Μειώθηκε λόγω της πανδημίας ο αριθμός των πολιτών που προσήλθαν για εξετάσεις έγκαιρης διάγνωσης
Τα δύο τελευταία χρόνια η πανδημία αποτέλεσε αναγκαστικά υγειονομική προτεραιότητα, όμως ο καρκίνος συνέχισε και συνεχίζει να αποτελεί ακόμα πιο συχνή και επικίνδυνη νόσο, γι’ αυτό δεν πρέπει να αποσυρθεί από το προσκήνιο του δημόσιου ενδιαφέροντος, τονίζει η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία, με την ευκαιρίας της σημερινής Παγκόσμιας ημέρας για την καταπολέμηση του καρκίνου. Η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία σημειώνει ότι παρατηρήθηκε διεθνώς μία υστέρηση σ’ ό,τι αφορά τον αριθμό των πολιτών που προσήλθαν για εξετάσεις έγκαιρης διάγνωσης, ενώ επιστημονικές μελέτες επισήμαναν πως και η καθυστέρηση που καταγράφηκε στην προσέλευση για εξέταση συμπτωματικών ασθενών θα έχει ως αποτέλεσμα στο επόμενο χρονικό διάστημα την αύξηση του ποσοστού διαγνώσεων πιο προχωρημένων καρκίνων.
Όπως αναφέρει, κάθε χρόνο οι νέες περιπτώσεις καρκίνου στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, ανέρχονται σε 68.000, ενώ οι θάνατοι στους 33.000. Παράλληλα, εκατοντάδες χιλιάδες είναι οι ασθενείς που επιζούν μετά την εμφάνιση της νόσου για αρκετά, έως πάρα πολλά, χρόνια. «Οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί και οι πιο αποτελεσματικές μέθοδοι για τη μείωση τους και την ελάφρυνση της επιβάρυνσης που προκαλεί ο καρκίνος σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι η αποφυγή των καρκινογόνων παραγόντων (πρωτογενής πρόληψη) και η πρόωρη (έγκαιρη) διάγνωση (δευτερογενής πρόληψη). Με αυτές μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 30% οι νέες περιπτώσεις και να βελτιωθεί σημαντικά η θνησιμότητα» τονίζει.
Παράλληλα, σύμφωνα με την Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία, οι σύγχρονες θεραπευτικές αγωγές, τις οποίες κατέχουν και εφαρμόζουν οι Έλληνες υγειονομικοί, έχουν βελτιώσει αισθητά την ποιότητα και ποσότητα της ζωής των ασθενών, δημιουργώντας ένα κλίμα αισιοδοξίας για ακόμα καλύτερα αποτελέσματα στο μέλλον.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «πέρα από την πρόοδο της επιστήμης και την επάρκεια γνώσεων και ικανοτήτων των υγειονομικών μας, εξακολουθεί να είναι ζητούμενο στη χώρα μας, η βελτίωση της παρεχόμενης φροντίδας, για να μπορούν όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα του τόπου κατοικίας, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης, ή των πεποιθήσεων τους, να έχουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης σε έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση καθώς και θεραπεία, σε αξιοπρεπείς συνθήκες».
Σημειώνει τέλος πως «ο καρκίνος δεν είναι μόνο ιατρικό, αλλά και κοινωνικό πρόβλημα» και επομένως, χρειάζεται την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στον αντικαρκινικό αγώνα και τη χάραξη και πιστή εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών από το κράτος. «Ο καρκίνος είναι ατομική, κοινωνική και κρατική ευθύνη» καταλήγει η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία.
(Πηγή: naftemporiki.gr)