Συνέντευξη του Ευγένιου Σπαθάρη στο Παιδεύω
Παιδεύω: Κύριε Σπαθάρη αγαπήσαμε το Θέατρο Σκιών μέσα από την δική σας παρουσία. Τι είναι αυτό που σας οδήγησε σ’ αυτό το είδος Τέχνης;
Ευγένιος Σπαθάρης: Μεγάλωσα μέσα στην τέχνη του πατέρα μου, Σωτήρη Σπαθάρη οποίος αγαπούσε πολύ τον Καραγκιόζη του και έφτιαχνε τις φιγούρες του. Παρόλα αυτά δεν ήθελε να γίνω καραγιοζοπαίκτης αλλά να ακολουθήσω το επάγγελμα του αρχιτέκτονα. Ήμουν καλός στο σχέδιο και τη ζωγραφική, έτσι συχνά ασχολιόμουν με την ετοιμασία της διαφημιστικής ρεκλάμας για τις παραστάσεις του πατέρα μου. Όταν κάποτε ο πατέρας μου αρρώστησε και χρειάστηκε να τον αντικαταστήσω, ανακαλύφτηκε το ταλέντο μου από τον κόσμο κι εγώ κατάλαβα πως ήθελα να παίζω. Έτσι ξεκίνησα την καριέρα μου, το 1942, στο Μαρούσι και μάλιστα στην πλατεία Κασταλίας όπου βρίσκεται το Σπαθάρειο Μουσείο σήμερα.
Παιδεύω: Λένε ότι ο Καραγκιόζης σήκωσε στις πλάτες του τον Έλληνα. Εσείς νιώσατε αυτό το βάρος πίσω από το μπερντέ όλα αυτά τα χρόνια;
Ευγένιος Σπαθάρης: Ο Καραγκιόζης είναι ο ίδιος ο Έλληνας με τα προτερήματα και τα ελαττώματα του χαρακτήρα ενός ανθρώπου που σήκωσε στις πλάτες του όλα τα βάσανα της πατρίδας. Αυτό μαρτυρά και η καμπούρα του.
Εγώ, πίσω από το μπερντέ γνώριζα καλά την ιστορία του και προσπαθούσα πάντα να τη χρησιμοποιώ όταν το κοινό και η εποχή μου το επέτρεπε. Έτσι ανέβασα ηρωικά έργα, μυθολογία, αρχαία ιστορία κλπ. Όμως ο στόχος μου δεν ήταν να μεταδώσω αυτό το βάρος στον κόσμο αλλά να ανεβάσω ψηλά τον Καραγκιόζη και να τον εξυψώσω σαν μορφή τέχνης που κινδύνευε να χαθεί. Για αυτό δεν ένιωσα ποτέ έτσι, όσες δυσκολίες κι αν αντιμετώπισα όλα αυτά τα χρόνια στη ζωή μου. Μην ξεχνάμε πως ο Καραγκιόζης είναι μεν ένα λαϊκό θέαμα, αλλά εκπροσωπεί και μια δύσκολη τέχνη: το Θέατρο Σκιών.
Παιδεύω: Είναι Τούρκος ο Καραγκιόζης ή Έλληνας;
Ευγένιος Σπαθάρης: Ο περισσότερος κόσμος θα έχει ακούσει χιλιάδες γνώμες για αυτό το θέμα, επειδή εκτός από τον Έλληνα Καραγκιόζη υπάρχει και ο Τούρκικος Καραγκιόζ. Άλλος ο ένας κι άλλος ο άλλος. Φυσικά έφθασε στην Ελλάδα από την Τουρκία, όπως άλλωστε και η Τουρκία τον παρέλαβε από την Αίγυπτο, με τον Έλληνα καραγκιοζοπαίκτη Μπαρμπα Γιάννη Μπράχαλη γύρω στο 1850-1860 και μέχρι το 1897 που εξελληνίστηκε διατηρούσε τούρκικα χαρακτηριστικά με βωμολοχίες, που απαγόρευαν το θέαμα να παρουσιαστεί σε γυναικόπαιδα. Μέχρι που εμφανίστηκε ο Πατρινός ψάλτης Δημήτρης Σαρδούνης, ο γνωστός Μίμαρος που τον άλλαξε με τους νεωτερισμούς του και τον μετέτρεψε σε Ελληνικό Οικογενειακό Θέατρο.
Από τότε μιλάμε για καθαρά Ελληνικό Θέατρο Καραγκιόζη το οποίο συνεχίστηκε με τους μαθητές του Μίμαρου, (Ρούλιας, Μέμος, Θοδωρέλλος), που εμπλούτισαν το Θίασο Σκιών και παρέδωσαν την τέχνη και σε άλλους όπως ήταν ο πατέρας μου, ο Μόλλας, ο Χαρίδημος κι εξαιρετικοί άλλοι.
Παιδεύω: Είστε ένας μεγάλος καραγκιοζοπαίχτης, συγγραφέας και ζωγράφος, που συνεχίσατε επάξια το έργο των προηγούμενων. Ελπίζετε ότι θα συνεχίσουν κάποιοι να υπηρετούν αυτό το είδος τέχνης;
Ευγένιος Σπαθάρης: Ευτυχώς υπάρχουν αρκετοί νέοι καλλιτέχνες που συνεχίζουν την παράδοση. Δεν γνωρίζω αν όλοι τους έχουν το μεράκι, την αγάπη και την υπομονή τη δική μας αλλά ελπίζω ότι κάποιοι θα συνεχίσουν να υπηρετούν αυτήν την τέχνη και θα φροντίσουν να την διατηρήσουν ψηλά, φτάνει να είναι αγαπημένοι! Να στηρίζει ο ένας τον άλλον γιατί σήμερα οι νέοι έχουν να αντιμετωπίσουν διαφορετικέ δυσκολίες από τις δικές μας. Δεν πρέπει να ανταγωνίζονται αλλά να είναι ενωμένοι ώστε να αποδείξουν σε όλους, ειδικά στο κράτος, ότι ο Καραγκιόζης είναι ανώτερος και χρειάζεται βοήθεια και σεβασμό.
Παιδεύω: Αν σας ρωτούσαμε ποιο ήταν το συνταρακτικότερο γεγονός που ζήσατε πίσω από το μπερντέ, ποιο θα θυμόσασταν;
Ευγένιος Σπαθάρης: Πολλά γεγονότα μου έχουν συμβεί, αλλά πίσω ακριβώς από το μπερντέ ένα ήταν το πιο συνταρακτικό γεγονός που έζησα και θυμάμαι έντονα ακόμη: τη στιγμή που έπαιζα παράσταση και ήλθε κάποιος γνωστός, ο οποίος έσκυψε στο αυτί μου και μου ψιθύρισε ότι πέθανε η μητέρα μου.
Μου κόπηκε η φωνή και τα πόδια, ενώ νόμιζα πως θα πέσω. Όμως, δεν μπορούσα να αφήσω το έργο στη μέση, να εκθέσω τον θεατρώνη και να απογοητεύσω το κοινό. Έτσι, κατάφερα να συνεχίσω σφίγγοντας τα δόντια, μέχρι να τελειώσει η παράσταση και να τρέξω κοντά της και στον πατέρα μου.
Παιδεύω: Το Θέατρο Σκιών δεν ενισχύθηκε από την επίσημη Πολιτεία. Πώς ζείτε αυτή την αδιαφορία του κράτους;
Ευγένιος Σπαθάρης: Πάνε χρόνια που αυτό το είχα πάρει απόφαση και συνέχιζα μόνος μου και με όσους αγαπούσαν την τέχνη μου. Μέχρι που οι κόποι μου αναγνωρίστηκαν από το Δήμο Αμαρουσίου με τον οποίο δημιουργήσαμε το Μουσείο και το Σπαθάρειο Θέατρο Σκιών. Τώρα πια δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο, παρά να ευχηθώ ότι η επίσημη πολιτεία θα βοηθήσει ενεργά τους νέους καλλιτέχνες να έχουν ένα θέατρο ή κάποιες επιχορηγήσεις. βλέπω, πάντως, πως όλα σχεδόν τα καινούργια βιβλία του σχολείου περιλαμβάνουν Καραγκιόζη στην ύλη τους κι αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα. Αν αρχίσει πάλι να προβάλλεται και από όλα τα κρατικά και ιδιωτικά κανάλια, τότε, πού ξέρετε, όλα μπορούν να γίνουν.
Παιδεύω: Τι θα θέλατε να πείτε στη νέα γενιά;
Ευγένιος Σπαθάρης: Εύχομαι σε όλους να είναι δυνατοί και να έχουν καλή σταδιοδρομία. Να ξεπερνούν με γέλιο τις δυσκολίες όπως ο Καραγκιόζης, αλλά πιο πολύ: να μην ξεχνούν τον ίδιο τον Καραγκιόζη και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους με αυτόν. Ο Καραγκιόζης είναι διαχρονικός, είμαστε εμείς οι Έλληνες του τότε και του σήμερα με τις χαρές μας και τις λύπες που πάντα θα ξεπερνάμε για να επιβιώνουμε.
(Η συνέντευξη παραχωρήθηκε τον Φεβρουάριο 2007)
–
Αντίο Φίλε των Παιδιών
(Αποχαιρετιστήριο)
Μπράβο ρε Καραγκιόζη! Τα κατάφερες και πάλι!
Μουσκέψανε τα μάτια μας! Λαχάνιασε η πνιγμένη ανάσα μας.
Μόνο που τούτη τη φορά αυτό το μακρόσυρτο τελικό «Άαααααχ!» δεν ήταν από τον εξαντλητικό χορό. Δεν ήταν από το πλημμύρισμα του γέλιου. Δεν ήταν από αγαλλίαση, από την ανακούφιση που ζούσαμε όταν μας έδειχνες στο μπερντέ πώς να νικάμε τις δυσκολίες της ζωής και πώς να κοροϊδεύουμε τους δυνάστες μας.
Αυτό το τελευταίο «Άαααααχ!» ήταν πικρό, κατάπικρο, στεγνό συναίσθημα του πόνου που ξεμάκρυνες, που αποφάσισες να μας αφήσεις να τα βγάλουμε πλέον πέρα μόνοι μας. «Αρκετά!» – θα σκέφτηκες – «καιρός να μπείτε κι εσείς πίσω απ’ το μπερντέ. Να σκαρφιστείτε κι εσείς τρόπους για να ξεφεύγει ο Καραγκιόζης από τις προσταγές του «πολυχρονεμένου Πασά».
Να’ μαστε, λοιπόν, πίσω από το μπερντέ αμήχανοι και αγχωμένοι.
Αλήθεια, θυμάσαι όταν σε μια συνέντευξη που απλόχερα παραχώρησες στο νεογέννητο τότε «Παιδεύω» σου ζητήσαμε να μας περιγράψεις την πιο δύσκολη στιγμή σου πίσω απ’ το μπερντέ. Μας είχες πει τότε:
«Πολλά γεγονότα μου έχουν συμβεί, αλλά πίσω ακριβώς από το μπερντέ ένα ήταν το πιο συνταρακτικό γεγονός που έζησα και θυμάμαι έντονα ακόμη: τη στιγμή που έπαιζα παράσταση και ήλθε κάποιος γνωστός, ο οποίος έσκυψε στο αυτί μου και ψιθύρισε ότι πέθανε η μητέρα μου. Μου κόπηκε η φωνή και τα πόδια, ενώ νόμιζα πως θα πέσω. Όμως δεν μπορούσα να αφήσω το έργο στη μέση, να εκθέσω τον θεατρώνη και να απογοητεύσω το κοινό. Έτσι κατάφερα να συνεχίσω σφίγγοντας τα δόντια, μέχρι να τελειώσει η παράσταση και να τρέξω κοντά της και στον πατέρα μου».
Ακριβώς το ίδιο νιώθουμε κι εμείς σήμερα. Πρέπει όμως να τελειώσουμε την παράσταση, για το καλό του κόσμου, για τι καλό όλων μας.
Κι όμως την πάτησες Καραγκιόζη! Όσο κι αν πίστεψες πως μας την έφερες, πως ξεμάκρυνες ελεύθερος στις γειτονιές των αγγέλων, από τις σφαλιστές καρδιές μας δεν μετακινήθηκες ρούπι. Εκεί θα μείνεις έγκλειστος για πάντα και δεν θα σ’ απελευθερώσουμε ποτέ!
Καλό σου ταξίδι σοφέ Δάσκαλε!
Γιάννης Σαράντης
–