Συντάκτης: Νατάσα Μπαστέα
Σε όλο τον πλανήτη, η πανδημία προκάλεσε παράξενα νυχτερινά οράματα. Μπορούν άραγε αυτά να ρίξουν φως στο πανάρχαιο ερώτημα γιατί βλέπουμε όνειρα;
Στη διάρκεια της πανδημίας ονειρευθήκαμε περισσότερο. Τα όνειρά μας άλλαξαν – συμβαδίζοντας με τις νέες συνθήκες. Κι αυτό βοηθά τους ερευνητές να καταλάβουν λίγο καλύτερα τι ακριβώς συμβαίνει με τα όνειρα.
Κάποιοι, βέβαια, απορρίπτουν τη μελέτη των ονείρων. Όμως οι ερευνητές χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τα εργαλεία των κοινωνικών και βιοϊατρικών επιστημών για τη μελέτη των ονείρων. Υπάρχουν εργαστήρια ύπνου που συνδέονται με πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο, τα οποία μελετούν ονειροπόλους με μαγνητική νευροαπεικόνιση και ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα και δημοσιεύουν εμπειρικές έρευνες σε έγκριτα περιοδικά.
Οι επιστήμονες μελετούν τη χρήση εργαλείων εικονικής πραγματικότητας για να «κατασκευάσουν» όνειρα και εμπειρίες ύπνου και έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν σαρώσεις εγκεφάλου για να δημιουργήσουν αλγόριθμους που τους επιτρέπουν να προβλέψουν, αν και με περιορισμένη ακρίβεια, ποιες εικόνες βλέπουν εκείνοι που ονειρεύονται. Στόχος τους είναι να παραβιάσουν τα τείχη που περιβάλλουν την κατανόηση των ονείρων μας. Αλλά ακόμη και με τα εργαστήρια ύπνου και τις σαρώσεις εγκεφάλου, λέει στους «New York Times» ο Τορ Νίλσεν, διευθυντής του Εργαστηρίου Ονείρων και Εφιαλτών στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, τα όνειρα απλώς «δεν επιτρέπουν να ανοιχτούν πολλές πόρτες». Αυτό πρόσφερε η πανδημία: όχι μια απάντηση, αλλά ένα άλλο σημείο πρόσβασης, ένα φυσικό πείραμα που βασίζεται στη συλλογική εμπειρία.
Καθώς ο κορωνοϊός εξαπλώθηκε και μεγάλο μέρος του κόσμου κινήθηκε προς την απομόνωση, οι ερευνητές των ονείρων άρχισαν να οργανώσουν έρευνες που θα μπορούσαν να τους επιτρέψουν να έχουν στα ονειρικά τοπία που εκτυλίσσονται μέσα στον εγκέφαλο. Το πρώτο πράγμα που παρατήρησαν σχεδόν όλοι ήταν ότι για πολλούς ανθρώπους, οι κόσμοι των ονείρων τους έμοιαζαν ξαφνικά μεγαλύτεροι και πιο έντονοι. Μια μελέτη σε περισσότερους από 1.000 Ιταλούς που ζούσαν μέσα σε αυστηρό lockdown διαπίστωσε ότι περίπου το 60% κοιμόταν άσχημα – προ πανδημίας, μόνο το 1/3 των Ιταλών ανέφεραν προβλήματα ύπνου – και επίσης θυμούνταν περισσότερα από τα όνειρά τους από ό,τι σε κανονικές περιόδους.
Ανέφεραν επίσης ότι αυτά τα όνειρα τα ένιωθαν ασυνήθιστα αληθινά και συναισθηματικά. Στην Ουχάν της Κίνας, μελέτη 100 νοσοκόμων που στρατολογήθηκαν για να εργαστούν στην πρώτη γραμμή διαπίστωσε ότι το 45% εξ αυτών έβλεπε εφιάλτες – «ποσοστό διπλάσιο», σημειώνει ο Νίλσεν, «μεταξύ των κινέζων ψυχιατρικών εξωτερικών ασθενών και πολλές φορές υψηλότερο από το 5% του γενικού πληθυσμού που έχει διαταραχές με εφιάλτες». Στη Γαλλία, το Ερευνητικό Κέντρο Νευροεπιστημών της Λυών διαπίστωσε ότι η ανάκληση ονείρων αυξήθηκε κατά 35% τον μήνα μετά την έναρξη του lockdown, ενώ έρευνα σε 3.000 Αμερικανούς κατέγραψε ότι σχεδόν το 1/3 παρατήρησε ότι ξαφνικά θυμάται περισσότερα όνειρα. Ακόμη και οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, όπως ανακάλυψαν οι ερευνητές, ήταν γεμάτοι από ανθρώπους που εκπλήσσονταν με το πόσο πιο ενεργή και ζωντανή είχε γίνει η ζωή των ονείρων τους. «Είναι ιδέα μου;» ρωτούσαν πολλοί από αυτούς. Δεν ήταν.
Η πρόσβαση σε αρκετό ύπνο έχει γίνει προνόμιο. Ο Αντόντιο Ζάντρα, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ και ερευνητής στο Κέντρο Προηγμένης Έρευνας στην Ιατρική του Υπνου, παρατηρεί ότι πριν από 1,5 χρόνο ήρθαν τα lockdown και ξαφνικά πολλοί άνθρωποι δεν έβαλαν ξυπνητήρια. Κοιμόντουσαν περισσότερο και κοιμόντουσαν αργότερα. Όταν οι άνθρωποι που ήταν σε lockdown παρατήρησαν μια ξαφνική αύξηση στα όνειρα, λέει ο Ζάντρα, ήταν «σαν ένα καταστροφικό γεγονός να έσβησε όλα τα εξωτερικά φώτα και οι άνθρωποι έμειναν έκπληκτοι βλέποντας τόσα πολλά αστέρια στον ουρανό».
Και λοιπόν; θα ρωτούσε κάποιος. Ένα πράγμα στο οποίο όλοι συμφωνούν είναι ότι ο ύπνος, και ειδικά ο ύπνος REM, είναι σημαντικός. Η εξέλιξη δεν θα είχε ευνοήσει μια τόσο «επικίνδυνη» δραστηριότητα – κατά την οποία είμαστε αποκομμένοι από την πραγματικότητα – αν δεν ήταν βαθιά βοηθητικός για την επιβίωση.
Τέρατα που κρύβονται ή επιτίθενται αόρατα
Η Ντίντρε Μπάρετ είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Χάρβαρντ. Λίγο καιρό αφότου ξεκίνησε η πανδημία, εκείνη ξεκίνησε μια έρευνα στο Διαδίκτυο, όπου μαζί με τις βασικές πληροφορίες των χρηστών ζητούσε να περιγράψουν πρόσφατα όνειρά τους, που πίστευαν ότι αφορούσαν την πανδημία. Σε πολλούς, η σύνδεση ήταν προφανής: όνειρα εργασίας σε εντατικές ή κάποιο θετικό τεστ Covid ή να κρυφτεί από ασθένεια. Άλλα όνειρα ήταν πιο μεταφορικά, αλλά παρ’ όλα αυτά πρόσφεραν διαισθητικές συνδέσεις, το είδος της μεταφοράς συναισθημάτων που οι ερευνητές των ονείρων συνηθίζουν να αναγνωρίζουν. Ενα κοινό όνειρο αυτού του τύπου περιελάμβανε τέρατα που κρύβονται ή επιτίθενται αόρατα στους ανθρώπους γύρω τους. Σε ένα όνειρο, το αόρατο τέρας μπορούσε να σκοτώσει μόνο ανθρώπους που βρίσκονταν σε απόσταση έξι μέτρων από το πιο πρόσφατο θύμα του.
Καθώς προχωρούσε η πανδημία, τα όνειρα για την ίδια την ασθένεια άρχισαν να αναμειγνύονται με όνειρα για τις δευτερεύουσες επιπτώσεις της, ειδικά τη ζωή υπό lockdown. Αυτά τα όνειρα, επίσης, ήταν σε γενικές γραμμές παρόμοια σε όλες τις χώρες, με τη διαφορά ότι ήρθαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, καθώς διάφορες χώρες επέβαλαν ή σταματούσαν τους περιορισμούς στις μετακινήσεις. Οι άνθρωποι που βρίσκονταν μόνοι τους σε καραντίνα συχνά ονειρευόντουσαν αυτό που η ίδια αποκαλεί «υπερβολικά σενάρια απομόνωσης, εγκατάλειψης»: κρατούμενοι στη φυλακή ή εγκλωβισμένοι σε διαστημόπλοιο. Αντίθετα, εκείνοι που βρέθηκαν να ζουν με πολλά άτομα είχαν το αντίθετο όνειρο: ότι χάνουν τον έλεγχο του σπιτιού τους από τα πλήθη.
Καθώς ο χρόνος περνούσε και η πανδημία συνεχιζόταν, η Μπάρετ παρατήρησε περισσότερα όνειρα που περιέγραψε ως μετα-αποκαλυπτικά – συχνά αφορούσαν μικρές ομάδες επιζώντων που ζούσαν σε αλλαγμένους, επικίνδυνους κόσμους. «Ονειρευόμουν ότι δεν θα επιστρέψω ποτέ στη συνηθισμένη ζωή, ότι είμαι γέρος και σε καραντίνα με τα μελλοντικά εγγόνια μου», έγραψε κάποιος. «Ονειρευόμουν ότι όλη η ανθρωπότητα σιγά – σιγά εξαφανιζόταν», ανέφερε ένας άλλος, «και διατηρήθηκε μόνο από εμένα που ήθελα να συντηρήσω τους πάντες στη μνήμη μου».
(Πηγή: in.gr)