πολύ περισσότερο δηλαδή από ότι η ηλικία του Σύμπαντος γιατί αποδείχτηκε τα τελευταία δέκα χρόνια ότι το Σύμπαν διαστέλλεται επιταχυνόμενο, φαινόμενο που ονομάζουμε σήμερα σκοτεινή ενέργεια.
Όλα αυτά βασίζονται σε ορισμένες παρατηρήσεις και σε ορισμένες παραδοχές. Αν οι παραδοχές μας δεν είναι σωστές θα πρέπει να εξηγήσουμε διαφορετικά τις παρατηρήσεις μας, οι οποίες είναι σωστές. Κοιτάξτε να δείτε ποιο είναι το παράξενο: Υπολογίζονται περίπου 100 δισεκατομμύρια γαλαξίες και κάθε γαλαξίας έχει 100- 200 δισ. άστρα. Όλο αυτό το σύστημα των γαλαξιών, των άστρων, των πλανητών αποτελεί το 4% των συστατικών του Σύμπαντος. Το 23% αποτελείται από αυτό που ονομάζουμε σκοτεινή ύλη, που δεν ξέρουμε τι είναι. Και το 73% αποτελείται από αυτό που ονομάζουμε σκοτεινή ενέργεια, αυτό που δίνει την επιτάχυνση της διαστολής του Σύμπαντος, τα τελευταία 7 περίπου δισ. χρόνια και που κι αυτή δεν ξέρουμε τι είναι.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Παρατηρώντας τον ουρανό ηρεμούμε, ονειρευόμαστε, φανταζόμαστε, εμπνεόμαστε. Το Σύμπαν είναι τόσο ήρεμο όσο το βλέπουμε εμείς;
Διονύσης Σιμόπουλος: Όχι, δεν είναι καθόλου ήρεμο! Είναι μια απάτη να νομίζει κανείς ότι υπάρχει ηρεμία στο Σύμπαν. Αλλά η βιαιότητά του είναι μια δημιουργική βιαιότητα. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: Αν δεν υπήρχαν οι εκρήξεις σούπερ νόβα, δηλαδή ο θάνατος γιγάντιων άστρων, δεν θα υπήρχαν τα χημικά στοιχεία που έχουμε αυτή τη στιγμή και αποτελούν τα σώματά μας. Γιατί εκτός από το υδρογόνο εξολοκλήρου και το ήλιο στο μεγαλύτερο μέρος του, που γεννήθηκαν στη διάρκεια της γέννησης του Σύμπαντος, τα πρώτα δηλαδή δευτερόλεπτα, όλα τα άλλα χημικά στοιχεία δημιουργούνται στο εσωτερικό των άστρων, κυρίως γιγάντιων άστρων. Στις εκρήξεις σούπερ νόβα τα περισσότερα υλικά των άστρων εξοστρακίζονται προς τα έξω, δημιουργώντας καινούργια χημικά στοιχεία. Αυτά διασκορπίζονται στο διάστημα, ενώνονται και ανακατεύονται με άλλα χημικά στοιχεία που υπάρχουν στα νεφελώματα και δημιουργούνται δεύτερης, τρίτης, τέταρτης γενιάς άστρα, έτσι υπάρχουμε κι εμείς. Γιατί στην πραγματικότητα τα υλικά από τα οποία αποτελούμαστε γεννήθηκαν είτε με τη γέννηση του σύμπαντος, είτε με τις εκρήξεις αυτών των σούπερ νόβα. Αν δεν είχαμε αυτές οι εκρήξεις, δεν θα υπήρχαμε εσείς κι εγώ. Που σημαίνει ότι είμαστε αστρόσκονη. Γι αυτό και λέω ότι αν θέλει κανείς να πιάσει ένα άστρο, δεν έχει παρά να πιάσει το πρόσωπό του.
Έτσι η βιαιότητα της καταστροφής ενός άστρου δημιουργεί το θαύμα της δημιουργίας – τον άνθρωπο.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Ο ήλιος μας θερμαίνει ή μας ζεματάει; Γερνάει, μπορεί να πεθάνει; Ερωτήματα που συζητιούνται, ίσως μοιάζουν μεταφυσικά, αλλά υπάρχουν.
Διονύσης Σιμόπουλος: Ο ήλιος όπως και κάθε άλλο άστρο στο Σύμπαν θα πεθάνει. Αλλά το θαύμα του Σύμπαντος είναι, ότι ακόμη και στο θάνατο προσφέρει νέα ζωή. Γεννιούνται νέα άστρα, ανώτερης ποιότητας, που έχουν τη δυνατότητα να γεννήσουν το θαύμα της ζωής. Οπότε, θα έλεγα ότι ναι υπάρχει ένα πεπερασμένο όριο στην ηλικία του ήλιου. Ο ήλιος μας έχει μια ηλικία της τάξης των 5 δισ. χρόνων και θα πεθάνει σε 6 δισ. χρόνια. Είναι ένα μεσόκοπο άστρο. Κάποια στιγμή και ο ήλιος θα αρχίσει να διαφοροποιείται. Ένα άστρο σαν τον ήλιο μας ξέρουμε πώς συμπεριφέρεται, το έχουμε δει πολλές φορές. Ο ήλιος σε 1,1 δισ. χρόνια θα αρχίσει να αλλάζει και αυτό σημαίνει ότι η ενέργεια που θα εκπέμπεται θα είναι 10% μεγαλύτερη, δηλαδή θα αρχίσει να καίει τα πάντα. Οι απόγονοί μας με την όποια μορφή έχουν σε 1 δισ. χρόνια από σήμερα, αν έχουν κατορθώσει να επιβιώσουν και δεν έχουν καταστρέψει οι ίδιοι τον πλανήτη, όταν ο ήλιος αρχίσει να καταστρέφει την επιφάνεια του πλανήτη μας, αναγκαστικά θα πρέπει να φύγουν. Εγώ νομίζω ότι αυτή η δυνατότητα θα υπάρχει.
Είμαι αισιόδοξος ότι παρά τα προβλήματα που έχει επιφέρει ο ίδιος ο άνθρωπος στον πλανήτη, οι ίδιοι οι άνθρωποι θα μπορέσουν να λύσουν τα προβλήματα και να επιβιώσουν. Το πώς θα είμαστε σε 100 χρόνια από σήμερα δεν μπορώ καν να το προβλέψω. Σε 200 είναι σχεδόν αδύνατο και να το φανταστώ. Σε 1000 χρόνια είναι πλέον επιστημονική φαντασία. Σε ένα δισ. χρόνια ούτε καν επιστημονική φαντασία. Δηλαδή, θα μιλάμε για μια τεχνολογία τόσο ασύλληπτη που ακόμη και η μαγεία δεν θα είναι τίποτα μπροστά της.
Εντάξει, εάν σε ένα δισ. χρόνια επιβιώσουμε, θα μεταφερθούμε σε ένα άλλο άστρο που θα είναι καλό για τις ανάγκες μας. Τι θα γίνει σε ένα τρισεκατομμύριο τρισεκατομμυρίων τρισεκατομμύρια χρόνια από σήμερα, όταν σύμφωνα με το δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, η εντροπία αυξάνεται, άρα θα φθάσουμε σε ένα σημείο που δεν θα υπάρχει ενέργεια σε ολόκληρο το Σύμπαν; Τότε τι θα συμβεί; Πού θα είναι ο άνθρωπος, τι θα γίνει ο άνθρωπος; Εκεί η απάντηση είναι ότι κάποια στιγμή ακόμα και το Σύμπαν θα πεθάνει. Οπότε αν πεθάνει το Σύμπαν, αν δεν υπάρχει δηλαδή ενέργεια, αφού η θερμοκρασία θα έχει φθάσει σχεδόν στο απόλυτο μηδέν, τότε τι γίνεται;
Η καλύτερη απάντηση που έχω βρει στην επιστημονική φαντασία μέχρι σήμερα είναι ένα διήγημα του Ισαάκ Αζίμοβ, που το ονομάζει «Η τελευταία ερώτηση».
ΠΑΙΔΕΥΩ: Από παλιά τον άνθρωπο απασχολεί ένα ερώτημα: Υπάρχει ζωή έξω από τον πλανήτη Γη. Επιστημονικά πού φαίνεται να κατοικούν οι πιο κοντινοί μας γείτονες;
Διονύσης Σιμόπουλος: Πρώτα από όλα δεν έχουμε καμία απολύτως ένδειξη ότι υπάρχει και κάποιος άλλος πλανήτης με τα συστατικά εκείνα, με τις διαδικασίες εκείνες που θα μπορούσε να αναπτυχθεί ζωή. Τα τελευταία 12 χρόνια έχουμε ανακαλύψει περίπου 300 πλανήτες, γύρω από γειτονικά μας άστρα, μέχρι την απόσταση περίπου 150 ετών φωτός. Και όταν λέμε 150 έτη φωτός, εννοούμε ότι μένουμε στην ίδια πολυκατοικία, γιατί η γαλαξιακή μας πολιτεία που αποτελείται από 100-200 δισεκατομμύρια άστρα, από τη μια άκρη στην άλλη έχει μια διάμετρο 100.000 ετών φωτός.
Από τους 300 πλανήτες αυτούς, οι περισσότεροι είναι αέριοι γίγαντες. Ο μικρότερος έχει περίπου 5 φορές το μέγεθος της γης. Κανένας από αυτούς τους πλανήτες δεν θα μπορούσε να συντηρήσει ζωή, γιατί είναι πάρα πολύ κοντά στο μητρικό τους άστρο. Αυτό σημαίνει ότι θα καίγονταν.
Μέχρι τώρα, λοιπόν, δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι υπάρχουν πλανήτες σαν τη γη μας, στους οποίους να έχει δημιουργηθεί ζωή, να έχει εξελιχθεί και να έχει δημιουργήσει αναπτυγμένους τεχνολογικούς πολιτισμούς. Παρόλα αυτά έχουμε αυτό που μας οδηγεί στις περισσότερες εκτιμήσεις που κάνουμε δηλ. την αστροφυσική λογική. Γνωρίζουμε ότι ο γαλαξίας μας έχει 100 – 200 δισεκατομμύρια άστρα. Τα περισσότερα από αυτά τα άστρα πρέπει να έχουν πλανητικά συστήματα. Κάποιοι από αυτά τα τρισεκατομμύρια πλανήτες που υπάρχουν στο δικό μας γαλαξία, πρέπει να έχουν το μέγεθος και την απόσταση από το μητρικό τους άστρο, που να έχει νερό σε υγρή μορφή, άρα, πιθανόν να έχουν δημιουργηθεί εκείνες οι διαδικασίες που θα οδηγούσαν στη δημιουργία ζωής και την εξέλιξή τους.
Αν υπολογίσουμε, τελείως αυθαίρετα, ότι στο γαλαξία μας και μόνο είχαμε ένα εκατομμύριο διαστημικούς πολιτισμούς, μπορούμε να υποθέσουμε ότι πολλοί από αυτούς τους πολιτισμούς θα έχουν μεγαλύτερη ηλικία από εμάς, άρα θα έχουν προχωρήσει και τεχνολογικά, άρα θα έχουν φτιάξει τεχνολογία που σήμερα για εμάς θα φαινόταν μαγική. Αν διασκορπίσουμε αυτούς τους πολιτισμούς ομοιόμορφα στο γαλαξία μας, η απόσταση του πλησιέστερου από εμάς θα είναι περίπου 2.000 έτη φωτός. Που σημαίνει ότι αν εμείς με κάποιο τρόπο μαγικό δούμε ότι σε αυτό το άστρο υπάρχει ένας πλανήτης, όπου έχει αναπτυχθεί τεχνολογικός πολιτισμός, και στείλουμε ένα μήνυμα με τους δορυφόρους μας που τρέχει με 300.000 χλμ. το δευτερόλεπτο, θα χρειαστεί αυτό το μήνυμα 2.000 χρόνια να πάει εκεί. Αφού πάρουν αυτό το μήνυμα, το αποκωδικοποιούν και υποθέτουμε ότι στέλνουν και αυτοί ένα μήνυμα που κάνει άλλες 2.000 χρόνια για να φτάσει εδώ. Δηλαδή, με μια τεχνολογία που έχει όριο το όριο της ταχύτητας του φωτός, ένα απλό μήνυμα θέλει 4.000 χρόνια να φθάσει.
Τώρα εάν υπάρχει αναπτυγμένος πολιτισμός κάπου στο γαλαξία μας, με τόσο αναπτυγμένη τεχνολογία που ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε, σε αυτή την περίπτωση μπορεί να έχουν έρθει εδώ πέρα και να μην τους έχουμε πάρει χαμπάρι.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Από πού θα μπορούσε να ξεκινήσει ένα παιδί την εξερεύνηση του διαστήματος;
Διονύσης Σιμόπουλος: Πρωτ’ απ΄όλα με τα μάτια. Όπως έκαναν οι αρχαίοι Έλληνες. Ένα παιδί κοιτώντας τον ουρανό μπορεί να δει στις 16 Αυγούστου τη μερική έκλειψη της Σελήνης. Μπορεί να δει τους πλανήτες, που μετακινούνται. Μπορεί να παρατηρήσει κάθε μέρα την διαφορετική θέση της Σελήνης και τη διαφορετική μορφή της Σελήνης και να την καταγράψει. Να δει δίπλα σε ποιο λαμπρό αστέρι βρισκόταν κάθε μέρα. Απλές παρατηρήσεις της σελήνης, των πλανητών, που μπορεί να κάνει κανείς με τα μάτια.
Το δεύτερο είναι να μάθει να αναγνωρίζει αστερισμούς: τη Μεγάλη Άρκτο, τη Μικρή Άρκτο, να παρατηρήσει τις κινήσεις στη διάρκεια της νύχτας, την αλλαγή των εποχών. Όλες αυτές είναι παρατηρήσεις που έχουν να κάνουν άμεσα με βασικές γνώσεις αστρονομίας και μπορεί να τις κάνει οποιοσδήποτε.
Προχωρώντας σε επόμενο στάδιο ένα παιδί μπορεί να προχωρήσει στο διάβασμα ενός βιβλίου, να διαβάσει για την περιγραφή της Σελήνης. Να μάθει για τα βουνά και τις χαράδρες που υπάρχουν εκεί, να πάρει ένα χάρτη και με τα κιάλια να προσπαθήσει να τα βρει.
Ένα βήμα πιο προχωρημένο είναι το τηλεσκόπιο. Αν ο γονιός δει ότι το παιδί περνά το πρώτο στάδιο της παρατήρησης, τότε να προχωρήσει στην αγορά αυτή, γιατί πρόκειται για ένα ακριβό αντικείμενο. Με ένα μικρό τηλεσκόπιο μπορείς να δεις τους δακτυλίους του Κρόνου, ή τους κρατήρες της Σελήνης. Με ένα μεγαλύτερο τηλεσκόπιο μπορείς να περάσεις σε πιο προχωρημένες παρατηρήσεις. Αυτή τη φάση της αστροπαρατήρησης, θα την κάνει κανείς όταν έχει ολοκληρώσει τις προηγούμενες φάσεις με επιτυχία.
Και φυσικά το διάβασμα περιοδικών, βιβλίων κ.λπ. Υπάρχουν άφθονα βιβλία με καταπληκτικές εικόνες και πληροφορίες.
Όσο αφορά την επαγγελματική ασχολία, εκεί τα πράγματα αλλάζουν. Εγώ λέω ότι σε κάθε χίλιους επισκέπτες του Πλανητάριου αν καταφέρω να επηρεάσω έναν, τότε έχω πετύχει.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Το εκπαιδευτικό σύστημα θα μπορούσε να βοηθήσει;
Διονύσης Σιμόπουλος: Βεβαίως. Αλλά δυστυχώς το εκπαιδευτικό σύστημα και οι ιθύνοντες δεν πρόσεξαν ποτέ την ανάπτυξη του παιδιού με την ευρύτερη Παιδεία. Ιδιαίτερα στο Λύκειο που έχει καταντήσει προθάλαμος του πανεπιστημίου, μαθαίνουμε μόνο φόρμουλες για να λύσουμε ασκήσεις, ακόμα και στην έκθεση.
Για αυτό είμαι ιδιαίτερα ενοχλημένος με τους διοικούντες την παιδεία στη χώρα μας. Βγαίνουν τα παιδιά μας από τη στοιχειώδη και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν ξέρουν τι θα πει πλανήτης και τι άστρο. Δεν ξέρουν στοιχειωδώς την αστρονομία. Δεν εννοούμε να γίνουν αστροφυσικοί, αλλά όπως μαθαίνουν γεωγραφία ή άλλες επιστήμες, να κάνουν ένα μάθημα που μπορεί να τους ανοίξει τους ορίζοντες, να μάθουν το πόσο μικροί είμαστε, πόσο απειροελάχιστοι είμαστε στο Σύμπαν στο οποίο κατοικούμε. Αυτό το μάθημα που ήταν μια ώρα την εβδομάδα στο λύκειο πριν είκοσι χρόνια, το έκαναν προαιρετικό. Και φυσικά τα περισσότερα παιδιά δεν το επιλέγουν, όχι από έλλειψη ενδιαφέροντος αλλά γιατί δεν το προτιμούν οι καθηγητές να το διδάξουν, ή επειδή έχει εξετάσεις επιλέγουν άλλο μάθημα που δεν έχει εξετάσεις.
Κάνουν τα παιδιά για παράδειγμα, αντί για φυσική, κομμάτια της φυσικής. Το πιο όμορφο κεφάλαιο της φυσικής, που αφορά το σύμπαν δεν διδάσκεται.
ΠΑΙΔΕΥΩ: Τι μήνυμα θα στέλνατε στους αναγνώστες μας;
Διονύσης Σιμόπουλος: Να είναι πρώτα απ΄ όλα ανοιχτά μυαλά. Σημαντική είναι η μελέτη, αλλά και το παιχνίδι.
–