Τι άλλαξε πριν και μετά την πανδημία. Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο. Ο ρόλος της ηλικίας, του εισοδήματος, της οικογενειακής κατάστασης και των εμποδίων που έφερε ο κορωνοϊός στη ζωή μας.
Η συνέχιση της πανδημίας που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός, έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των ενηλίκων, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Όπως αποκαλύπτει, τα κρούσματα της κατάθλιψης αυξάνονταν σταδιακά στη διάρκεια του πρώτου έτους από την έναρξή της και πλέον είναι σχεδόν τετραπλάσια απ’ ό,τι πριν από αυτήν!
Ωστόσο η κατάθλιψη δεν αυξήθηκε εξίσου σε όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Οι ανύπαντροι και τα άτομα με χαμηλό οικογενειακό εισόδημα ήταν πιθανότερο να την εκδηλώσουν. Το ίδιο και όσοι ήρθαν αντιμέτωποι με πολλά στρεσογόνα γεγονότα λόγω της πανδημίας.
«Ο συνεχής και αυξανόμενος επιπολασμός της κατάθλιψης υποδηλώνει ότι το βάρος της πανδημίας στην ψυχική υγεία είναι συνεχές και άνισο», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Catherine Ettman, από τη Σχολή Δημοσίας Υγείας του Πανεπιστημίου της Βοστώνης.
«Περιμέναμε ότι θα βρούμε κάποια αύξηση στην κατάθλιψη, γιατί ο κορωνοϊός και οι περιορισμοί που επέφερε είναι ένα τραυματικό γεγονός. Ωστόσο νομίζαμε ότι η αύξηση αυτή κάποια στιγμή θα παρουσίαζε ύφεση, όπως τυπικά συμβαίνει με τα τραυματικά γεγονότα», δήλωσε o επιβλέπων ερευνητής Dr. Sandro Galea, πρύτανης και καθηγητής Επιδημιολογίας στη Σχολή. «Αντ’ αυτού, όμως, είδαμε ότι 12 μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας, τα ποσοστά της κατάθλιψης παραμένουν υψηλά».
Η μελέτη δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet Regional Health – Americas. Τα ευρήματά της υπογραμμίζουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που έχει ο κορωνοϊός στην ψυχική υγεία, λένε οι ερευνητές.
Η νέα μελέτη
Η μελέτη βασίσθηκε σε στοιχεία από περισσότερους από 6.500 άνδρες και γυναίκες, που συμπλήρωσαν ειδικά ερωτηματολόγια σε τρεις φάσεις. Πριν την πανδημία, την περίοδο Μάρτιος-Απρίλιος 2020 ή την περίοδο Μάρτιος-Απρίλιος 2021.
Όπως έδειξαν οι απαντήσεις τους, πριν εμφανιστεί ο κορωνοϊός στον πλανήτη κατάθλιψη είχε το 8,5% των ερωτηθέντων. Το ποσοστό αυτό όμως έφτασε στο 27,8% την άνοιξη του 2020. Μέχρι, δε, την εφετινή άνοιξη αυξήθηκε ακόμα περισσότερο, φθάνοντας στο 32,8%!
Όπως προαναφέρθηκε, τα ποσοστά ήταν υψηλότερα στους ανύπανδρους, τους οικονομικά ασθενέστερους και όσους ήρθαν αντιμέτωποι με πολλά στρεσογόνα γεγονότα. Στην πραγματικότητα, οι ανύπανδροι είχαν κατά 60% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κατάθλιψη σε σύγκριση με τους παντρεμένους.
Τα άτομα με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα κάτω από 17.000 ευρώ είχαν το 2020 σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν κατάθλιψη, σε σύγκριση με όσους είχαν εισόδημα πάνω από 64.000 ευρώ. Μέχρι την άνοιξη του 2021, όμως, οι αντίστοιχες πιθανότητες ήταν πια επταπλάσιες.
Τα στρεσογόνα γεγονότα
Αυξημένο κίνδυνο διέτρεχαν και οι εθελοντές που ήρθαν αντιμέτωποι με πολλαπλά στρεσογόνα γεγονότα. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν και λιγότερες πιθανότητες να τα ξεπεράσουν. Ως στρεσογόνα γεγονότα που συσχετίζονται με την πανδημία που προκαλεί ο κορωνοϊός οι εθελοντές ανέφεραν:
- Το να βλέπουν λιγότερο την οικογένειά τους
- Τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς
- Τη δημιουργία προβλημάτων με την οικογένεια ή τη σχέση
- Τις δυσκολίες στην φροντίδα των παιδιών όταν έκλεισαν τα σχολεία
- Τον θάνατο ενός κοντινού τους ατόμου από τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός
- Το αίσθημα μοναξιάς
- Τις δυσκολίες στην προμήθεια αγαθών λόγω των περιορισμών
- Την απώλεια εργασίας (από τον ίδιο τον ερωτηθέντα ή από μέλος της οικογένειάς του)
- Τα οικονομικά προβλήματα
- Τις δυσκολίες στο να πληρώσουν το νοίκι
- Την αναγκαστική απομάκρυνση από την φοιτητική εστία/σπίτι
Η μελέτη έδειξε ακόμα ότι και στις τρεις χρονικές περιόδους οι νέοι ήταν πιθανότερο να εκδηλώσουν κατάθλιψη απ’ ό,τι οι ηλικιωμένοι. Ειδικότερα, στις ηλικίες 18-39 ετών οι πιθανότητες κατάθλιψης ήταν 2,7 φορές περισσότερες απ’ όσες μετά τα 60 έτη.
(Πηγή: iatropedia.gr)