Έρευνα για τη δυνατότητα πρόγνωσης της αέριας ρύπανσης από δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα διεξάγουν καθηγητές του Πολυτεχνείου Κρήτης στο πλαίσιο του Climpact – Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή.
Με τη χρήση υπολογιστικών μοντέλων αλλά και μετρήσεων στο πεδίο επιδιώκεται να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών μετά την εκδήλωσή τους στην αέρια ρύπανση των περιοχών που έχουν πληγεί.
Όπως αναφέρει στο «Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων» ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης, κάτοχος Έδρας AXA για τις Πυρκαγιές και την Κλιματική Αλλαγή στο Πολυτεχνείο Κρήτης και αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου Leverhulme για την Έρευνα των Πυρκαγιών στο Λονδίνο, Απόστολος Βουλγαράκης, ένα σημαντικό μέρος της αέριας ρύπανσης από πυρκαγιές στην Ελλάδα (πχ από τις τεράστιες πυρκαγιές της Πελοποννήσου το 2007) μπορεί να καταλήξει πάνω από το θαλάσσιο χώρο της Μεσογείου, λόγω του ότι η κυκλοφορία των ανέμων (μελτεμιών) το καλοκαίρι είναι συνήθως από βόρειο- βορειοανατολικοί προς Νότιο- Νοτιοδυτικοί.
Ωστόσο, όπως τονίζει, αυτό εξαρτάται από τις ιδιαίτερες μετεωρολογικές συνθήκες της κάθε ημέρας (πχ την ημέρα της πυρκαγιάς στο Μάτι οι άνεμοι έπνεαν από ασυνήθιστη διεύθυνση), όπως και το ακριβές γεωγραφικό σημείο εκδήλωσης της πυρκαγιάς. «Το σίγουρο είναι ότι συνδυασμοί πυρκαγιών και ανέμων που οδηγούν τον καπνό προς κατοικημένες περιοχές και ιδίως σε μεγάλα αστικά κέντρα, έχει πολλαπλάσια σοβαρότερες επιπτώσεις στην υγεία του πληθυσμού σε σχέση με περιπτώσεις όπου οι ρύποι δεν καταλήγουν σε τέτοιες περιοχές. Σε κάθε περίπτωση, οι ρύποι από πυρκαγιές μπορούν να μείνουν στην ατμόσφαιρα για ώρες, ημέρες, ή και εβδομάδες. Ποιο είναι το σωτήριο φαινόμενο που μειώνει αυτούς τους χρόνους: μία καλή βροχή», σημειώνει ο κ. Βουλγαράκης.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, πέρα από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), το οποίο επηρεάζει δραστικά το κλίμα αλλά δεν είναι τοξικό αέριο, οι πυρκαγιές εκπέμπουν μία σειρά από άλλους ρύπους οι οποίοι είναι επικίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία. Τα πιο έντονα προβλήματα προκύπτουν από εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων, τα οποία συχνά έχουν πολύ μικρό μέγεθος με αποτέλεσμα να μπορούν να εισέλθουν στο αναπνευστικό μας σύστημα και να προκαλέσουν προβλήματα, ιδιαίτερα σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο κ. Βουλγαράκης, οι πυρκαγιές εκπέμπουν μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, μεθάνιο, ενώ προκαλούν και παραγωγή τροποσφαιρικού όζοντος, ενός ιδιαίτερα τοξικού ρύπου τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα φυτά, με αρνητικές συνέπειες και στη γεωργία.
Σε πολλές χώρες του πλανήτη, έχουν αναπτυχθεί ήδη υπολογιστικά συστήματα τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα λεπτομερούς προσομοίωσης και πρόβλεψης της αέριας ρύπανσης από πυρκαγιές, τόσο σε σύντομο χρονικό ορίζοντα (επόμενες ώρες ή ημέρες) όσο και σε μακρινό (αύξηση φαινομένων αέριας ρύπανσης λόγω πυρκαγιών στις επόμενες δεκαετίες). Αυτά τα συστήματα, σύμφωνα με τον κ. Βουλγαράκη, δίνουν μία ξεκάθαρη εικόνα για το ότι οι πυρκαγιές αποτελούν μία από τις κύριες πηγές αέριας ρύπανσης που επηρεάζει δισεκατομμύρια ανθρώπων.
«Το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί σε μεγάλο μέρος της Γης, μεταξύ άλλων στα υψηλά γεωγραφικά πλάτη (πχ Σιβηρία), στη Β. Αμερική, στην Αυστραλία, στη νοτιανατολική Ασία και φυσικά στη Μεσόγειο. Η κλιματική αλλαγή είναι κύριος παράγοντας που προκαλεί αυτή την επιδείνωση», σημειώνει ο κ. Βουλγαράκης.
Παράλληλα, λόγω της κλιματικής αλλαγής, αυτό που έχει παρατηρήσει η επιστημονική κοινότητα, είναι ότι συνεχώς αυξάνονται οι παράγοντες επικινδυνότητας για την εκδήλωση πυρκαγιών στη χώρα μας, καθώς, όπως τονίζει ο κ. Βουλγαράκης, οι περισσότεροι καύσωνες και τα μεγαλύτερα διαστήματα με ξηρασίες, σε συνδυασμό με τα καλοκαιρινά μελτέμια αποτελούν ένα μίγμα που δυστυχώς δημιουργεί διαρκώς επιδεινούμενες συνθήκες.
«Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι οι περσινές καταστροφικές πυρκαγιές στην Ελλάδα συνέβησαν σε μία περίοδο με τις προαναφερθείσες μετεωρολογικές συνθήκες ιδιαίτερα οξυμένες. Στους μετεωρολογικούς παράγοντες που αλλάζουν πρέπει επίσης να προστεθούν η άναρχη οικιστική ανάπτυξη σε περιαστικές περιοχές σε χώρους δάσους (χωρίς τα απαραίτητα μέτρα), η εγκατάλειψη της υπαίθρου που μείωσε τη διαχείριση της καύσιμης ύλης από εντόπιους πληθυσμούς, καθώς και η ελλιπής ενημέρωση των πολιτών, τα οποία είναι διαχρονικά προβλήματα. Στα πλαίσια του CLIMPACT μελετάμε και το πώς η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει το μέλλον των πυρκαγιών στον ελλαδικό χώρο», υπογραμμίζει ο ίδιος.
Τέλος, ιδιαίτερη σημασία δίνεται στο κομμάτι της πρόληψης για την καλύτερη διαχείριση και αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Ένα από τα βασικά εργαλεία για την πρόληψη είναι τα συστήματα πρόβλεψης (δείκτες) του κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιάς, τα οποία βασίζονται κυρίως σε μετεωρολογικές παραμέτρους, όπως η θερμοκρασία, η βροχόπτωση, η υγρασία και ο άνεμος. «Οι δείκτες αυτοί είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για την ετοιμότητα της πολιτείας σε περίπτωση πυρκαγιάς. Η περαιτέρω βελτίωση τους αποτελεί αντικείμενο έρευνας του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή και τις Επιπτώσεις της (CLIMPACT)», σημειώνει ο κ. Βουλγαράκης.