Του Τάσου Τσακίρογλου
Τα τελευταία δύο χρόνια της πανδημίας μοιάζει σαν ένα τσουνάμι εγκληματικότητας να χτυπά την κοινωνία, με ιδιαίτερη βιαιότητα. Σχεδόν ο μισός χρόνος των δελτίων ειδήσεων καταλαμβάνεται από ειδεχθή εγκλήματα: βίαιες δολοφονίες, γυναικοκτονίες, βιασμοί –ακόμα και από τους ίδιους τους γονείς παιδιών–, κακοποιήσεις γερόντων, σεξουαλικές παρενοχλήσεις, οπαδική βία, ληστείες, βασανισμοί ζώων και η λίστα δεν έχει τέλος.
Η αλήθεια είναι –και αυτό το δείχνουν πλείστες όσες έρευνες– ότι ο εγκλεισμός και τα περιοριστικά μέτρα λόγω κορονοϊού επιδείνωσαν δραματικά την ψυχική υγεία όλων μας, με αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας και των ακραίων εγκλημάτων.
Η κατάθλιψη, η απογοήτευση, η μοναξιά και η έλλειψη μιας άμεσης εξόδου από την πανδημία πολλαπλασίασαν τα βίαια ξεσπάσματα και τους καβγάδες, κάτι που βλέπουμε παντού γύρω μας. Άνθρωποι στα όριά τους, έτοιμοι να «αρπαχτούν», με λυμένο το ζωνάρι, περιμένοντας να δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία: στις στάσεις, στο μετρό, στους δρόμους – παντού.
Αυτός είναι ο ένας παράγοντας. Ο δεύτερος είναι η αντήχηση που δημιουργούν τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δηλαδή το φαινόμενο echo chamber όπως ονομάζεται διεθνώς. Τι είναι αυτό; Πρόκειται για το φαινόμενο της ανατροφοδότησης, της ενίσχυσης και της αναπαραγωγής ιδεών, απόψεων και γεγονότων (ακόμα και ψευδών) μέσω της αντήχησής τους σε ένα κλειστό σύστημα: όπως ακριβώς πολλαπλασιάζεται ο ήχος μέσα σε ένα δωμάτιο που ευνοεί τον αντίλαλο.
Η βία σε επίπεδο κοινωνίας δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο. Ιδιαίτερα σε κλειστές κοινωνίες όπου επικρατεί και μια σιωπηρή (συν)ενοχή, η ενδοοικογενειακή βία, η αιμομιξία, οι εξωσυζυγικές σχέσεις, ο ρατσισμός και οι κάθε είδους διακρίσεις (συγ)καλύπτονται και ένα είδος ομερτά επιβάλλεται. Κακοποιητικές συμπεριφορές που είναι γνωστές σε όλο το χωριό ή στη μικρή πόλη, αλλά σχεδόν κανείς δεν θέλει να μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτές. Συχνά στην ομερτά αυτή συμμετέχουν και οι Αρχές της τοπικής κοινωνίας, προκειμένου να μην ταράξουν τα (λιμνάζοντα) ύδατα. Στις πόλεις πάλι υπάρχει η σιωπή της ανωνυμίας και η κυριαρχία της αδιαφορίας για τους γύρω μας. Έτσι, πολλαπλά εγκλήματα συμβαίνουν, με τους γείτονες να δηλώνουν ότι «πέφτουν από τα σύννεφα» για τους δράστες.
Τα ΜΜΕ (με αρκετές διαβαθμίσεις, είναι αλήθεια) αγαπούν το αστυνομικό δελτίο, αφού ο ανθρώπινος πόνος και η τραγωδία -οικογενειακή, ερωτική ή άλλη- «πουλάνε» και φέρνουν πρωτιές. Ο «κιτρινισμός» των τηλεοπτικών δελτίων συνεπάγεται διαφήμιση και άρα χρήμα. Το «έγκλημα» είναι χρυσοτόκος όρνιθα για τα κανάλια, τα οποία πλέον διαγκωνίζονται στις «αποκλειστικότητες».
Βέβαια, δεν πρέπει να μας διαφεύγει αυτό που έλεγε ο Ιταλός δραματουργός, Βιτόριο Αλφιέρι, ότι δηλαδή «η κοινωνία προετοιμάζει το έγκλημα, ενώ ο εγκληματίας απλώς το διαπράττει». Η βία εκκρίνεται απ’ όλους τους πόρους της κοινωνίας: αποκλεισμός, φτώχεια, πόλεμοι, καταστροφές, διακρίσεις, εκμετάλλευση και εγκλήματα με κρατική σφραγίδα. Οι ψυχικές νόσοι έχουν αυξηθεί και αυξάνονται διαρκώς σε ένα σύστημα γεμάτο παραλογισμό και αντιφάσεις. Όσο εκλείπει η ελπίδα για μια αξιοπρεπή ζωή, τόσο αυξάνονται τα υπαρξιακά αδιέξοδα, τα οποία είναι η εν δυνάμει πηγή της εγκληματικότητας και η μήτρα της βίας.
Φυσικά κοινωνία αγγέλων δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει, αλλά σίγουρα οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν περισσότερο ισορροπημένα με τους γύρω τους και με τη φύση.
(Πηγή: efsyn.gr)